Άρθρο: Χριστίνα Πανταζή
Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Ίριδα Γουδέλη
Εκπαιδευτικός


Παρασκευή μεσημέρι. Φεύγοντας από τη δουλειά, οι πύλες του μυστηριακού και μεγαλειώδους ανοίγουν στο μυαλό σου διάπλατα, περιμένοντας για ένα ξέγνoιαστο, ιδεατό τριήμερο που περίμενες ανυπόμονα τις πέντε μέρες με το ημερολόγιο δίπλα σου. Ήρθε πάλι η στιγμή της απόλαυσης, της ξεκούρασης που θέλεις να χωρέσεις με εμπειρίες μέσα λιγότερο από τρία εικοσιτετράωρα. Η ρουτίνα της καθημερινότητας αρχίζει να ξεθωριάζει και εσύ πυρετωδώς αρχίζεις τα μεγαλεπίβολα σχέδια για ένα παρασκευοσαββατοκύριακο που θα αντισταθμίσει τις εξαντλητικές εργάσιμες ημέρες.

Το τριήμερο έρχεται και εσύ από εκεί που είχες θέσει τους παλμούς ενός γεμάτου σαββατοκύριακου, ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι ίσως οι φίλοι δεν ακολούθησαν το πρόγραμμά σου, ίσως και εσύ δεν κατάφερες να κάνεις όλα αυτά που είχες σχεδιάσει, ίσως σε πήρε παραπάνω ο ύπνος και πήγε αργά το μεσημέρι και από εκεί που το τριήμερο αρχικά φάνταζε ένα ξέφρενο πάρτι , αρχίζει να καταντά μια εφιαλτική και απογοητευτική εμπειρία. Από τη μια η Παρασκευή φαίνεται τη Δευτέρα μια αιωνιότητα και από την άλλη η Δευτέρα φαίνεται τη Παρασκευή μερικές βεβιασμένες ανάσες.

Καθώς η απογοήτευση εντείνει, οι μεγάλες προσδοκίες ξεφουσκώνουν μονομιάς και η Δευτέρα σε περιμένει σαν μια τραγική ειρωνεία, οι προβληματισμοί ξεπηδούν και συλλογίζεσαι μεταξύ της κακής σου τύχης ή μιας τυφλής πραγματικότητας που ζεις. «Τι φταίει και τι κάνω λάθος;» είναι ερωτήσεις που αβίαστα θα ξεπροβάλλουν στην οθόνη του μυαλού σου. Βάζοντας όλα τα πιθανά σενάρια, συμπαντικά και μη, θα εστιάσεις σε εκείνα που σε ωθούν σε ένα τρόπο σκέψης, καθημερινότητας και στάσης ζωής που ίσως είναι συνοδοιπόροι της τωρινής απογοήτευσης.

Ξεκινώντας με τη ρουτίνα, θα ήταν καλύτερο να εστιάσουμε σε καθημερινές ενασχολήσεις, άνθρώπους και συναισθήματα που σταθερά βιώνουμε τις πέντε εργάσιμες μέρες. “Μαρέσει η δουλειά που κάνω; Τις υπόλοιπες ώρες πως έχω επιλέξει να τις ζω και με ποιους ανθρώπους; Χαίρομαι με αυτό ή με κουράζει; Πώς θα ήθελα να είμαι σε δύο μήνες, σε ένα χρόνο; ” είναι ερωτήσεις που αρχικά πρέπει να θέσει όποιος βιώνει τη καθημερινότητα ως ρουτίνα, ως μια επαναλαμβανόμενη κασέτα που τείνει να ξεθωριάζει, όπως και ο ίδιος μας ο εαυτός. Αν λοιπόν κάτι δεν μας αρέσει, μια καλή αρχή και δύσκολη που λένε, είναι να ξεκινήσουμε να θέτουμε ένα τέλος σε συνήθειες που δεν μας χαρακτηρίζουν, σε κοπιαστικά ολοήμερα προγράμματα που μας ψυχαναγκάζουν και μόνο το άγχος και τη πίεση αυξάνουν, σε ανθρώπους που δεν μας γεμίζουν προς εκείνα και εκείνους που αποτελούν μια περισσότερο έκφραση του εαυτού μας. Αναφορικά με τη δουλειά, αν για κάποιον αρκεί ο χώρος εργασίας και το αντικείμενο να αποτελεί μια απόλυτα εξαντλητική συναισθηματικά διαδικασία, ίσως να ξεκινήσει να αναζητεί εναλλακτικούς χώρους εργασίας που θα αποτελεί μια περισσότερο δημιουργική απασχόληση και όχι ψυχικό καταναγκασμό. Αν πάλι δεν είναι εφικτό αυτό, ίσως να εστιάσει καλύτερα στις υπόλοιπες ώρες τις ημέρας.

Συνεχίζοντας, καλό είναι να εστιάσουμε στις μεγάλες προσδοκίες που ψευδαισθητικά μας θέτει ένα σαββατοκύριακο. Μήπως αυτές τις μέρες εκδηλώνουμε αυτό που θα θέλαμε ιδανικά για εμάς και  – ή για τους άλλους- και ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία προφανώς δεν εκπληρώνουμε; Μήπως ένα γέμισμα συναισθημάτων, εμπειριών, δράσεων και ξεκούρασης, προσωπικών νοημάτων  ως προς το τώρα και το μετά  γενικότερα για τους ίδιους που αμελούμε τις υπόλοιπες μέρες να αναζητήσουμε προβάλλοντας ένα σωρό δικαιολογίες; Μήπως η ρουτίνα καλύπτει και αυτή μια άδεια, πεινασμένη ψυχική ανάγκη που ξεβράζει τις απαιτήσεις τις τότε;

Ο μήνας έχει πάντα 30 ημέρες, η εβδομάδα πάντοτε 7 ημέρες και η ημέρα 24 ώρες. Συνεπώς το ότι επιλέγουμε να προσμένουμε εναγωνίως δύο μέρες «για να ζήσουμε» αυτά που θέλουμε μέσα μας αποτελεί μια σημαντική ένδειξη του πως νιώθουμε μέσα μας γενικότερα για τη ζωή μας. Το σαββατοκύριακο αποτελεί μια παύση από τη κουραστική καθημερινότητα και μας καλεί να αναπαυθούμε, να περάσουμε ωραίες πρωινές στιγμές σε ένα πάρκο με ήλιο, να μοιραστούμε με τους αγαπημένους μας ανθρώπους συντροφιά με στόχο να αποτελέσει ένα δυνατό συμπλήρωμα στην υπόλοιπη εβδομάδα, που και αυτή χρειάζεται να δένει αρμονικά για να νιώθουμε πλήρεις και υγιής.

Κάνοντας το σαββατοκύριακo ένα τρόπο ζωής, μαθαίνουμε να εστιάζουμε στην στιγμή της κάθε μέρας, σε αυτά που καθημερινά ασχολούμαστε και στο νόημα που έχουν αυτά για τη ζωή μας, στους συντρόφους και φίλους που επιλέγουμε να περνάμε χρόνο, στα συναισθήματα που σταθερά μας συνοδεύουν, στις προσδοκίες που έχουμε για εμάς στο σύντομο και μακροπρόθεσμο μέλλον. Γιατί έτσι και αλλιώς η ρουτίνα ή η συνήθεια είναι όπως σωστά θα έλεγε και ο  θεατρικός συγγραφέας Samuel Beckett, ένας πολύ καλός σιγαστήρας που σκοτώνει αθόρυβα λίγο λίγο, αργά αργά, τις μικρές λέπτες αποχρώσεις της καθημερινότητάς μας και κατεπέκτασης της ζωής μας.