Άρθρο: Κατερίνα Γκικοπούλου
Ψυχολόγος


«Ολόκληρη η ζωή μας δεν είναι τίποτα άλλο παρά ερωτήσεις που κρύβουν οι ίδιες τις απαντήσεις που ζητάμε. Οι απαντήσεις αυτές με τη σειρά τους γεννούν νέες ερωτήσεις. Αυτός που θεώρει πως συμβαίνει κάτι διαφορετικό είναι τρελός», Meyrick, 1993 (1).

Όταν κάποιος με ρωτάει αν πιστεύω πως το θέατρο, ως θεραπευτικό μέσο, μπορεί να τον βοηθήσει να γίνει καλυτέρα, εγώ απαντώ: “για ποιον, γιατί και με ποια έννοια θέλετε να γίνετε καλύτερα;” Με το θέατρο, το υποκείμενο βρίσκεται σε μια κατάσταση που τον καθιστά έτοιμο να δεχτεί στην ψυχή και στο σώμα του ένα άλλο υποκείμενο υπό το βλέμμα τρίτων. Κάθε μορφής έκφραση λοιπόν γίνεται θεατρική όταν είναι παρούσα η ματιά ενός άλλου. Αυτού του είδους η ματιά είναι ανάλογη με εκείνη που υπάρχει μέσα μας. Είμαστε οι ηθοποιοί της ίδιας μας της ζωής.

Μέσω του θεάτρου, το υποκείμενο ζει δυο πραγματικότητες: την δική του προσωπική πραγματικότητα και εκείνη του ρόλου. Έχει λοιπόν την ευκαιρία να εκφραστεί όπως θέλει χωρίς όμως να αποκαλυφθεί το πραγματικό του πρόσωπο. Να λοιπόν μια πλευρά του θεάτρου που μπορεί να χρησιμεύει θεραπευτικά. Δίνει την ευκαιρία έκφρασης με κάθε τρόπο χωρίς λογοκρισία, χωρίς άγχος και φυσικά χωρίς κανένα φόβο. Ανοίγει ένα διαφορετικό μονοπάτι έκφρασης που τροφοδοτείται από τον χαρακτήρα του ίδιου του ρολου. Το υποκείμενο-ηθοποιός καλύπτεται από το πέπλο του ρόλου, προστατεύεται από αυτό. Οι δυο αυτές πραγματικότητες συνθέτουν την «αληθινή πραγματικότητα» του ατόμου.

Και στο σημείο αυτό έρχεται το ζήτημα των μασκών. Γιατί χρησιμοποιούμε μάσκες στο θέατρο? Η μάσκα-προσωπείο διαχωρίζει τον ηθοποιό από τον μη ηθοποιό, τον ρόλο από τον μη ρόλο, και ορίζει τον φέροντα αυτήν ως τον εκπρόσωπο ενός χαρακτήρα, ενός τύπου. Η μάσκα είναι παρούσα στο θέατρο από τις απαρχές του και χρήσιμη στην εναλλαγή ηρώων και καταστάσεων. Στον ηθοποιό λειτουργεί με τρόπο, ώστε να διευκολύνεται στη μέθεξή με το άλλο, θείο, ηρωικό, αληθινό ή πλασματικό πρόσωπο που ενσαρκώνει. Αντίστοιχα, στον θεατή λειτουργεί ως στοιχείο παραπομπής στην κατάσταση του δρώμενου. Η μάσκα δημιουργεί μια απορία και ένα μυστήριο στο κοινό, ένα ερωτηματικό για το υπάρχει πίσω από αυτή, πως είναι το πρόσωπο αυτό. Συχνά, ο θεατρικός χαρακτήρας δεν έχει σκοπό να κρυφτεί αλλά να εκφραστεί ακόμη πιο έντονα, κάτω όμως από την ασφάλεια που του προσφέρει η μάσκα. «Αποφεύγω τον εαυτό μου για να τον ξαναβρώ, τον καλύπτω για να αποκαλυφθεί. Κάτι τέτοιο πρέπει να είναι η μάσκα», ανέφερε ο Τσαρούχης σε επιστολή του (1977). Το να παριστάνω κάποιον άλλο, έναν ρολό, μου παρέχει μία ασφαλή απόσταση από το Εγώ, δίνει τη δυνατότητα του πειραματισμού.

Πως περνάμε λοιπόν το επίπεδο της ψυχικής ασθένειας για να φτάσουμε στο φυσιολογικό? Θα έλεγε κάνεις πως είναι ένα μεγάλο ταξίδι, μια μεγάλη διαδρομή από το άτομο σαν μονάδα ως την προσωπικότητα, σαν ολότητα. Κατά τη γνώμη μου δεν χρειάζεται να απομονώνουμε την μια έννοια από την άλλη. Σύμφωνα με τον Bion (1979) άλλωστε όλοι μας έχουμε μια πλευρά «νοσηρή» και μια φυσιολογική (2). Ο κάθε άνθρωπος ζει και πορεύεται με τον προσωπικό του πόνο. Στόχος είναι να καταφέρει να ζει σε αρμονία με αυτόν και όχι να ζει χωρίς αυτόν. Το θέατρο λοιπόν και κατ’επέκταση οι μάσκες που χρησιμοποιούμε συχνά, βοηθούν το άτομο να ανακαλύψει τον εαυτό του, ακόμη και μέσω κάποιου άλλου. Κάθε μάσκα συνδέεται με ένα μύθο. Έτσι, και στην προκειμένη περίπτωση μπορούμε να αναφερθούμε στον «προσωπικό μύθο» του ατόμου, στην προσωπική του ιστορία, αυτή που σιγά σιγά ανακαλύπτει καλύτερα. Η απομάκρυνση από το Εγώ είναι αυτή που βοηθά να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα τον εαυτό μας, τις αδυναμίες μας αλλά και τις πραγματικές μας δυνατότητες. Βγάζοντας τη μάσκα λοιπόν, το ασυνείδητο εντάσσεται στο συνειδητό και νιώθουμε πιο κοντά στον ίδιο μας τον εαυτό.


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

 Bion, W.R. (1979). Aux sources de l’expérience. Paris: PUF.