Άρθρο: Κώστας Μαντζίκος
Ειδικός Παιδαγωγός-Συγγραφέας

Βασιλική Αγγελοπούλου
Κοινωνική Λειτουργός


Θεραπευτικές προσεγγίσεις στις αγχώδεις διαταραχές, στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και στον αυτισμό

Μια από τις πιο σημαντικές και αποτελεσματικές παρεμβάσεις για αυτές τις δύο αναπτυξιακές διαταραχές είναι η Γνωστικό-Συμπεριφορική Θεραπεία (Cognitive Behavioral Therapy). H ΓΣΘ έχει ορισμένα στάδια και αυτά είναι: σε αρχικό στάδιο γίνεται αξιολόγηση της φύσης και του βαθμού της συναισθηματικής διαταραχής χρησιμοποιώντας κλίμακες αυτό-αξιολόγησης και κλινικές συνεντεύξεις. Σε δεύτερο στάδιο γίνεται η συναισθηματική εκπαίδευση, όπου με συζήτηση και ασκήσεις επιχειρείται η κατανόηση του τρόπου με τον οποίον τα άτομα αντιλαμβάνονται τις καταστάσεις που τους προβληματίζουν, η αναγνώριση τόσο των δικών τους συναισθημάτων, όσο και των άλλων και η κατανόηση γενικά των συνδέσεων μεταξύ σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών. Στο τελικό στάδιο της γνωστικής αναδόμησης το άτομο μαθαίνει να σκέφτεται για τον εαυτό του (για τις αντιδράσεις και τα συναισθήματά του), να διαχειρίζεται το άγχος του και αναπτύσσει ένα ατομικό πρόγραμμα, με το οποίο θα μπορέσει να εξασκήσει τις νέο αποκτηθείσες γνώσεις και δεξιότητές του. Έτσι, με τη γνωστική αναδόμηση το άτομο διορθώνει τις δυσλειτουργικές αντιλήψεις του. (Κυπαρισσός, 2015). Επίσης, οι  θεραπευτικές συνεδρίες μπορούν να πραγματοποιηθούν με τρεις τρόπους α) ατομική θεραπεία, μόνο με το άτομο που φέρει και τις δυο αυτές αναπτυξιακές διαταραχές· β) με το άτομο και με τους γονείς του· και γ) ατομική θεραπεία με τους γονείς του.

Έρευνες (Cordioli, 2008; Sung, Ooi, Goh, Pathy, Fung, Ang, Chua, & Lam, 2011; Veale, 2007; Wagner, 2003) έχουν αποδείξει ότι η ΓΣΘ είναι αποτελεσματική για τους ενήλικες με αυτισμό, άγχος και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Η εν λόγω θεραπεία μπορεί να επιφέρει κλινικά σημαντικές μειώσεις στο άγχος, αυξημένη χρήση χρήσιμων στρατηγικών αντιμετώπισης, αυξημένη ανεξαρτησία, και δεξιότητες καθημερινής διαβίωσης, στους νέους με αυτισμό. Άλλες ψυχολογικές παρεμβάσεις που μπορεί να είναι αποτελεσματικές σε αυτά τα άτομα, είναι το πρόγραμμα της ενσυναίσθησης, μέσω του οποίου το άτομο μειώνει τα προβλήματα της εσωτερίκευσης, καθώς και τα κοινωνικά προβλήματα. Επιπλέον, το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι χρήσιμο για τα αυτιστικά άτομα, διότι τα βοηθάει να διαχειρίζονται  τις αρνητικές συμπεριφορές τους (επιθετικότητα και θυμός). Βέβαια, το πρόγραμμα μπορεί να βοηθήσει και αυτιστικούς, που έχουν και κλινικό άγχος.

Συζήτηση-Συμπεράσματα

Ο αυτισμός αναμφισβήτητα συνδέεται στενά με τις αγχώδεις διαταραχές, αφού έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι οι δεύτερες αποτελούν μέρος των εκδηλώσεων του πρώτου. Αν και θα μπορούσαμε να πούμε ότι το άγχος είναι μια συχνή αντίδραση των παιδιών κατά τα σχολικά τους χρόνια, τα αυτιστικά παιδιά φαίνεται να παρουσιάζουν μια παραπάνω ευαισθησία σε αυτό, η οποία τους ακολουθεί και στην ενήλικη ζωή τους. Αυτό συμβαίνει διότι, οι αυτιστικοί δεν μπορούν να επεξεργαστούν μεγάλο εύρος πληροφοριών και αισθητηριακών ερεθισμάτων στον ίδιο χρόνο και γι’ αυτόν τον λόγο αποτυχαίνει κάθε προσπάθεια εκπαιδευτικής ή ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Άλλωστε τα άτομα με αυτισμό μπορούν να επηρεαστούν και να υιοθετήσουν το άγχος που παρουσιάζει ο περίγυρός τους, στην προσπάθειά του να τα εκπαιδεύσει, δυσχεραίνοντας ακόμα περισσότερο οποιαδήποτε διαδικασία.

Κάποιοι από τους παραπάνω τύπους των αγχωδών διαταραχών διακρίνονται αρκετά, στα αυτιστικά παιδιά. Συγκεκριμένα, για την διαταραχή άγχους αποχωρισμού μπορούμε να πούμε ότι, πολλοί γονείς μετά τη διάγνωση του αυτισμού στο παιδί τους λαμβάνουν και οι ίδιοι τη διάγνωση του αυτισμού. Σπάνια είναι και οι δύο γονείς αυτιστικοί, ενώ ο πατέρας φαίνεται ότι φέρει περισσότερο το γονίδιο του αυτισμού, στην οικογένεια. Για παράδειγμα μπορεί να είναι ο/η αδελφός/η του, ή κάποιο άλλο συγγενικό πρόσωπο αυτιστικός/η. Αν η μητέρα λάβει τη διάγνωση του αυτισμού, τότε υπάρχει η πιθανότητα να προκληθεί η ψυχρότητα της μητέρας  προς το παιδί της. Υπάρχουν δύο λόγοι για αυτό τον τύπο άγχους στο αυτιστικό παιδί. Ο πρώτος λόγος είναι ότι μπορεί το παιδί να είναι νοητικά ώριμο για την ηλικία του, αλλά να είναι συναισθηματικά ανώριμο. Επομένως, το παιδί αναζητά περισσότερο την μητρική αγάπη, που είναι βασική για να αναπτυχθεί το παιδί. Και ο δεύτερος λόγος είναι ότι πολλοί γονείς που έχουν αυτιστικά παιδιά, ή παιδιά με άλλες αναπτυξιακές διαταραχές, να είναι πολύ υπερπροστατευτικοί με τα παιδιά τους και αυτό να ενεργοποιεί την προσκόλληση του παιδιού προς τη μητέρα και να ενισχύεται ο φόβος, να την αποχωριστεί.

Για την διαταραχή κοινωνικού άγχους, σίγουρα μπορούμε να πούμε ότι όλοι έχουμε ένα κοινωνικό άγχος, όταν γνωρίζουμε για πρώτη φορά έναν άνθρωπο. Βέβαια, όλοι μας έχουμε σκεφτεί τι θα πούμε με τον άνθρωπο που θα συναντηθούμε, τι εντύπωση θα δώσουμε σε εκείνον κ.ά. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και με τα αυτιστικά παιδιά.  Έχουν κοινωνικό άγχος, επειδή πολλές φορές οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί δεν ενημερώνουν από την αρχή, ποιούς θα γνωρίσει το παιδί, πού θα τους γνωρίσει, πότε θα τους γνωρίσει και για πόση ώρα θα μιλήσει με αυτόν ή αυτούς τους ανθρώπους, ώστε να γνωρίζει το παιδί, τι θα επακολουθήσει. Ένας άλλος λόγος που συμβαίνει το κοινωνικό άγχος σε αυτά τα παιδιά είναι επειδή δεν αντέχουν τις πολλές αισθητηριακές πληροφορίες (π.χ. άγγιγμα, εκφράσεις προσώπου, δυνατούς ήχους και έντονες μυρωδιές), οι οποίες προκαλούν άγχος και μια εγκεφαλική «έκρηξη». Και αυτό δεν το γνωρίζει ο άνθρωπος που θα συναντήσει το αυτιστικό παιδί.

Στην Ελλάδα είναι δύσκολο να διαγνωστεί ο αυτισμός στις γυναίκες, σε σχέση με το εξωτερικό. Ας σημειωθεί ότι δεν υπάρχει ένα διαγνωστικό κριτήριο για τις γυναίκες που νιώθουν τα συμπτώματα του αυτισμού. Για αυτόν το λόγο λοιπόν οι πιθανότητες μια γυναίκα να πάρει διάγνωση αυτισμού, είναι ελάχιστες. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και ο αυτισμός επικαλύπτονται μεταξύ τους. Άρα αντί για την διάγνωση του αυτισμού, οι γυναίκες λαμβάνουν τη διάγνωση της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, της διπολικής διαταραχής και των διαταραχών προσωπικότητας. Επομένως, κρίνεται αναγκαίο η περισσότερη διερεύνηση του αυτισμού στις γυναίκες.

Για την διαταραχή μετατραυματικού στρες, έχει αποδειχθεί μέσω ερευνών, ότι υπάρχει σχέση με τον αυτισμό. Έχει αποδειχθεί ότι, όσο  λιγότερο λειτουργικό είναι το αυτιστικό παιδί και όσο περισσότερη κατάθλιψη έχει, οφείλεται στα γνωσιακά σχήματα (στάσεις/απόψεις, πεποιθήσεις, που συνδέονται με τα συναισθήματα και καθοδηγούν συμπεριφορές) των γονέων, στις τραυματικές εμπειρίες τους, στην αναποτελεσματική άσκηση γονεϊκού ελέγχου, καθώς και στις ελλείψεις, σε κοινωνικές και ακαδημαϊκές δεξιότητες, που παρουσιάζουν οι ίδιοι. Άρα, αυτά μπορεί να ευνοούν περισσότερο άγχος στο αυτιστικό παιδί, αλλά και σε παιδιά με κατάθλιψη. Επίσης, η ενδοοικογενειακή βία μπορεί να πυροδοτήσει το μετατραυματικό στρες και το άγχος, στα αυτιστικά παιδιά.

Επιπλέον, δεν υπάρχει πολλές φορές η κατανόηση των αναγκών των αυτιστικών παιδιών, από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς. Η αλλαγή περιβάλλοντος, οι αλλαγές μέσα στο περιβάλλον, οι αλλαγές στο διδακτικό πρόγραμμα χωρίς να το γνωρίζουν τα παιδιά κ.ά, μπορούν να προκαλέσουν άγχος, σε εκείνα. Είναι σημαντικό οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να γνωρίζουν τις ανάγκες των αυτιστικών παιδιών και με βάση αυτές να δομούν το πρόγραμμα και το περιβάλλον τους. Με αυτό τον τρόπο, δεν κλονίζεται η σχέση γονέων-παιδιού και εκπαιδευτικών-μαθητών.

Το άγχος στον αυτισμό, έχει σχέση με τους γονεϊκούς τρόπους ανατροφής. Οι λανθασμένοι γονεϊκοί τρόποι ανατροφής,  μπορούν να ενεργοποιήσουν το γονίδιο του αυτισμού στο παιδί, καθώς και το παιδί να αναπτύξει περισσότερο άγχος (π.χ. ενδοοικογενειακή βία και τραυματικές εμπειρίες). Το πόσο λειτουργικός θα είναι ένας αυτιστικός, εξαρτάται από τους εξής παράγοντες: το γονεϊκό στυλ, η οικογενειακή λειτουργικότητα, οι στάσεις και οι αντιλήψεις της οικογένειας προς το παιδί τους, καθώς και η ενημέρωση που λαμβάνουν οι γονείς. Μάλιστα όπως αναφέρθηκε και παραπάνω αν οι γονείς παρουσιάζουν μειωμένες κοινωνικές και ακαδημαϊκές δεξιότητες, μπορούν να κάνουν το αυτιστικό παιδί, να αναπτύξει αγχώδη διαταραχή. Τα αυτιστικά παιδιά χρειάζονται τους γονείς τους, όπως όλα τα παιδιά.

Αναπόσπαστο κομμάτι και βασικός λόγος αναζωπύρωσης του άγχους στους αυτιστικούς με υψηλή γνωστική ικανότητα (Asperger).  αποτελεί η δυσκολία τους  στην κοινωνική συναλλαγή και στην κατανόηση διαφορετικών συμπεριφορών και αντιλήψεων. Έτσι με την κατάλληλη ψυχοεκπαίδευση, τα άτομα αυτά μπορούν να έρθουν σε επαφή τόσο με την δική τους ψυχοσύνθεση, όσο και με των άλλων και οι αντιλήψεις τους για τον εξωτερικό κόσμο να γίνουν πιο εύκαμπτες. Σημαντικής σημασίας αποτελεί η έναρξη της ψυχοεκπαίδευσης σε πρώιμο στάδιο του άγχους, ή ακόμα καλύτερα ως προληπτική διαδικασία, ώστε να αποφευχθούν οι αρνητικές συνέπειες των αγχωδών διαταραχών.


Βιβλιογραφικές αναφορές

Cordioli, V.A. (2008). Cognitive-behavioral therapy in obsessive-compulsive disorder.Revista Brasileira de Psiquiatria, 30 (2), 65-72.

Κυπαρρισός, Ν. (2015).Ψυχοθεραπευτικές Προσεγγίσεις στον Αυτισμό. [Πανεπιστημιακές Σημειώσεις Μαθήματος]. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Παιδαγωγικό Τμήμα Ειδικής Αγωγής, Χειμερινό Εξάμηνο 2015-6. Βόλος.

Sung, M., Ooi, Y., Goh, T., Pathy, P., Fung, D., & Ang, R. et al. (2011). Effects of Cognitive-Behavioral Therapy on Anxiety in Children with Autism Spectrum Disorders: A Randomized Controlled Trial. Child Psychiatry & Human Development42(6), 634-649.

Veale, D. (2007). Cognitive behavioural therapy for obsessive compulsive disorder. AdvancesInPsychiatricTreatment13(6), 438-446.

Wagner, A.P. (2003). Cognitive-Behavioral Therapy for Children and Adolescents with Obsessive-Compulsive Disorder. Journal Brief Treatment and Crisis Intervention, 3(3), 291-306.