Κείμενο: Άννα Τσιβελεκίδου,
Φιλόλογος – Γλωσσολόγος

Επιμέλεια: Μαρία Σουρτζή,
Φιλόλογος


Τι πιο απίθανο -αναρωτιέμαι- από το να πηγαίνεις εσύ κι η φίλη σου Ιταλία, τον Νοέμβρη μήνα, που ούτε πολύ κρύο έχει, ούτε πολλούς τουρίστες βλέπεις -ή τουλάχιστον έτσι νομίζεις βρε αδερφέ!

Προσγείωση στην Μπολόνια. Ομίχλη σε απόσταση ενός μέτρου, δε βλέπαμε ούτε τη μύτη μας. Μπήκαμε στο περίφημο λεωφορείο προς Φλωρεντία. Μία ώρα περίπου διασχίζαμε τον αυτοκινητόδρομο βλέποντας δεξιά κι αριστερά πεδιάδες με ψηλά δέντρα. Αραιά και πού βλέπαμε και κανένα σπιτάκι. Φθινοπωρινά χρώματα στο έπακρον. Στο ραδιόφωνο μιλούσε κάποιος Ιταλός δημοσιογράφος, ο οποίος ό,τι και να ‘λεγε ακουγόταν υπέροχο! Όταν φτάσαμε στον σταθμό της Φλωρεντίας, άνοιξα gps για να βρούμε το ξενοδοχείο. «Via Faenza» λεγόταν η οδός. Ένα μικρό πλακόστρωτο δρομάκι το οποίο περιβαλλόταν από ψηλά μεσαιωνικά κτίρια. Έχοντας στο μυαλό μας ότι, πριν δύο εβδομάδες μόλις, είχαν γίνει μεγάλοι σεισμοί στην Ιταλία -κι αναμένονταν κι άλλοι, δε νιώσαμε και μεγάλη ανακούφιση όταν αντικρίσαμε το κτίριο του ξενοδοχείου… από πάνω ως κάτω με σκαλωσιές! Και τώρα;… Η φίλη μου, ως πιο θαρραλέα, ανέβηκε επάνω να ρωτήσει τα καθέκαστα. Στην υποδοχή την προϋπάντησε ένας γλυκός Κορεάτης, ο οποίος προσπάθησε -με ό,τι αγγλικά ήξερε- να την πείσει ότι όλα είναι καλά κι ότι απλώς… γίνονται εργασίες! Αφού όλα ήταν καλά και απλώς γίνονταν εργασίες, τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας και βγήκαμε έξω.

Το πρώτο πράγμα που γεύτηκα στην Ιταλία, δεν ήταν παραδόξως ούτε πίτσα ούτε μακαρόνια. Ούτε καν παγωτό. Δίπλα ακριβώς από το ξενοδοχείο μας, είχε μόλις ανοίξει ένα μαγαζί με ποπ κορν. Για τα εγκαίνια ο νεαρός που το είχε -του οποίου το όνομα μού διαφεύγει- είχε βγάλει στο δρόμο ένα καροτσάκι και κερνούσε ζεστά καραμελωμένα ποπ κορν. Όνειρο!

Διασχίζοντας το στενό για να βγούμε σε κάποιον κεντρικό δρόμο, χαζεύαμε δεξιά κι αριστερά τα μαγαζάκια και τα παλαιά κτίρια. Πραγματικά είναι να απορείς πόσο παλιά είναι αυτά τα κτίρια και πόσες οικογένειες έχει φιλοξενήσει το καθένα! Όταν άρχισε να διακρίνεται ένας συνωστισμός υποθέσαμε ότι είχαμε φτάσει σε κεντρικό σημείο. Φυσικά!… Μόλις στρίψαμε αριστερά, αντικρίσαμε τον καθεδρικό ναό. Τι επιβλητικό κτίσμα, χάρμα οφθαλμών! Στεκόταν εκεί, στη μέση της ομώνυμης πλατείας και πραγματικά νόμιζες ότι μέχρι και το ίδιο καμάρωνε και πόζαρε στους τουρίστες που το φωτογράφιζαν γύρω γύρω σαν μυρμηγκάκια. Ως Ελληνίδα και γνωρίζοντας τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, η αλήθεια είναι πως δύσκολα εντυπωσιάζομαι από ιστορικά μνημεία άλλων χωρών. Μπροστά στο Duomo όμως είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό. Συμμετρία, λεπτομέρεια, χρώματα.

Στη συνέχεια προχωρήσαμε στην Piazza de la Signora, την κεντρική πλατεία της Φλωρεντίας, η οποία έγινε το στέκι μας για όσα βράδια μείναμε εκεί. Διακοσμημένη με αγάλματα εμπνευσμένα από τη μυθολογία, το Ponte Vecchio και γύρω γύρω εστιατόρια και μικρά καφέ, μπορούσες να κάτσεις όλη μέρα κι απλά να χαζεύεις την αρχιτεκτονική, να τρως και να ακούς μουσική από τους καλλιτέχνες του δρόμου. Πίσω από την πλατεία βρίσκεται ο ποταμός Άρνος, ο οποίος διαπερνά τη Φλωρεντία και οι δύο μεριές ενώνονται με πολλές γέφυρες. Κάτω από το πλακόστρωτο κομμάτι της γέφυρας υπάρχουν μικρά σπιτάκια με πράσινα και κόκκινα παντζούρια, τα οποία είναι κατοικήσιμα. Την ημέρα, πάνω στις γέφυρες, υπάρχουν μικροπωλητές δερμάτινων ειδών, ποτών και φρούτων.  Τα βασικά δηλαδή που βλέπεις στην πόλη: δερμάτινα, κρασιά και φανέλες της Juventus και της Roma.

Η αλήθεια είναι πως η Μίνα -η φίλη μου- κι εγώ διαλέξαμε την Ιταλία ως προορισμό, λόγω της τέχνης. Επισκεφτήκαμε λοιπόν δύο μεγάλα μουσεία που έχει, τη Galleria dell’ Accademia και τη Uffizi Gallery. Και στα δύο είδαμε απίστευτα εκθέματα, κυρίως πίνακες και γλυπτά από Ιταλούς καλλιτέχνες της Αναγέννησης, όπως Michelangelo, Raffaello, Botticelli, Da Vinci κι άλλους, άπειρους. Αν με ρωτούσε κάποιος τι θα ξεχώριζα, δε θα μπορούσα να παραλείψω τον Δαβίδ του Μιχαήλ Άγγελου, ο οποίος, πρωτότυπος στέκει στη μέση της Galleria dell’ Accademia ως το διαμάντι του μουσείου, ενώ βρίσκεται κι έξω στις πλατείες, ως αντίγραφο. Σίγουρα είναι άξιο θαυμασμού οποιοδήποτε γλυπτό, από τη στιγμή που ένα κομμάτι πέτρας, μαρμάρου, ένα κομμάτι ασμίλευτο παίρνει μορφή αντικειμένου, ζώου, ανθρώπου. Αλλά στην έκφραση του προσώπου του Δαβίδ βρίσκεται η μισή επιτυχία του έργου, κι ίσως ένας από τους λόγους που θεωρήθηκε το καλύτερο γλυπτό του Μιχαήλ Άγγελου.

Κάποια στιγμή τριγυρίζοντας με τη Μίνα, από δω κι από κει, σταματήσαμε σε ένα μικρό μαγαζάκι για να πάρουμε σάντουιτς. Η τεράστια ουρά από ανθρώπους που περίμεναν να φάνε μας προϊδέασε ότι πρόκειται για κάτι καλό. Τα παιδιά στο μαγαζί μας φλέρταραν ως γνήσιοι Ιταλοί, προσπαθώντας να εξηγήσουν το «tartufo».  «Τρούφα;» «Si, trufa!» Ήταν το πιο γευστικό σάντουιτς που έχω φάει ποτέ. Είναι το γνωστό «βρόμικο» της Φλωρεντίας, κι όποιος έχει πάει και δεν έχει φάει, να ξαναπάει αποκλειστικά γι’ αυτό.

Η Φλωρεντία είναι μια ήσυχη πόλη. Μεσαιωνικά κτίρια, πλακόστρωτοι δρόμοι, ελάχιστα αυτοκίνητα.

Οι άνθρωποι έχουν πράγματι τόσο κοινή φυσιογνωμία με τον ελληνικό λαό, που νομίζεις ότι θα σταματήσουν και θα σου μιλήσουν στα ελληνικά. Πιο πιθανό, καθώς αγγλικά γνωρίζουν ελάχιστοι -κυρίως όσοι δουλεύουν στα εστιατόρια- και η συνεννόηση γινόταν αποκλειστικά με παντομίμα.

Σίγουρα δε θα ξεχάσω τα βράδια στη Φλωρεντία, που οι ρυθμοί της πέφτουν κι οι χαμηλοί φωτισμοί των δρόμων, την κάνουν να φαίνεται ακόμη πιο μυστηριώδης και ειδυλλιακή απ’ ότι είναι.  Άνθρωποι κάνουν βόλτα, χαζεύουν τα κτίρια και τα αγάλματα, κάθονται για φαγητό ή για ποτό στα σκαλάκια της πλατείας. Όλα μοιάζουν πιο απλοϊκά, πιο ανθρώπινα, η απρόσωπη αίγλη τους έχει εκλείψει μαζί με το φως της ημέρας και νομίζεις ότι θα δεις γλύπτες και ζωγράφους του 16ου αιώνα να συζητούν για τα καλλιτεχνικά δρώμενα.

Το τελευταίο πρωινό τιμήσαμε άλλη μια φορά το αγαπημένο μας «βρόμικο» και κάναμε μια τελευταία βόλτα στον Άρνο. Οι αποχαιρετισμοί δεν είναι καθόλου το δυνατό μου σημείο και τις μέρες που πέρασα στη Φλωρεντία τις κρατάω σαν φυλαχτό στο μυαλό και την καρδιά μου. Ευτυχώς όμως η χαρά μας δεν τελείωσε εκεί. Επόμενη στάση: Ρώμη!