Άρθρο: Χρύσα Μαγγινοπούλου
Κοινωνική Ανθρωπολόγος


Η τέχνη και ιδιαίτερα ο κινηματογράφος αγαπούν την αλληγορία και το «φανταστικό», γιατί ελευθερώνει τη φαντασία του δημιουργού. Ο «Λαβύρινθος του Πάνα» είναι μια ιστορία τρόμου από το χώρο του φανταστικού, ένα φιλόδοξο, αινιγματικό και κάποιες στιγμές χαοτικό, παραμύθι για την παιδική ηλικία και το τέλος της αθωότητας.

Λάτρης του αλληγορικού και «φανταστικού» κινηματογράφου, ο Μεξικανός Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, καταπιάνεται με τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, έναν εμφύλιο πόλεμο με ξεχωριστή σημασία για την ιστορία του κόσμου, και τον «ενσωματώνει» στο μύθο του αρχαίου Έλληνα θεού Πάνα, ο οποίος Πάνας στον ρωμαϊκό πολιτισμό (πολιτισμό του σκηνοθέτη), ακούει στο όνομα Φαύνος. Ο Πάνας αντιπροσωπεύει τη Φύση ως ‘Όλον’, το καλό και το κακό, χωρίς ηθική ισορροπία. Είναι, στην πραγματικότητα, ένας ουδέτερος χαρακτήρας που μπορεί να προωθήσει τη δημιουργία ή την καταστροφή.

Η ιστορία που αφηγείται αρχίζει το 1944 σε μια ορεινή περιοχή της Ισπανίας. Ο Εμφύλιος ουσιαστικά έχει τελειώσει και ένα εκτελεστικό απόσπασμα του φρανκικού στρατού, με αρχηγό τον παρανοϊκό λοχαγό Βιντάλ, καταδιώκει τους τελευταίους των ηττημένων ανταρτών. Σε ένα αγρόκτημα όπου έχει στρατοπεδεύσει ο λόχος του Βιντάλ φτάνει μια μέρα η σύζυγος του λοχαγού, η εγκυμονούσα Κάρμεν, μαζί με την κόρη της από τον προηγούμενο γάμο της, την Οφηλία.

Το κορίτσι, τραυματισμένο από το θάνατο του πατέρα της, αντιδρά σφόδρα στο γάμο της μητέρας της και προσπαθεί να υπερβεί την πραγματικότητα μέσω της φαντασίας. Το περιβάλλον για τη μικρούλα είναι ζοφερό, για καλή της τύχη όμως βρίσκει μία παραμυθένια διέξοδο από την ενήλικη πραγματικότητα, έναν λαβύρινθο που ίσως οδηγεί στην ελπίδα. Σε αυτή την ονειροβασία της που κρύβει κάθε λογής εκπλήξεις τη συνοδεύει ένας Φαύνος, ο οποίος φαίνεται να βασίζει πολλά στο κοριτσάκι.

Ο Φαύνος, ένα ον, μισός άνθρωπος-μισός τράγος, της αποκαλύπτει πως αυτή είναι η χαμένη για αιώνες πριγκίπισσα, που εγκατέλειψε το υπόγειο βασίλειό της για τον κόσμο των ανθρώπων, όπου και πέθανε, και που τώρα την περιμένουν να επιστρέψει, μόνο που για να μπορέσει να γίνει αποδεκτή πρέπει να ξεπεράσει τρεις δύσκολες δοκιμασίες.

Αυτή η φαντασιακού επιπέδου διαφυγή μπορεί να θεωρείται άτοπη και ως εκ τούτου μάταιη από κάποιους, εκτός φυσικά κι αν η αληθινή όψη της ζωής είναι τόσο τρομακτική που σε αναγκάζει να κλείνεις φοβικά τα μάτια, τόσο που να μη θες να τα ξανανοίξεις. Παρόλα αυτά, το παραμύθι μέσα στο οποίο διαφεύγει η μικρή Οφηλία κάθε άλλο παρά κατάλληλο για παιδικά μάτια είναι. Οι αποκρουστικές όσο και ευφάνταστες φιγούρες αλλά και η ιδιοτέλεια που χαρακτηρίζει τον Φαύνο σίγουρα δε μπορούμε να χαρακτηριστούν ως ένα τυπικό στοργικό καταφύγιο. Στο όνειρο όμως αυτό υπάρχει ελπίδα, αυτή ακριβώς που στη γνώριμη πραγματικότητα του πολέμου έχει χαθεί. Η στάση του σκηνοθέτη λοιπόν είναι σαφώς κατά του φασισμού και κάθε μορφής καταπίεσης.

« Για εμένα, ο φασισμός αντιπροσωπεύει τον απόλυτο τρόμο και για αυτόν τον λόγο είναι ένα ιδανικό θέμα μέσω του οποίου μπορείς να διηγηθείς ένα παραμύθι για μεγάλους. Επειδή ο φασισμός είναι πάνω από όλα μία μορφή διαστροφής της αθωότητας, και, άρα, της παιδικότητας… Ο φασισμός αντιπροσωπεύει με κάποιους τρόπους τον θάνατο της ψυχής, καθώς σε αναγκάζει να κάνεις βασανιστικές επιλογές και αφήνει ένα ανεξίτηλο σημάδι στις ψυχές όλων όσων τον υφίστανται» αναφέρει ο σκηνοθέτης και συνεχίζει  «Στα παραμύθια, όλες οι ιστορίες έχουν να κάνουν είτε με την επιστροφή στη μήτρα (παράδεισος, σπίτι) είτε με την περιπλάνηση εκεί έξω στον κόσμο και την αντιμετώπιση των δικών σου δράκων. Είμαστε όλοι μας παιδιά που περιπλανιόμαστε στο προσωπικό μας παραμύθι. »

Η ταινία από την αρχή μέχρι το τέλος κινείται σε δυο άξονες, τη στυγνή πραγματικότητα, με βασικό πρόσωπο το σκληρό πατριό και τον ονειρικό κόσμο της Οφηλίας, με βασικό πρόσωπο την ίδια την Οφηλία. Αυτοί οι δυο κόσμοι συνυπάρχουν αρμονικά και στο τέλος της ταινίας συναντιούνται. Μάλιστα και οι δυο πρωταγωνιστές των δυο κόσμων πεθαίνουν. Με μια βασική διάφορα. Ο πατριός δεν δικαιώνεται, η τελευταία του επιθυμία να μάθει το παιδί του γι’ αυτόν δεν εκπληρώνεται, ενώ η Οφηλία δικαιώνεται.

Από τα πλέον γόνιμα λογοτεχνικά σύμβολα είναι και ο λαβύρινθος. Τις περισσότερες φορές παραπέμπει στο χάσιμο του προσανατολισμού και στην αναζήτηση. Το σύμβολο του λαβυρίνθου εμφανίζεται σταθερά στη λογοτεχνία όλως των εποχών και πολύ συχνά αντανακλά τη θέαση του συγγραφέα για τον κόσμο, το μυαλό ή την τέχνη. Ο Λαβύρινθος είναι επίσης ένα σύμβολο του κόσμου του οποίου τα σχήματα και η λογική είναι σκοτεινά και ακατανόητα από τον άνθρωπο.

Ο Jung (1995) έχει δώσει μια πολύ ενδιαφέρουσα ψυχαναλυτική ερμηνεία του μύθου του Θησέα. Όπως ισχυρίζεται, ο λαβύρινθος λειτουργεί σαν ένα είδος μύησης, όπου ένα νεαρό άτομο κάνει την είσοδό του στην επικράτεια της φοβερής μάνας – γης, θριαμβεύει απέναντι στις δυνάμεις της (Μινώταυρος) και εξέρχεται σαν ώριμος άντρας.

Ο λαβύρινθος, με την πολύπλοκη δομή του συμβολίζει τον ασυνείδητο κόσμο του ανθρώπου που ουσιαστικά είναι άγνωστος στο συνειδητό εαυτό. Αν προσπαθήσει κανείς να μπει απροετοίμαστος εκεί μέσα, θα βρεθεί αντιμέτωπος με το φοβερό τέρας, που δεν είναι άλλο από τα πιο πρωτόγονα και αρχέγονα ένστικτα του.

Στον επίλογο της ταινίας ο αφηγητής μας αναφέρει: «και λέγεται ότι η πριγκίπισσα επέστρεψε στο βασίλειο του πατέρα της, βασίλεψε εκεί με δικαιοσύνη και αγνή καρδιά για πολλούς αιώνες και οι υπήκοοι της την αγαπούσαν. Τέλος λέγεται ότι άφησε μικρά ίχνη της ζωής της στη γη, ορατά μόνο σε αυτούς που ξέρουν που να κοιτάξουν».


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Jung C.G. (1995). Τέσσερα Αρχέτυπα: Μητέρα-Αναγέννηση-Πνεύμα-Κατεργάρης. Εκδ. Ιάμβλιχος.

Κωνσταντοπούλου Χ. (2011). Εισαγωγή στην κοινωνιολογία του φαντασιακού: Σύμβολα, αρχέτυπα και φοβίες. Εκδ. Παπαζήσης.

Φιλοσοφικός Σύλλογος “Ιάμβλιχος”. (1993). Συμβολισμός και αναζήτηση. Εκδ. Ιάμβλιχος.