Άρθρο: Αναστασία Ρουφογάλη
Φοιτήτρια Ψυχολογίας

Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος


Καλοκαίρι στο κατάστρωμα ενός πλοίου της γραμμής με προορισμό την Αθήνα. Μια φίλη μου κι εγώ καθισμένες σε ένα τραπεζάκι με τον ήλιο να καίει. Ζαβλακωμένες, νιώθοντας αυτήν την όμορφη, γνώριμη κούραση που συνοδεύει το τέλος των καλοκαιρινών διακοπών, πλημμυρισμένες από τις σκέψεις όμορφων στιγμών αλλά με τις ενεργειακές μας μπαταρίες άδειες.

Δίπλα μας, μια παρέα κοριτσιών μικρότερες σε ηλικία είχαν πιάσει για τα καλά τη συζήτηση.

«Θέλω να κάνω τατουάζ τη λέξη Yolo», ακούω να λέει με αποφασιστικότητα η μια απευθυνόμενη σε κάποια από τις φίλες της. Δεν αργεί να με πιάσει ένα αγενές νευρικό γέλιο χωρίς όμως να συνειδητοποιώ τον λόγο. Υπό τη σκοπιά του παρόντος θα μπορούσα να πω ότι η συναισθηματική μου αυτή αντίδραση ήταν αυτόματη, σημάδι μιας απόγνωσης που βίωνα.

Είναι αλήθεια πως στις μέρες μας οι περισσότεροι από εμάς προσπαθούμε να ζήσουμε σε ένα υπερβατικό εικονικό σύμπαν και όχι στο φυσικό. Βγάζουμε πολλές στιγμές της μέρας μας φωτογραφίες, τις ζούμε όμως άραγε ποτέ αυτές τις στιγμές ή απλά είμαστε τόσο απασχολημένοι με το να τις συλλέξουμε;

Ξέρεις τι; Aυτό το «you only live once» γνωστό ως yolo στη νεανική κοινότητα, είναι αιτία πολλών δεινών, αγαπητέ μου νέε. Όχι δεν ζεις έτσι. Δεν είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς την ειρωνεία της όλης κατάστασης. Η μη συναισθηματική δέσμευση σε κανέναν και σε τίποτε, αυτό  που δηλαδή πρεσβεύει αυτή η φράση, δεν είναι υγιής. To «sex, drugs and rock and roll» της προηγούμενης γενιάς ίσως ήταν πιο ειλικρινές. Μάθαμε να απέχουμε. Όλα είναι μάταια. Θρησκείες, φιλοσοφίες, μύθοι, αφοσίωση, έρωτες είναι ικανές ως έννοιες να αναστείλουν το νόημα του

«γιόοοοολο».

Και κάπου εκεί το υπαρξιακό κενό μας χτυπάει την πόρτα και ο άνθρωπος χάνει έτσι την ικανότητά του να παράγει νόημα χωρίς να οικειοποιείται άκριτα ιδέες άλλων. Κοιτώντας μόνο μέσα στην ψυχή σου μπορείς να έρθεις αντιμέτωπος με το αδυσώπητο κενό της ύπαρξής σου. Έν απουσία συνειδητοποίησης της διαφοράς του «να είσαι» και του «να έχεις», οι νέοι αρνούμαστε να δούμε τη μοναδική αλήθεια. Έτσι προσπαθούμε να διασκεδάσουμε αυτήν την αίσθηση ματαιότητας που τόσο πολύ μας έχει στοιχειώσει με το να ξημεροβραδιαζόμαστε πίνοντας καφέδες για παράδειγμα. Η βιομηχανία αυτή, του χαμένου χρόνου, συμπυκνώνει ακριβώς την επιθυμία των νέων να αφήνουν τον χρόνο να κυλά χωρίς να αφήνει αυτός πάνω τους σημάδια… Συνήθως όταν ζεις έντονα, ξεχνάς να αφήσεις και μερικά αποθέματα για το αύριο. Ίσως όμως αυτό το αύριο να σου φέρει όλα αυτά που επιθυμείς. Το έχεις σκεφτεί ποτέ;

Πώς να το σκεφτείς; Όταν όλοι σε μεταχειρίζονται βάσει των δικών τους κριτηρίων αποκτάς συνείδηση για το «εγώ» σου ετεροκαθορισμένα από τη μεριά των θεατών. Και από αυτήν την άποψη προβάλλει εδώ αυτή η αιώνια απορία. Στον άνθρωπο χωρίζεται το πρόσωπο από το προσωπείο; Πού τελειώνει το πρώτο και πού αρχίζει το δεύτερο;

 


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Fromm, E. (2013). To have or to be?. A&C Black.

Παπανούτσος, Ε. Π. (1974). Πρακτική Φιλοσοφία. Αθήνα: Nόηση.