Άρθρο: Φωτεινή Μαυρογιώργη
Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Χασαπλαδάκης
Φιλόλογος


Η είδηση ότι μία μητέρα σκότωσε το παιδί της προκαλεί φρίκη και αποτροπιασμό στην κοινή γνώμη. Θεωρείται αδιανόητο πώς μία μητέρα μπορεί να φτάσει σε αυτή την ειδεχθή πράξη. Ωστόσο, το φαινόμενο δεν είναι σύγχρονο, η μορφή της Μήδειας μέσα από την τραγωδία του Ευριπίδη αποτέλεσε ίσως το πρώτο παράδειγμα παιδοκτόνου. Για όσους δεν γνωρίζουν, η Μήδεια κόρη του βασιλιά της Κολχίδας Αιήτη, ήταν ερωτευμένη με τον Ιάσονα, αρχηγό της Αργοναυτικής εκστρατείας, οι οποίοι μετά από πλήθος περιπετειών κατέφυγαν στην Κόρινθο για να ζήσουν ευτυχισμένοι τον έρωτά τους. Ωστόσο, αυτό δεν κράτησε πολύ αφού ο Ιάσονας εγκατέλειψε τη Μήδεια για να μνηστευτεί την κόρη του βασιλιά Κρέοντα, Γλαύκη. Η Μήδεια, εξοργισμένη από την ενέργεια του εραστή της, όχι μόνο εκδικήθηκε την αντίζηλο της αλλά προέβη σε ένα ανείπωτο έγκλημα, ένα “scelus nefas” κατά τους Ρωμαίους, την δολοφονία των παιδιών που απέκτησε με τον Ιάσονα.

«Παρ’ όλο που γνωρίζω ποια φρίκη θα τολμήσω, πιο μεγάλος είναι ο θυμός από τα λογικά μου, αυτός που τα δεινά γεννάει του κόσμου»  (Μήδεια)

Αν και η παιδοκτονία είναι ένα σπάνιο έγκλημα, οι λόγοι για τους οποίους μία μητέρα φτάνει να σκοτώσει το παιδί της είναι διάφοροι. Ο φόνος μπορεί να οφείλεται σε κάποια μείζονα ψυχική διαταραχή, ή να συμβεί ως αποτέλεσμα κακοποίησης του παιδιού σε ένα ξέσπασμα οργής. Στις περιπτώσεις με ψυχιατρικό υπόβαθρο, διαταραχές όπως η κατάθλιψη, η ψύχωση, η νοητική υστέρηση, ο αλκοολισμός, η χρήση ουσιών, η αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, καθώς και εκείνες που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη και τον τοκετό μπορεί να οδηγήσουν σε παραληρητική στρέβλωση της πραγματικότητας ή και σε παραμέληση και κακοποίηση, με επακόλουθο την παιδοκτονία. Έχουν υπάρξει και περιπτώσεις καταθλιπτικών μητέρων που σκοτώνουν το παιδί, πιστεύοντας ότι είναι το καλύτερο για εκείνο, έχοντας συχνά και οι ίδιες σκοπό να αυτοκτονήσουν. Οι γυναίκες αυτές παρακινούνται συχνά από αλτρουισμό και σύμφωνα με τον Baker “δεν είναι η βία που οδηγεί στην θανάτωση του βρέφους αλλά η νοσηρή και λανθασμένη έγνοια της μητέρας προς το παιδί της”.

Επίσης, μετά τον τοκετό και κατά τη διάρκεια της λοχείας, η μητέρα μπορεί να εμφανίσει πλήθος ψυχιατρικών διαταραχών, όπως κατάθλιψη ή μελαγχολία “maternity blues”, ψύχωση που μπορεί να σχετίζεται με εκλαμψία, delirium λόγω λοιμώξεων, άγχος και επιλόχειο πανικό. Στις περιπτώσεις που η μητέρα παρουσιάζει κατάθλιψη ή επιλόχεια ψύχωση, οι θάνατοι προκαλούνται μερικές εβδομάδες μετά τη γέννηση και σχετίζονται με διαταραχές στη σχέση μητέρας-βρέφους. Η ιδιοσυγκρασία του βρέφους φαίνεται να παίζει ρόλο. Το βρέφος που χαμογελά και αλληλεπιδρά με τη μητέρα ασκεί μία σχεδόν μαγική γοητεία. Αντίθετα, εκείνο που καθυστερεί στην εμφάνιση κοινωνικών απαντήσεων ή κλαίει ακατάπαυστα μπορεί να την οδηγήσει σε βίαιες αντιδράσεις. Η σχέση αυτή, βέβαια, λειτουργεί και αντιστρόφως. Βρέφη καταθλιπτικών μητέρων βρέθηκαν περισσότερο ευερέθιστα, καθησυχάζονταν δυσκολότερα και δεν είχαν σταθερούς κύκλους ύπνου-εγρήγορσης.

Αρκετές, όμως, είναι οι μητέρες που έχουν σκοτώσει τα παιδιά τους για λόγους εκδίκησης, μεταθέτοντας σε αυτά την οργή τους για το σύζυγο, μία κατηγορία παιδοκτονίας που πολύ δύσκολα γίνεται κατανοητή ή προκαλεί συμπόνια. Ο Stern, το 1948, ονόμασε την περίπτωση αυτή “σύνδρομο της Μήδειας”. Η Motz γράφει για την παιδοκτονία: “Η γυναίκα χρησιμοποιεί το σώμα της, ως το πιο ισχυρό επικοινωνιακό μέσο, ως το μεγαλύτερο όπλο της. Εξαιτίας της απόλυτης εξουσίας που έχει η μητέρα στα παιδιά της μέσα στον ιδιωτικό χώρο του σπιτιού της, μερικές διαταραγμένες γυναίκες, στερημένες από μητρική φροντίδα οι ίδιες, βλέπουν τα παιδιά τους ως ναρκισσιστική προέκταση του εαυτού τους. Έτσι, αντί να στρέψει την καταστροφική οργή στον εαυτό της, στρέφει αυτή τη φονική παρόρμηση στο παιδί της. […] Σκοτώνοντας το κακό μέρος του εαυτού της που έχει προβληθεί πάνω στο παιδί, η μητέρα παροδικά έχει εξαφανίσει τα απαράδεκτα μέρη του εαυτού της που δεν έχει απαρτίσει”. Ο De Mause γράφει: “Η χρήση των παιδιών ως αποδιοπομπαίων τράγων για να ανακουφιστεί η προσωπική εσωτερική σύγκρουση, έχει αποδειχθεί ένας εξαιρετικά αποτελεσματικός τρόπος για να συντηρούμε τη συλλογική ψυχολογική μας ομοιόσταση. Το παιδί χρησιμοποιείται ως δοχείο δηλητηρίου, όπου κανείς μπορεί να προβάλει κομμάτια της ψυχής του που αποποιείται”.

Όπως και να χει, είναι δύσκολο να εξαχθεί ένα και μόνο ένα “προφίλ” για τις παιδοκτόνους. Άλλες έχουν ψυχικές διαταραχές, άλλες όχι, άλλες είναι 20 χρονών κι άλλες 40 χρονών, άλλες είναι μορφωμένες κι άλλες έχουν εγκαταλείψει σε μικρή ηλικία τις σπουδές τους, άλλες έχουν εξάρτηση από το αλκοόλ ή και τα ναρκωτικά κι άλλες θέλουν απλώς να επιστρέψουν στην προ την γέννηση του παιδιού ζωή τους. Ίσως αναρωτιέστε πώς μία μητέρα μπορεί να σκοτώσει το ίδιο της το παιδί ή ακόμη χειρότερα όλα τα παιδιά της. Κάποια το έκανε, επειδή σκόπευε ν’ αυτοκτονήσει και θεώρησε πως η ζωή των παιδιών μετά απ’ αυτό θα είναι οδυνηρή και το τραύμα αξεπέραστο. Οπότε σκότωσε πρώτα τα δύο παιδιά της και εν συνεχεία αυτοκτόνησε. Κάποια άλλη, σκότωσε το παιδί της, όταν εκείνο διαγνώστηκε με ανίατη ασθένεια. Το κίνητρό τους, δηλαδή, δεν είναι πάντα το να βλάψουν. Μερικές φορές θεωρούν πως έτσι θα είναι καλύτερα για το παιδί. Πολλοί υποστηρίζουν ότι οφείλουμε να μπαίνουμε στη θέση αυτών των μητέρων και να τις κατανοούμε. Ο Μπρεχτ γράφει στο ποίημά του “Για την παιδοκτόνο Μαρία Φαρράρ”:

 

“…Μαρία Φαρράρ, γεννημένη έναν Απρίλη,

στου Μάισσεν πέθανε τη φυλακή,

κοριτσομάνα, καταδικασμένη,

του κάθε ανθρώπου τις αδυναμίες ιστορεί.

Σεις, που γεννάται σε κρεβάτια πεντακάθαρα

και «ευλογημένος» λέτε της κοιλιάς σας ο καρπός,

μη ρίχτε στους αδύναμους τ’ ανάθεμα.

Βαρύ ήτανε το κρίμα της, μα ο πόνος της πικρός.

Γι’ αυτό, παρακαλώ, μη δείξτε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια”.

Τα συμπεράσματα δικά σας…


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

McKee, G.R. (2006). Why Mothers Kill: A Forensic Psychologist’s Casebook. Oxford University Press