Άρθρο: Μαρία Μπούτση
Επιμελήτρια Βιβλιοθήκης – Μουσείου Λαϊκής Τέχνης
& Ιστορίας Δήμου Σαλαμίνας

Επιμέλεια: Δέσποινα Πάνου
Φοιτήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας


Η Σαλαμίνα είναι το μεγαλύτερο νησί του Σαρωνικού και το πιο κοντινό στις ακτές της Αττικής.  Πατρίδα του ομηρικού Αίαντα και του μεγάλου τραγικού Ευριπίδη, τόπος διαμονής και δημιουργίας του  ποιητή Άγγελου Σικελιανού και φιλοξενίας του Γεωργίου Καραϊσκάκη. Η Σαλαμίνα είναι ευρύτερα γνωστή στην παγκόσμια ιστορία για τη μεγαλύτερη Ναυμαχία των αιώνων, που έγινε στο στενό της το 480 π. Χ., από την έκβαση της οποίας με νίκη των Ελλήνων, διασώθηκε και αναπτύχθηκε ο ελληνικός πολιτισμός και διαδόθηκε στη Δύση και στον κόσμο (Μπόυτση & Καπαραλιώτης, 2004).

Ονομασία

Το όνομα Σαλαμίνα δόθηκε στο νησί από τον Κυχρέα, για να τιμήσει τη μητέρα του Σαλαμίνα που ήταν αδελφή της Αίγινας και μια από τις 50 κόρες του ποτάμιου θεού Ασωπού (Τσούτσουρα, 2017). Κατά την αρχαιότητα η Σαλαμίνα ήταν γνωστή με τα ονόματα Πιτυούσα (από το δένδρο πίτυς: πεύκος), Σκιράς (από τον ήρωα Σκίρο) και Κυχρεία (από τον Κυχρέα). Το νησί είναι επίσης γνωστό ήδη από την αρχαιότητα και με την ονομασία Κούλουρη, που προέρχεται από το ακρωτήριο «Κόλουρις άκρα» (σήμερα Πούντα), στο οποίο ήταν χτισμένη η αρχαία πόλη και το λιμάνι του 4ου αιώνα π. Χ.

Μυθολογία

Στο νησί βασίλεψε ο Ασωπός  ποταμός, αφού σκότωσε τον πρώτο βασιλιά του νησιού, τον Όφι. Την κόρη του Σαλαμίνα την αγάπησε παράφορα ο θεός της θάλασσας, Ποσειδώνας.  Καρπός αυτού του έρωτα ήταν ο Κυχρέας (μισός άνθρωπος, μισός φίδι) ο οποίος βασίλεψε στο νησί (Patsi- Garin, 1969).  Ο Κυχρέας απέκτησε μια κόρη, τη Γλαύκη, η οποία παντρεύτηκε τον Τελαμώνα, γιο του Βασιλιά της Αίγινας Αιακού.  Ο Τελαμώνας που διαδέχτηκε τον Κυχρέα στο θρόνο, απέκτησε δυο γιούς: τον Αίαντα (από τον γάμο του με την Περίβοια, κόρη του βασιλιά των Μεγάρων Αλκάθου) και τον Τεύκρο (από τον γάμο του με την Ησιόνη). Τα δυο αδέλφια έλαβαν μέρος στον Τρωϊκό Πόλεμο με 12 πλοία.  Βασιλιάς του νησιού τότε ήταν ο Αίαντας, ο οποίος περιγράφεται ως ένας από τους γενναιότερους Έλληνες. Το τέλος του όμως ήταν τραγικό.  Αυτοκτόνησε, όταν νικήθηκε από τον Οδυσσέα στους αγώνες που έγιναν με έπαθλο τα όπλα του νεκρού Αχιλλέα.  Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψαν στο νησί ο Τεύκρος με τον Ευρυσάκη, γιος του  Αίαντα και της Τέκμησας.  Ο Τεύκρος  αντιμετώπισε την οργή του πατέρα του Τελαμώνα, επειδή δεν εκδικήθηκε το θάνατο του αδελφού του. Για αιώνες, η Σαλαμίνα υπήρξε το… «μήλον της έριδος» μεταξύ Αθηνών και Μεγάρων.  Κάποια εποχή  βρέθηκε στην κατοχή των Μεγαρέων.  Μετά δε την παρέμβαση του Σόλωνα η Σαλαμίνα τέθηκε υπό τον έλεγχο των Αθηναίων (Patsi- Garin, 1969).

Κατά τους περσικούς πολέμους  πρόσφερε ανεκτίμητη βοήθεια στους Αθηναίους και στους συμμάχους των κατά των Περσών και ιδιαίτερα έμεινε γνωστή στην ιστορία για την μεγάλη ναυμαχία που διεξήχθη στο στενό της το 480 π. Χ (Negrete, 2010).  Στη Σαλαμίνα, κατά την περίοδο της ναυμαχίας συναντώνται οι τρεις μεγαλύτεροι ποιητές των αιώνων.  Ο Αισχύλος πολέμησε στη ναυμαχία και έγραψε γι’ αυτήν. Ο Σοφοκλής έφηβος έλαβε μέρος στα Επινίκια, ενώ ο τραγικότερος των τριών, ο Ευριπίδης γεννήθηκε στη Σαλαμίνα όταν διαδραματιζόταν το μεγάλο ιστορικό γεγονός. Από ανασκαφές που ξεκίνησαν το 1994 με τον καθηγητή – αρχαιολόγο Γιάννο Λώλο (όπως αναφέρεται στο Βλαχόπουλος, 2005), ανακαλύφθηκαν αρχαιολογικά ευρήματα στο σπήλαιο, όπου ο Ευριπίδης κατά τις ιστορικές πηγές έγραψε τα αθάνατα έργα του.  Στο μονοπάτι που πάει προς το σπήλαιο ανακαλύφθηκε το ιερό του Διονύσου.  Επίσης σε ανασκαφές, στα νότια  του νησιού, στην περιοχή Κανάκια, βρέθηκαν ερείπια και θεμέλια κτισμάτων της Ομηρικής Σαλαμίνας. Στη μετέπειτα ιστορία της, η Σαλαμίνα δέχτηκε κατά καιρούς διάφορες επιδρομές, όπως αυτές των Μακεδόνων, των Πελοποννησίων κ. λ. π.  Ενδιάμεσα υπήρξαν περίοδοι ακμής και παρακμής. Από το 350 ως το 318 δόθηκε στη Σαλαμίνα η δυνατότητα να κόψει δικό της νόμισμα (Μπόυτση & Καπαραλιώτης, 2004).

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, λόγω της θέσεως και της ασφάλειας, συνείσφερε θετικά στους αγώνες, ενώ ταυτόχρονα απολάμβανε ορισμένων προνομίων.  Υπήρξε Καταφύγιο προσφύγων (όπως των Αθηναίων 1687 και κατοίκων της Αττικής και Βοιωτίας το 1770 και το 1821) (Σοφρά-Μάθεση, 2010).  Από κει βγήκε και η φράση: «πήγε η ψυχή μου στην Κούλουρη». Πήρε μέρος στα ορλωφικά με αρχηγό το Μητρομάρα, ο οποίος άφησε το σπαθί του τάμα στη Φανερωμένη.  Αργότερα δημιουργήθηκε πυρήνας Φιλικών με πρώτο τον ηγούμενο της Ι. Μ. Παναγίας Φανερωμένης, Γρηγόριο Κανέλλο ο οποίος μύησε και τους αδελφούς Αναγνώστη και Αντώνη Βιρβίλη.  Στην Επανάσταση του 1821 έλαβαν δραστήρια μέρος  με επικεφαλής τον Γεωργάκη Γκλίστη καθώς και τους Γεωργάκη Μάθεση, Ιωάννη Κριτσίκη, Αναγνώστη Βιρβίλη, Αναγνώστη Καρνέση, Ιωάννη Βιέννα, κ.α. Πολύ μεγάλη και σημαντική ήταν η βοήθεια που πρόσφερε στον Αγώνα η Ι. Μ. Φανερωμένης  (Γκητάκος, 1981). Το 1823 εγκαταστάθηκε το Εκτελεστικό και το Βουλευτικό σώμα της Προσωρινής Διοίκησης της επαναστατημένης  Ελλάδας ενώ το 1824 μεταφέρθηκε το τυπογραφείο όπου εκδόθηκε το πρώτο φύλλο της «Εφημερίδας των Αθηνών», από τον Γ. Ψύλλα.  Επίσης, εδώ επανειλημμένα φιλοξενήθηκαν το σύνολο των αγωνιστών του ’21 που έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις της Αττικής, της Αθήνας και του Φαλήρου όπως: ο  Μακρυγιάννης, ο Τζαβέλας, ο Κριεζώτης, ο Δ. Υψηλάντης, ο Μαυροβουνιώτης κ.α. Φιλοξενήθηκε και ο Γ. Καραϊσκάκης του οποίου επίλεκτο σώμα αποτέλεσαν Σαλαμίνιοι Αγωνιστές.  Ο Καραϊσκάκης θάφτηκε στο ναό του Αγίου Δημητρίου, του οποίου ήταν και επιθυμία, το 1827. Το 1830 ο Καποδίστριας ίδρυσε το παλιό 1ο Δημοτικό Σχολείο, το οποίο λειτούργησε μέχρι το 1981.  Σήμερα στεγάζει το αρχαιολογικό μουσείο. Μετά το τέλος της επανάστασης το νησί γνώρισε μέρες άνθισης των ναυτικών επαγγελμάτων.  Σημαντικό γεγονός  για τη Σαλαμίνα ήταν και η εγκατάσταση στο νησί του Πολεμικού Ναυστάθμου το 1878, στη Φανερωμένη και από το 1881 στη σημερινή του θέση (Τσιλιβίγκος, 2005). 

Αυτή η εποχή γέννησε και ανέδειξε  αξιόλογες προσωπικότητες, όπως το μεγάλο ζωγράφο Πολυχρόνη Λεμπέση, το φιλόλογο – λαογράφο Πέτρο Φουρίκη, το στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο, το θεατρικό συγγραφέα Δημήτρη Μπόγρη και αργότερα το βάρδο του δημοτικού τραγουδιού Γιώργο Παπασίδερη, τον καθηγητή – αρχαιολόγο Δημήτρη Πάλλα, τον αρχη-γό των Ενόπλων δυνάμεων Σπύρο Αυγέρη, τον ήρωα του απελευθερωτικού αγώνα της Κύπρου 1955 -59 καπετάνιο Ευάγγελο Λουκά (Κουταλιανό) κ. α. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έδωσε σε θυσία και πάλι τα παλικάρια της – στην αντίσταση κατά των κατακτητών – όπως τους Γεωρ. Μπεγνή, Ν. Μπερή, Φιλ. Τούτση, Στ. Νικολέτο, Γεωρ. Ελευσινιώτη, κ.α.  όπως και ομήρους  σε γερμανικά στρατόπεδα (Τσούτσουρα, 2017). Καθώς περνούσαν τα χρόνια και αύξανε  ο πληθυσμός της Αθήνας και του Πειραιά  το νησί έγινε σιγά –σιγά από τόπο εκδρομής και παραθερισμού σε τόπο μόνιμης κατοικίας. 


Βιβλιογραφία

Γκητάκος, Μ. (1981). Η Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνος- εξ απόψεως ιστορικής,  αρχαιολογικής και αγιογραφικής.  Αθήνα: Ιερά Μητρόπολη Μεγάρων & Σαλαμίνος.

Κανάκη, Β. & Κανάκης, Α. (1995).  Γνωριμία με τη Σαλαμίνα μας. Αθήνα.

Λώλος,Γ.  (2005).  Σαλαμίνα.  Στο Α. Βλαχόπουλος (Επιμ.), Αρχαιολογία-νησιά του Αιγαίου (σ. 127). Αθήνα: Μέλισσα.

Negrete, J.  (2010).  Σαλαμίνα.  Μτφρ: Μπανιά, Χ.  Αθήνα: Ψυχογιός.

Μπόυτση, Μ. & Καπαραλιώτης, Θ. (2004). «Σαλαμίνα». Σαλαμίνα: Ειδική έκδοση φυλλαδίου  Δήμου Σαλαμίνος.

Patsi- Garin, E.  (1969). Επίτομο Λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Χάρη Πάτση.

Σοφρά-Μάθεση, Ε. (2010). Το χειρόγραφο του Παρασκευά Πάλλα: Η συμβολή των Σαλαμινίων στην Επανάσταση του 1821, Σαλαμίνα: Radical Grafx.

Τσιλιβίγκος, Α. (2005). Μονή Φανερωμένης και ο Πρώτος Ναύσταθμος 1878-1881, Σαλαμίνα: Ίανθος.

Τσούτσουρα, Ε.  (2017).  Η εξέλιξη του Δήμου Σαλαμίνας (Πτυχιακή Εργασία).  Πανεπιστήμιο Πειραιώς (Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής), Πειραιάς.