Άρθρο: Κωνσταντίνα Κορδώνη
Φοιτήτρια Τουρκικών και Ασιατικών Σπουδών

Επιμέλεια: Πηνελόπη Ζαχαρία
Φιλόλογος


Ο κόσμος μας δεν ξεκίνησε πρόσφατα να πονά. Ο άνθρωπος από τη φύση του έχει την ικανότητα να σπείρει τόσα καλά όσα και κακά. Κι ακόμα και τα καλά καταλήγουν μέσα τους να κρύβουν ένα άγριο και σκοτεινό πρόσωπο.

Αρχικά, θα ήθελα να μοιραστώ την πηγή της έμπνευσής μου γι’ αυτό το άρθρο. Πρόκειται για την ταινία «Mother!», του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Darren Aronofsky, με πρωταγωνιστές την Jennifer Lawrence και τον Javier Bardem. Η ταινία αυτή είναι καθ’ ολοκληρία μια μεγάλη αλληγορία και ο κάθε χαρακτήρας της ένας συμβολισμός. Αν και υπάρχουν πολλές εξηγήσεις για την ιστορία της ταινίας, μία ξεχωρίζει για ‘μένα. Η πρωταγωνίστρια της ταινίας, μια όμορφη, γενναιόδωρη και αθώα κοπέλα, παρουσιάζεται ως Γη. Ο σύζυγός της, ένας εγωκεντρικός χαρακτήρας που διψά για δόξα, παρουσιάζεται ως Θεός. Οι δύο τους κατοικούν σε ένα σπίτι το οποίο η Γη έχει φροντίσει να επισκευάσει μόνη της, μετά από μια μεγάλη πυρκαγιά. Το σπίτι τους αντιπροσωπεύει τον παράδεισο, και η Γη το φροντίζει με αγάπη, επιμέλεια και στοργή. Στη συνέχεια της ιστορίας, εμφανίζονται δύο χαρακτήρες: ένας άντρας και μία γυναίκα, οι οποίοι με την επιπολαιότητα, την αδιακρισία και την περιέργειά τους εκμεταλλεύονται την εμπιστοσύνη της Γης και του Θεού. Οι χαρακτήρες αυτοί αντιπροσωπεύουν τον Αδάμ και την Εύα. Παρ’ όλα αυτά, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής, ο Θεός φαίνεται να τους συγχωρεί παρά τα σφάλματά τους και να τους περιθάλπει όταν εκείνοι τον χρειάζονται.

Η όλη ατμόσφαιρα της ταινίας αλλάζει στροφή, όταν ο Αδάμ και η Εύα σπάνε μια πολύτιμη πέτρα που ο Θεός και η Γη τούς είχαν προειδοποιήσει να μην πειράξουν. Η σκηνή αυτή αντιπροσωπεύει φανερά το προπατορικό αμάρτημα. Στη συνέχεια, όλο και περισσότεροι άνθρωποι καταφτάνουν στο σπίτι, παραβιάζοντας τα προσωπικά τους αντικείμενα, καταστρέφοντας, αλλάζοντας και κλέβοντας την περιουσία τους. Δημιουργούν χάος και φασαρία, διαταράσσουν το γαλήνιο περιβάλλον που τους δόθηκε και το ποδοπατούν με μανία. Σε κάθε τους κίνηση, αγνοούν τη Γη που τους φωνάζει να σταματήσουν, δημιουργώντας μεγαλύτερες και ανεπανόρθωτες καταστροφές. Ταυτόχρονα, θαυμάζουν το Θεό ως το «δημιουργό» τους και φανατισμένοι θέλουν να «καταβροχθίσουν» το λόγο του. Από την η άλλη, ο Θεός παρουσιάζεται ως εγωιστής, με μια διψασμένη ανάγκη για δοξασία και προσοχή. Το σπίτι σφύζει από βία, έχθρα, φανατισμό, πείνα κι εξαθλίωση, ενώ οι άνθρωποι συνεχίζουν να παλεύουν μεταξύ τους στο όνομα του… Θεού τους.

Κι εκείνη τη στιγμή, αυτοί οι φανταστικοί χαρακτήρες μετατρέπονται στους ίδιους τους εαυτούς μας. Κι επειδή η ταινία είναι θρίλερ, και σε κάθε θρίλερ υπάρχει ένας χαρακτήρας ο οποίος καταδιώκει και κυνηγά και καταστρέφει… στο «Mother!» συνειδητοποιούμε πως ο κακός της υπόθεσης δεν είναι κάποιος συγκεκριμένος χαρακτήρας της ταινίας, αλλά εμείς οι ίδιοι ως ανθρώπινο είδος. Βλέπουμε το είδος μας να συνθλίβει ό,τι πολύτιμο του έχει δοθεί και να θεάζει αντικείμενα και θεία. Να καταστρέφει τον εαυτό του. Την ίδια τη ζωή.

Όταν έμαθα πρώτη φορά για τη θρησκεία, θυμάμαι να μαθαίνω δίπλα σ’ αυτήν και τη λέξη «αγάπη». Πως αυτά τα δύο ήταν αλληλένδετα, πως υποστήριζαν το ένα το άλλο. Η θρησκεία, όμως, έχει προκαλέσει τόσο πόνο και θλίψη στη ζωή του ανθρώπου. Έχει διχάσει τους ανθρώπους στο όνομα ενός Θεού, ο οποίος σταματά να είναι ο σωτήρας, αλλά τώρα πια ένας άγριος τιμωρός που διψά για πίστη και υπακοή. Πού είναι, όμως, τα διδάγματα της θρησκείας στις πράξεις των ανθρώπων; Πού είναι η αγάπη του Χριστιανισμού και η αλληλεγγύη που πρέπει να γεμίσει τις ψυχές των ανθρώπων; Τη βρίσκεις ανάμεσα στις βόμβες και τα όπλα, τους θανάτους και τις δολοφονίες; Ή μήπως στο φανατισμό, την ασυδοσία και την απανθρωπιά;

Αφήσαμε τα σφάλματά μας να γίνουν η φύση μας. Και η φύση μας καθόρισε τις επιλογές μας. Και οι επιλογές μας φανερώθηκαν στις πράξεις μας. Και οι πράξεις μας πλήγωσαν… το σπίτι μας. Έφεραν δυστυχίες και απώλειες. Άναψαν θεόρατες φωτιές που έκαψαν την ελπίδα και την ευτυχία μας και έριξαν στάχτη πάνω στην ομορφιά του κόσμου. Μέσα, όμως, στη στάχτη κρύβεται η καρδιά του κόσμου μας. Κι αυτή ξεκινά σιγά-σιγά να κλείνει τις πληγές και να θεραπεύει τον πόνο. Εάν θέλουμε, είναι ένας φαύλος κύκλος που κάθε φορά μας αφήνει με το ίδιο τραγικό τέλος. Και αν θέλουμε, είναι μια καινούργια αρχή με την οποία ο άνθρωπος μπορεί να γράψει αλλιώς την ιστορία, αλλά αυτή τη φορά λίγο διαφορετικά. Με περισσότερη συμπόνια και εμπάθεια, και λιγότερη ανάγκη για υπεροχή.

Το κείμενο «Η μαριονέτα» του Gabriel Garcia Marquez λέει: «Η μόνη περίπτωση που ο άνθρωπος έχει δικαίωμα να κοιτάει το συνάνθρωπό του προς τα κάτω είναι όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί». Αυτή η φιλοσοφία είναι που ξεχωρίζει τον αλαζόνα από το συμπονετικό. Τον άνθρωπο από το τέρας. Το καλό από το κακό.