Κείμενο: Μελέτης Ζαχαράκης,
Επικοινωνιολόγος

Επιμέλεια: Μαρία Σουρτζή,
Φιλόλογος


Εάν η επικαιρότητα δεν ήταν τις τελευταίες εβδομάδες σχεδόν μονοθεματική, αναμφισβήτητα ο θάνατος του αγωνιστή Μανώλη Γλέζου θα μονοπωλούσε για ημέρες. Ωστόσο, σε επίπεδο ιδιωτικών συζητήσεων, ή καλύτερα κοινωνικών δικτύων, αρκετά σχόλια επικεντρώθηκαν στην τελευταία επιθυμία του εκλιπόντα. Η προσωπική του δηλαδή επιλογή να ταφεί, σε αντίθεση με άλλους αριστερούς, με θρησκευτική κι όχι πολιτική κηδεία. Η στάση αυτή υπό άλλες συγκυρίες θα αποτελούσε αντίδραση ή υποταγή σε ένα σύστημα. Αν αφήναμε όμως στην άκρη την κομματική προέλευση όσων σχολίασαν, τα γραπτά τους επικεντρώθηκαν στο ερώτημα «μπορεί ένας κομμουνιστής να είναι χριστιανός;».

Αν σταθείς στο ρητορικό σχήμα με στενά πολιτικά κριτήρια ή μάλλον στερεότυπα, οι δύο ιδιότητες είναι εξ αρχής οξύμωρες. Σκεπτόμενος όμως καθαρότερα, και χωρίς ιδεοληψίες, θα πει κανείς «γιατί δεν μπορεί να είναι!».

Η χριστιανική διδασκαλία ήταν τα πρώτα χρόνια εδραίωσής της μία πρόταση αλλαγής. Πρέσβευε ξεκάθαρα μια κοινωνική κινητικότητα που έβαζε την αξία του ανθρώπου απέναντι σε ένα ολόκληρο σύστημα της εποχής (ρωμαϊκή αυτοκρατορία). Κι αν οι Φαρισαίοι είχαν εικονική σχέση με τον Θεό (με τα μέτρα του σήμερα οι ευγενείς που έμεναν στο φαίνεσθαι), η διδασκαλία του Ευαγγελίου ήρθε να δείξει την αξία της κοινωνικότητας από τον ατομοκεντρισμό.

Ο Χριστός έγινε όχι απλά ο διδάσκαλος, αλλά ο «ήρωας» στα μάτια του κόσμου. Καταδικάζει την εμπορευματοποίηση της θρησκείας, ζητάει έμπρακτη βοήθεια στον πλησίον που έχει ανάγκη, συνομιλεί με πόρνες, λεπρούς αλλά και κάθε ταπεινό της εποχής που η κοσμική κοινωνία τον έβαζε στο περιθώριο. Γίνεται απλοϊκά το παράδειγμα για την ορθή στάση του ανθρώπου, αλλά κι η απόδειξη ότι υπάρχει κι άλλος δρόμος από αυτόν που βίωναν.

Χρόνια μετά, μια άλλη προσωπικότητα ήρθε κι έγινε το σύμβολο μιας εποχής. Ίσως, η διατριβή του Καρλ Μαρξ για τον κοινωνικό ρόλο της θρησκείας, να καταδείκνυε την σκέψη που είχε για την δυναμική και την ίδια την χριστιανική διδασκαλία στον κόσμο. Πολύ γρήγορα, «της γης οι κολασμένοι» είχαν έναν εκφραστή, με γλώσσα που ήθελαν να ακούσουν. Ουσιαστικά μετουσίωσε την χριστιανική διδασκαλία στο σήμερα, αναφερόμενος σε ισότητα, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη.

Αν σταθεί κανείς στην περίφημη φράση του πως «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού», θα τον χαρακτήριζε αντίθετο στην ιδέα της πίστης. Στην πραγματικότητα όμως αυτή η φράση αποτελεί τη στάση – αντίδραση σε ένα κατεστημένο. Ίσως και χωρίς να το γνωρίζει τάσσεται υπέρ την ίδιας της πίστης! Αρκεί να σταθούμε στην βασική χριστιανική αλήθεια της ελευθερίας του ανθρώπου. Ο καθένας αποτελεί ένα και μοναδικό πρόσωπο, που μπορεί ελεύθερα να πιστέψει, μπορεί να κάνει το καλό ή το κακό, μπορεί πολύ περισσότερο να έρθει εάν θέλει κοντά στον Θεό. Το ίδιο το δόγμα δεν ζητάει έναν συγκεκριμένο τύπο, δεν τυποποιεί δηλαδή τα πράγματα που πρέπει να κάνει ο χριστιανός, ούτε ζητάει ένα πάρε – δώσε για να τα έχει καλά, παρά ζητάει δια της πίστης και της συμπεριφοράς του ο άνθρωπος να «σχετιστεί» με τον Θεό. Εάν, δηλαδή η θρησκεία δηλώνει ένα σύστημα εξουσίας και μια ίσως τυπικότητα στάσεων βασιζόμενη στον κόσμο που την έφτιαξε. Η πίστη εκφράζει τον άνθρωπο που ελεύθερα, χωρίς πολλές φορές να έχει τη δυνατότητα να εξηγήσει, θέλει να κάνει πράξη το καλό. Θέλει, δηλαδή να μοιάσει στον ήρωα μιας άλλης εποχής, που έκανε τα ίδια: τον Χριστό.

Γι’ αυτό άλλωστε τον έκαναν εικόνα και τον δοξάζουν ως τον διαφορετικό από όλους τους ανθρώπους (καθότι Θεάνθρωπος). Έτσι έγινε «αρχηγός» της νέας πίστης. Όπως, ο Καρλ Μαρξ έγινε αφίσα σε δωμάτια αλλά ακόμα και άγαλμα, ως ο δημιουργός του νέου ρεύματος. Δεν ήταν απλά οι ηγέτες, ή οι καθοδηγητές, αλλά οι δύο που έδωσαν το πρότυπο για τους πολλούς.

Μπορούμε να πούμε ότι και τα δύο συστήματα ανάγουν την δυναμική του προσώπου, που αντί να νοιαστεί για την ατομική του βολή νοιάζεται για την κοινωνία. Η φιλοσοφική ταύτιση λοιπόν έρχεται ως μια ανάγκη αντίληψης στο γύρισμα μιας εποχής. Η ανάγκη του ανθρώπου για παναθρώπινες αξίες και ιδανικά παραμένει η διαχρονική σταθερά. Εξάλλου, τα θεωρητικά σχήματα κάθε φιλοσοφικής αναφοράς είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν, ώστε όχι μόνο να γίνουν κατανοητά αλλά και να εισακουστούν. Αλλάζουν λοιπόν οι λέξεις, όπως αλλάζουν οι άνθρωποι που τις λένε αλλά και τις ακούνε.

Τα δύο συστήματα (χριστιανισμός – κομμουνισμός) δεν μάχονται τον άνθρωπο αλλά προσπαθούν να λύσουν, με τον τρόπο τους, τα προβλήματά του. Έτσι, «μέτρον πάντων  ἄνθρωπος».

Σκεπτόμενος αυτά, θυμήθηκα ένα περιστατικό με έναν συνάδελφο πριν από χρόνια. Παραμονή μιας μεγάλης γιορτής, τηλεφωνούσε στην οικογένειά του σε ένα χωριό της Καρδίτσας. Κάποια στιγμή τον ακούω: «Μην ξεχάσεις αύριο να πας το πρόσφορο στην εκκλησία». Εάν δεν τον ήξερα ως παλαιό κνίτη και αρκετά μαχητικό για τις αριστερές του ιδέες, μπορεί αυτό να περνούσε απαρατήρητο. Σχεδόν παιδικά όμως τον ρώτησα:

– Πώς κι εσύ έχει μπλέξει με αυτά;

– Γιατί όχι;! Σκεφτόμαστε αυτούς που έφυγαν για πάντα και φροντίζουμε για αυτούς που έμειναν να είναι ζωντανοί.

Πόση χριστιανική αλήθεια έκρυβε αυτή η φράση, αλλά και πόση ειλικρινή διάθεση έδειχνε για μία πράξη! Ήταν ένα νοιάξιμο για όλους χωρίς να περιμένει κάτι. Γιατί λοιπόν το παραπάνω δίπολο να παραμένει αντιθετικό;

Η απάντηση εντοπίζεται στο συνεχόμενο εμφυλιοπολεμικό κλίμα που βίωσε η χώρα. Τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα στηρίχθηκαν σε μια συλλογιστική του απέναντι, που δημιουργήθηκε σχεδόν αυτόματα, ίσως και εκούσια. Έκφραζαν δύο διαφορετικούς κόσμους, χωρίς όμως ποτέ να μπορούν να αντιληφθούν τα κοινά και την αξία της καταλαγής. Αυτό το ιδιότυπο τραύμα του διαφορετικού, φυσικά και παρέμεινε στο συλλογικό υποσυνείδητο της χώρας. Δημιούργησε, ιδεολογίες, παθογένειες στην ελληνική κοινωνία αλλά και συμπεριφορές που δεν προσέφεραν τίποτα το ουσιαστικό στον απλό λαό. Ένα συμπαγές στερεότυπο που ρίζωσε για χρόνια, σχεδόν ως κοινή πεποίθηση: οι καλοί κι οι κακοί.

Όλα αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν. Η εθνική συμφιλίωση δεν είναι μόνο νομικά κατοχυρωμένη αλλά και έμπρακτη ευθύνη της γενιάς μας. Αν η εκκλησία χρειάζεται αριστερό και δεξιό ψάλτη για να γίνει καλύτερα η Θεία Λειτουργία, άλλο τόσο η κοινωνία θέλει διαφορετικές προσωπικότητες για να οικοδομήσει καλύτερα αποτελέσματα και αξίες.

Ένας χριστιανός μπορεί να είναι κομμουνιστής γιατί προσεύχεται «Ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», άλλο τόσο κι ένας κομμουνιστής μπορεί να είναι χριστιανός γιατί μάχεται για κοινωνική δικαιοσύνη.