Προσέγγιση: Δημήτρης Βαγενάς
Ψυχολόγος


Η μουσική ως θεραπευτικό μέσο.

Παρότι η μουσικοθεραπεία αποτελεί έναν σύγχρονο όρο, ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας ήταν οι πρώτοι που αντιλήφθηκαν πως η μουσική μπορεί να επηρεάσει τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά. Έκτοτε, ο πρώτος και ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος είχαν ως αποτέλεσμα οι θεραπευτικές ιδιότητες της μουσικής να έρθουν στην επιφάνεια, όταν πολλοί ερασιτέχνες κι επαγγελματίες μουσικοί επισκέφθηκαν τα νοσοκομεία, προσφέροντας ψυχολογική υποστήριξη στους τραυματίες πολέμου. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, οι γιατροί και οι νοσοκόμες εντυπωσιάστηκαν τόσο από τα θετικά αποτελέσματα, που επιδίωξαν να εντάξουν τους μουσικούς στο προσωπικό τους.

Τα χρόνια πέρασαν και πλέον η μουσική θεωρείται ένα θεραπευτικό μέσο που μπορεί να συμβάλλει στην έκφραση ψυχικών καταστάσεων, επιδρώντας συγχρόνως πάνω στην ψυχή, στο σώμα και στο πνεύμα του ανθρώπου. Ως εκ τούτου, η χρήση της εντοπίζεται σε διάφορους χώρους, όπως στην παιδαγωγική και στην ιατρική, και με διάφορες λειτουργίες. Στο χώρο της ψυχολογίας η μουσική λειτουργεί θεραπευτικά, αποτελώντας έναν τρόπο έκφρασης των προσωπικών, συναισθηματικών και κοινωνικών αναγκών του ασθενούς. Κατά τη διάρκεια της μουσικοθεραπείας ο θεραπευτής αξιολογεί τις ανάγκες και τις δυνατότητες του θεραπευόμενου, προτρέποντάς τον στη συνέχεια να γράψει ένα τραγούδι, να χορέψει στους ρυθμούς του, να τραγουδήσει ή απλώς ν’ ακούσει μουσική. Ο τρόπος που αντιμετωπίζει τα τραγούδια και τις μελωδίες βοηθά τόσο τον εαυτό του όσο και το μουσικοθεραπευτή να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν ευκολότερα τα συναισθήματα και τις επιλογές που έχει κάνει στη ζωή του. Σε περίπτωση μάλιστα που ο ασθενής δυσκολεύεται να εκφραστεί με λόγια, η μουσική αποτελεί ένας από τους πιο ενδεδειγμένους τρόπους έκφρασης, βοηθώντας τον να επικοινωνήσει ουσιαστικά με το θεραπευτή του και να χτίσει μαζί του μια σχέση εμπιστοσύνης. Για το λόγο αυτό, κανένας από τους δύο δεν ενδιαφέρεται για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, αφού ο μουσικοθεραπευτής εστιάζει στην επικοινωνία και στην αλληλεπίδραση, σε αντίθεση με τον μουσικό παιδαγωγό που ενδιαφέρεται για τη μουσική εκτέλεση του εκάστοτε κομματιού.

Η μουσικοθεραπεία αποτελεί έναν ιδανικό τρόπο έκφρασης κι επικοινωνίας ειδικά για τα παιδιά με αυτισμό, δεδομένου ότι στην πλειοψηφία τους είναι σχεδόν αδύνατο να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους. Παρόλα αυτά μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση και άλλων ασθενειών. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με έρευνες, οι άνθρωποι που βρίσκονται στα πρώτα στάδια άνοιας μπορούν να ωφεληθούν μέσω της μουσικής, χάρη στην οποία γίνονται λιγότερο επιθετικοί και ανταποκρίνονται ευκολότερα σε καθημερινές δραστηριότητες, όπως το μαγείρεμα, ενώη μουσικοθεραπεία έχει τη δυνατότητα να μειώσει τον καρδιακό ρυθμό των ανθρώπων που πάσχουν από κατάθλιψη, καθώς και το ρυθμό της αναπνοής τους και την πίεση του αίματος, και να τους κάνει να αισθανθούν πιο αισιόδοξοι για το μέλλον τους. Η μουσική μπορεί ακόμα να ωφελήσει τους ανθρώπους που έχουν αϋπνίες, βοηθώντας τους να κοιμηθούν πιο εύκολα, και να εξασφαλίσει την ποιότητα του ύπνου τους.

Χωρίς αμφιβολία, η μουσική είναι ευεργετική και στο σχολικό χώρο, είτε εισάγεται ως μουσικοθεραπεία, είτε ως μουσικοπαιδαγωγική, είτε όταν απλώς οι μαθητές προτρέπονται να συμμετάσχουν στις σχολικές γιορτές, παίζοντας μουσικά όργανα και τραγουδώντας. Βάσει ερευνών, μέσω των καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων οι μαθητές γίνονται πιο δημιουργικοί και σκέφτονται πιο σφαιρικά όταν προσπαθούν να λύσουν ένα πρόβλημα, ενώ μαθαίνουν να λειτουργούν ομαδικά και να αυτο – εκφράζονται. Με βάση όλα τα παραπάνω λοιπόν, η μουσική λειτουργεί θεραπευτικά με πάρα πολλούς τρόπους και σε πάρα πολλούς τομείς, ακόμα κι όταν δεν ακολουθείται συνειδητά μια μουσικοθεραπευτική διαδικασία.


Η επίδραση της  μουσικής στην εκπαίδευση.

Προσέγγιση: Μαρία Κασσεροπούλου
Φιλόλογος

« Η μουσική πρέπει να ενταχθεί στη διδασκαλία καθώς μπορεί να προσφέρει τη δυνατότητα πολύμορφης ανάπτυξης στον συναισθηματικό, αισθητικό, διανοητικό και σωματικό τομέα »  αναφέρει ο Zoltan Kodaly στη θεωρία του, γνωστή και ως «Kodaly method» ή εναλλακτικά  «Kodaly concept». Συγκεκριμένα, ο Kodaly πίστευε ότι η μουσική μόρφωση είναι ένα αγαθό εξίσου σημαντικό με τη δυνατότητα ανάγνωσης και γραφής. Η προσχολική ηλικία θεωρείται η καταλληλότερη περίοδος για να έρθουν τα παιδιά σε επαφή με τη μουσική, να εκπαιδευτούν και να αναπτύξουν τις πρώτες μουσικές δεξιότητες. Το τραγούδι δημιουργεί επιπλέον έναν ιδιαίτερο δεσμό με την γλώσσα, προσφέροντας την αίσθηση πολιτιστικής ταυτότητας και συνέχειας. Έρευνες που έγιναν στην Ουγγαρία απέδειξαν ότι τα παιδιά που είχαν καθημερινή απασχόληση με την μουσική προχώρησαν εξίσου καλά στα άλλα μαθήματα (γλώσσα, μαθηματικά) με τα παιδιά που απασχολούνταν τις ίδιες ώρες με άλλα αντικείμενα. Βέβαια η απασχόληση με τη μουσική δεν έχει στόχο την ανάδειξη ανθρώπων ικανών στα μαθηματικά αλλά την υψηλότερη καλλιέργεια και δυνατότητα να ζήσουν ως  ολοκληρωμένοι άνθρωποι.

Η λειτουργία της μουσικής διακρίνεται λοιπόν σε δύο διαστάσεις, τη θεραπευτική ή αλλιώς Μουσικοθεραπεία  και την εκπαιδευτική ή Μουσικοπαιδαγωγική.   Ως Μουσικοπαιδαγωγική ορίζεται η διδασκαλία της μουσικής εντός του σχολείου, η οποία βασίζεται στην αλληλεπίδραση μεταξύ του παιδιού και του εκπαιδευτικού. Πρόκειται για μια τελείως διαφορετική διαδικασία από τη μουσικοθεραπεία καθώς ο μουσικός παιδαγωγός μεταδίδει στον μαθητή «μουσικά σχήματα» που έχουν καθιερωθεί από άλλους για να εκφράσει τη μουσική. Αυτά τα σχήματα ακολουθούνται με απόλυτη αυστηρότητα προκειμένου να επιτευχθεί το μουσικό αποτέλεσμα. Αντίθετα με την μουσικοθεραπεία και τη σημασία που δίνεται στην διαδικασία, στη μουσικοπαιδαγωγική ο παιδαγωγός επικεντρώνεται στο αποτέλεσμα.

Η ουσία στην μουσική εκπαίδευση δεν είναι απλά στη μουσική αλλά στην ανθρώπινη υπόσταση, καθώς μόνο ο άνθρωπος είναι φορέας της μουσικής, αυτός δηλαδή που μπορεί να βιώσει και να αναγνωρίσει τη μουσική. Η μουσική όπως κάθε τέχνη βασίζεται στη διαλογική σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και στο προϊόν της τέχνης, γεγονός που καθορίζει την υπόσταση της μουσικής ως τέχνη.

Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι η μουσική δεν επιδρά θεραπευτικά στους μαθητές κατά τη διάρκεια του μαθήματος αλλά αυτό το σκέλος οριοθετείται και εξαρτάται από τον παιδαγωγό.  Μοναδική εξαίρεση όπου διασταυρώνονται η διδασκαλία με τη θεραπευτική της δράση  αποτελεί ο χώρος της Ειδικής Παιδαγωγικής. Εν προκειμένω, η εκμάθηση ενός μουσικού οργάνου μπορεί να αποτελέσει υποστηρικτική διαδικασία για την λειτουργία της κίνησης, γεγονός που βοηθά στην κατάκτηση μιας πρακτικής ζωτικής σημασίας όπως π.χ. για τη χρήση του κουταλιού  ( μη μουσική συμπεριφορά ). Αν προσπαθήσει κάποιος να συγκρίνει τη μουσική εκπαίδευση στα άτομα με ή χωρίς ειδικές ανάγκες, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν εντοπίζεται καμία σημαντική διαφορά ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς τη δομή της μουσικής δραστηριότητας. Στόχος του μαθήματος της μουσικής είναι η ανάπτυξη, η παρέμβαση και η συμμετοχή στη μουσική κουλτούρα. Για τον λόγο αυτό στο μάθημα της μουσικής ο μαθητής δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με γνώμονα την αναπηρία του καθώς σημαντικότερος είναι ο τρόπος δράσης και συμπεριφοράς που διαλέγει ο μαθητής προκειμένου να κάνει αισθητή την παρουσία του στο μουσικό γεγονός.

Το παιδί με ειδικές ανάγκες δεν μπορεί να εκπληρώσει πλήρως το μορφωτικό αίτημα, λόγω των φυσικών και ψυχικών συνθηκών της υπόστασής του, εάν οι παιδαγωγικές προθέσεις της εκπαιδευτικής και μορφωτικής διαδικασίας δεν προετοιμάζονται με τον καταλληλότερο τρόπο. Όσον αφορά το σχεδιασμό μιας μουσικής φύσεως δραστηριότητας πρέπει να ακολουθείται από συγκεκριμένη μεθοδολογία και διδακτική καθώς χωρίς αυτές δεν είναι εφικτή η πρόσβαση σε οποιοδήποτε μορφωτικό αγαθό. Ακολούθως προτείνεται μια ολιστική διάσταση της διδακτικής και μεθοδολογίας, η οποία προκύπτει από την ίδια την ολική υπόσταση της μουσικής ως ενότητα ήχου, κίνησης και λόγου. Η μουσική ως μέσο επιδρά στην αντίληψη, στην έκφραση, στην κίνηση και στην επικοινωνία. Επιπλέον, ενισχύει τον τομέα της κοινωνικοσυναισθηματικής ανάπτυξης και της μάθησης. Έτσι ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το παιδί ή το άτομο με αναπηρία η μουσική μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση της δυναμικής του μέσα στην ομάδα. Μετατρέπεται με άλλα λόγια σε μέσο έκφρασης στα πλαίσια των δυνατοτήτων του.

Αδιαμφισβήτητη κρίνεται επίσης η άμεση σχέση της μουσικής με τη γλωσσική ανάπτυξη. Το 78% περίπου των ατόμων με νοητική καθυστέρηση παρουσιάζει προβλήματα στο λόγο, καθώς η εξέλιξη του γλωσσικού τομέα ακολουθεί μια αργή πορεία. Η Laufer πραγματοποίησε το 1995 μια έρευνα σχετική με την σχέση της μουσικής και του λόγου, θέτοντας το εξής ερώτημα. Μπορεί το καθημερινό μάθημα μουσικής σε μαθητές με νοητική καθυστέρηση να επηρεάσει και να συμβάλλει στην ενίσχυση των επιδόσεών τους στον προφορικό λόγο; Το συμπέρασμα ήταν ότι η διδασκαλία της μουσικής επηρεάζει σημαντικά τις επιδόσεις των μαθητών με νοητική καθυστέρηση στον προφορικό λόγο.

Ανακεφαλαιώνοντας, παρουσιάσαμε αναλυτικά τη γραμμική πορεία εντός του σχολείου της μουσικοπαιδαγωγικής διαδικασίας και την διαχωρίσαμε από την μουσικοθεραπεία. Ωστόσο, εξαίρεση αποτελεί η μουσική εκπαίδευση στην Ειδική Παιδαγωγική. Στο πλαίσιο αυτό οι στόχοι της μουσικής δεν είναι μόνο εκπαιδευτικής φύσεως αλλά καθορίζονται από την προσωπική ιδιομορφία του κάθε παιδιού/ ατόμου, γιατί η εφαρμογή της αποσκοπεί στη μείωση και πιθανή επίλυση των προβλημάτων που προκαλούνται από την αναπηρία. Αυτές οι δύο πρακτικές της μουσικής στην Ειδική Παιδαγωγική δεν διαχωρίζονται η μια από την άλλη αλλά αλληλοσυμπληρώνονται καθώς αποτελούν εκφάνσεις της ίδιας εκπαιδευτικής διαδικασίας.


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Καρτασίδου, Λ. (2004). Μουσική εκπαίδευση στην ειδική παιδαγωγική. Εκπαιδευτικές-Θεραπευτικές προσεγγίσεις της μουσικής στην ευρύτερή της σημασία σε άτομα με ειδικές ανάγκες. Τυπωθήτω.

Καραδήμου-Λιάτσου, Π. (2003). Η μουσικοπαιδαγωγική τον 20ο αιώνα. Οι σημαντικότερες απόψεις για την προσχολική ηλικία. Ορφέως.

Music Education Advocacy. (2014). Twelve Benefits of Music Education. childrensmusicworkshop.com

Ulbricht, C. (2013). Music Therapy for Health and Wellness. psychologytoday.com