Κείμενο: Παναγιώτα Νταλκίτση
Φοιτήτρια Α.Π.Θ.

Επιμέλεια: Γιάννα Τζιρίτα
Εκπαιδευτικός


Είναι ένα ακόμη μελαγχολικό απόγευμα του φθινοπώρου, απ’ αυτά που συνήθιζες να κάθεσαι στη ζεστή και άνετη –πάντα ίδια- θέση σου στο σαλόνι. Είναι ένα απόγευμα σαν εκείνα που ενώ χουζούρευες βλέποντας ταινία, ερχόμουν και χωνόμουν στην αγκαλιά σου, διψώντας απεγνωσμένα για τα στοργικά χάδια που μου δώριζες απλόχερα. Χάδια μεστά από αγάπη, στοργή, ανίκητη επιθυμία για ζωή. Είναι ένα απόγευμα σαν αυτά που σαν μικρό παιδί έπαιζες μαζί μου, κάνοντας με να ξεκαρδίζομαι από γέλια και πλημμυρίζοντας με όμορφες και πολύτιμες στιγμές ανεμελιάς. Είναι ένα από εκείνα τα απογεύματα που καθώς προσπαθούσες να με αποκοιμίσεις μου εξιστορούσες το λιτό μα υπέροχο παραμύθι που σκάρωνες μόνος σου με το μπαμπά-αρκούδο και τα αρκουδάκια-παιδάκια του.

Είναι ένα από εκείνα τα απογεύματα που προσπαθώντας να φανείς σοβαρός και συγκρατώντας το χαμόγελο που ήδη σχηματιζόταν στις άκρες των χειλιών σου, μου μίλησες για την αγάπη και γεμάτος αμήχανη διάθεση με ρώτησες εάν αγαπώ κάποιο αγόρι. Είναι ένα από εκείνα τα απογεύματα που μολονότι «πονούσε» η ψυχή σου, ζητούσες απεγνωσμένα να απαλύνεις τον πόνο και ζαρωμένος σα κουτάβι, μαζευόσουν στην μικρή μου αγκαλιά προκειμένου να λυτρωθείς από το απαλό μου χάδι στο κορμί σου.

Είναι ένα απόγευμα σαν αυτά που μου έλειπες και δε μπορούσα να σε βρω πουθενά. Ένα απόγευμα που ακούω τη μουσική που μου έμαθες και πλέον με κάνει να σε νιώθω κοντά μου. Ένα απόγευμα που τα δάχτυλα μου ψηλαφούν απαλά σχεδόν αισθαντικά την κιθάρα πάνω στην οποία έμαθες να παίζεις και να γεμίζεις το σπίτι και τις ψυχές μας όμορφες, ζωντανές, μελαγχολικές μελωδίες, μελωδίες που θυμίζουν πλέον μόνον εσένα. Είναι ένα απόγευμα που θα ήθελα να σε έχω πλάι μου, να χωθώ ξανά σα μικράκι στη τρυφερή σου αγκαλιά και να κοιμηθώ εκεί, αφού πρώτα σου ανοίξω διάπλατα κάθε πτυχή του μυαλού και της ψυχής μου και κοιτάξω στα μάτια σου λαμβάνοντας τις απαντήσεις που αποζητώ.

Είναι ένα απόγευμα που νιώθω τόσο έντονη την απουσία σου, την έλλειψη σου και ζητώ ανήμπορη να λάβω λίγη από τη «δόση» που θα μου μετάγγιζε το φωτεινό σου βλέμμα. Είναι ένα απόγευμα που η ανάγκη μου για να σε φωνάξω είναι σχεδόν ζοφερή κι οι όμορφες αναμνήσεις που ζωγράφισες στη θύμηση μου σαν πλανόδιος καλλιτέχνης, γεννούν αυτομάτως ένα συνονθύλευμα λύπης-έλλειψης. Είναι ένα απόγευμα όμοιο με όλα τα άλλα που μου λείπεις και κάθε έλλειψη σου συντροφεύεται από αίσθημα χαρμολύπης γιατί δεν σε έχω πια. Ένα απόγευμα που θέλω να βροντοφωνάξω πόσο σημαντικός ήσουν κι είσαι για μένα και πόσο υπερήφανη αισθάνομαι ούσα η συνέχεια σου.

Είναι ένα απόγευμα που «ζωγραφίζω» αυτά τα λόγια στο χαρτί, γράφοντας ένα γράμμα χωρίς παραλήπτη. Ξέρω όμως πως υπάρχεις, ξέρω ότι ζεις μέσα μου, μέσα στις μελωδίες σου, πάνω στις χορδές της κιθάρας σου, μέσα στο παραμύθι σου με τον αρκούδο και τα αρκουδάκια του, σε κάθε κινηματογραφική σκηνή που σε θυμίζει, σε κάθε αφοπλιστικό βλέμμα που διασταυρώνεται με το δικό μου. Ζεις εκεί ναι και θέλω να σου φωνάξω πως μου λείπεις πλέον χωρίς να νιώθω τόση λύπη, γνωρίζοντας πως η παρουσία σου είναι και θα ναι ζωντανή μια ζωή.

Σε ευχαριστώ και σε αγαπώ.