1. Κείμενο: Παναγιώτα Νταλκίτση
    Φοιτήτρια Ψυχολογίας ΑΠΘ

Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος


Ήταν μια φορά κι έναν καιρό μια μικρή, όμορφη νεράιδα. Ήταν μικρή, μα το θλιμμένο βλέμμα των ματιών της σε συνδυασμό με το λαμπερό χαμόγελό της κέρδιζαν εύκολα τις εντυπώσεις και τον θαυμασμό του περίγυρού της.

Μια μέρα, πηγαίνοντας στη νεραϊδοχώρα για να βοηθήσει μια φίλη της-νεράιδα κι αυτή- συνάντησε ένα μικρό αγόρι που την έβλεπε για πρώτη φορά. Το μικρό αγόρι μόλις την είδε, με την ευθύτητα και την παρορμητικότητα που χαρακτηρίζει τα μικρά «ανθρωπάκια», την παρατήρησε βαθιά και έκπληκτο, χωρίς δισταγμό, τη φώναξε να το πλησιάσει. Όσο η μικρή νεράιδα πλησίαζε το αγόρι, τόσο τα μάτια του μικρού αγοριού άνοιγαν διάπλατα από απορία. Όταν ήταν πια δίπλα του, η νεράιδα του χαμογέλασε γλυκά και το αγόρι την ρώτησε ευθύς αμέσως με ανεξιχνίαστο βλέμμα και πλημμυρισμένο από αναπάντητα ερωτήματα τι ήταν αυτά τα σημάδια πάνω στο σώμα της. Της είπε με ανεπανάληπτη ορμή και ευθύτητα πως ήταν η πρώτη φορά που έβλεπε όμορφη νεράιδα με τέτοια σημάδια. Η νεράιδα του χαμογέλασε τόσο πλατιά που φωτίστηκε το σκοτεινό βλέμμα του μικρού αγοριού και το έπιασε από το χέρι. Το αγόρι τρόμαξε, μα ένιωθε απίστευτη κυριότητα από την υπέροχη αύρα της νεράιδας. Τότε, του είπε πως αυτά τα σημάδια είναι το παρελθόν της, είναι η μνεία από ό,τι έχει ζήσει από τη στιγμή που πρωτοείδε και θαύμασε το μεγαλείο της ζωής και πως αυτά της δείχνουν και της υπενθυμίζουν καθημερινά πόσο όμορφη μα και δύσκολη είναι η ζωή. Είναι το ζοφερό παρελθόν της, ένα κομμάτι της ψυχής της, ένα κομμάτι της μαγείας της και πως μόνο όταν μπόρεσε να τα αγαπήσει και να τα αποδεχτεί κατάφερε να σταματήσει να μισεί τη ζωή. Το μικρό αγόρι δεν κατάλαβε πολλά από τα αινιγματικά της λόγια, μα ήταν τόσο μαγεμένο από τη φωνή και το διαπεραστικό βλέμμα της που έστεκε να την κοιτάζει σχεδόν παραδομένο. Τότε, έξαφνα, μουρμούρισε σχεδόν από μέσα του πως νομίζει ότι κατάλαβε τι του έλεγε γιατί είχε ένα αγαπημένο ορυκτό το οποίο αν και ήταν τραχύ και αποκρουστικό εξωτερικά, από μέσα έκρυβε μωβ διαμαντάκια τόσο όμορφα που από τότε που το βρήκε δεν το αποχωρίστηκε ποτέ. Η νεράιδα χαμογέλασε έκπληκτη με την ευφυΐα του μικρού αγοριού και του ψιθύρισε κάτι τελευταίο. «Πολλές φορές το όμορφο και το μαγικό είναι αυτό που δεν υπακούει στους κανόνες της ομορφιάς, ακριβώς γιατί είναι μοναδικό, ιδιαίτερο και φέρει μυστηριώδεις ιστορίες». Τότε του έδωσε ένα γλυκό φιλί και χάθηκε στον προορισμό της.