Κείμενο: Αναστασία Μιχαήλ
Φοιτήτρια, Φωτογράφος και Καλλιτέχνιδα

Επιμέλεια: Σοφία Ποιμενίδου
Φιλόλογος


Δεν είναι τόσο εύκολο να συνειδητοποιήσουμε, να αντιληφθούμε πραγματικά τις διαφορετικές ζωές που υπάρχουν γύρω μας αλλά και τόσο κοντά μας. Χρειάζεται να γίνει κάτι για να μας ταρακουνήσει. Είναι τρομακτικό, αν το σκεφτούμε λίγο, σαν παρατηρητές.

Ένα πάτωμα, χωρίζει δύο τελείως διαφορετικές πραγματικότητες.
Στο ένα σπίτι, μέσα σε 4 τοίχους, μεγαλώνει ένα παιδί με την απόλυτη προσοχή και φροντίδα από τους γονείς του, με αγάπη και άτομα που το προστατεύουν από όλους τους εξωτερικούς κινδύνους. Ζέστη, ηρεμία, αγάπη, κατανόηση και μόλις ένα πάτωμα παρακάτω επικρατούν τα ακριβώς αντίθετα. Τρέλα, κρύο, οργή, πόνος και κακοποίηση.

Ακριβώς από κάτω, σαν σε δίπτυχη εικόνα, ένα άλλο παιδί βιώνει τον φόβο σε όλες τις μορφές του. Η ασφάλεια είναι κάτι που είναι δεδομένο ότι λείπει, ο κίνδυνος παύει να είναι κάτι εξωτερικό και αποτελεί την καθημερινότητα. Ο κίνδυνος είναι ο κανόνας, ο φόβος είναι το φυσιολογικό. Ένα πάτωμα διαφορά και όλες οι έννοιες αντιστρέφονται. Στη μία εικόνα τα χρώματα είναι θερμά και στην άλλη παγωμένα. Στη μία περίπτωση, τα άτομα προστατευτικά και στην άλλη κακοποιητικά και επικίνδυνα. Το ένα παιδί γελάει και χαίρεται και με το πρώτο κλάμα κάποιος τρέχει να το φροντίσει και στην άλλη περίπτωση το παιδί κρύβεται και κλαίει εξαιτίας αυτού που θα έπρεπε να το προστατεύει. Θλιβερό.

Μόνο ένα πάτωμα διαφορά και είναι αδύνατο να κάνει κάποιος το οτιδήποτε, όσο και αν θέλει για να αλλάξει τον παγωμένο εκείνο κόσμο. Ένα πάτωμα διαφορά είναι αρκετό για να ζεις σε έναν διαφορετικό κόσμο. Αρκετό για να μεγαλώσεις με τόσο διαφορετικά δεδομένα και τόσο διαφορετική αίσθηση του φυσιολογικού —αν υπάρχει κάτι που να μπορούμε να θεωρήσουμε ως τέτοιο. Ο κόσμος ενός παιδιού μπορεί να βασίζεται στον φόβο ενώ ενός άλλου στην αγάπη και κανείς δεν μπορεί να κάνει οτιδήποτε για τη ζωή του πρώτου, όσο και να θέλει.

Κάποια στιγμή το παιδί μεγαλώνει και είναι πολύ πιθανό να χτίσει και αυτό κόσμους κρύους, και τραυματικούς. Πώς το επιτρέπουμε αυτό; Πώς σταματάμε τον κύκλο; Πού σταματάει η βία; Πώς μπορείς να σταματήσεις κάτι που δεν μπορείς να αγγίξεις;

Θέλω να γράψω πολλά παραπάνω, οι σκέψεις μου είναι ανεξέλεγκτες, αλλά ειλικρινά δεν πιστεύω ότι στην κοινωνία που ζούμε υπάρχει κάτι που να μπορεί να σταματήσει αυτή τη μάστιγα. Η ενδοοικογενιακή βία είναι δίπλα σε όλους μας, κάθε μέρα. Όλοι ξέρουμε κάποιον, όλοι ακούμε κάτι, όλοι ανησυχούμε για κάτι, αλλά όσο και να θέλουμε, όσο και να προσπαθούμε, είναι αδύνατον, σχεδόν, να το “σταματήσεις”. Να ακούς το θόρυβο, τις φωνές, να τρέμουν τα πόδια σου, αλλά να μην μπορείς να κάνεις τίποτα για να αλλάξει αυτό.

Τραγικό. Η κοινωνία μας είναι τραγική. Μεγαλώνουν παιδιά, δίπλα μας, τα οποία ζουν θεωρώντας φυσιολογικό το ξύλο, τον φόβο, το να τους βρίζει ο μπαμπάς τους, να βρίζει τη μαμά ή να την χτυπάει και δεν μπορεί κανείς να κάνει τίποτα για αυτό. Οι δάσκαλοι το ξέρουν, οι γείτονες το ξέρουν, οι παππούδες το ξέρουν αλλά κανείς δεν αντιδρά ή ακόμη και να το κάνει, το αποτέλεσμα είναι πενιχρό. Κανένας δεν μπορεί να το σταματήσει γιατί μετά, μάλλον, θα γίνει μεγαλύτερος ο φόβος, ένα λάθος και δεν ξέρεις πόσο μπορεί να χειροτερεύσει η κατάσταση.

Τι κι αν στην εποχή μας μιλάμε για την ενδοοικογενιακή βία συνεχώς, τι κι αν υπάρχουν κέντρα, τι και αν θεωρείται δεδομένο ότι αυτή η συμπεριφορά είναι λάθος, απαράδεχτη και παράνομη. Σήμερα, πλέον, το έτος 2019, υπάρχει τεράστια πιθανότητα το παιδί μας να κλαίει για την φασαρία που ακούγεται από το κάτω σπίτι, επειδή φοβάται από τις φωνές. Δεν θέλω καν να φανταστώ τι νιώθει το παιδί που δεν είναι απλά στο πάνω πάτωμα αλλά ζει μέσα σε αυτό. Μπορεί πλέον να είναι κοινή λογική ότι αυτό δεν πρέπει να συμβαίνει, μπορεί πλέον να υπάρχουν τρόποι να ξεφύγεις ζώντας μέσα σε αυτή την κατάσταση, αλλά όλα τα άλλα είναι ίδια. Η βία παραμένει βία και η αδυναμία οποιουδήποτε παρατηρητή να βοηθήσει είναι απαράλλαχτη. Ένας κύκλος, ένας απαράδεχτος φαύλος σκοτεινός κύκλος που δεν ξέρω πως μπορεί να σπάσει ή έστω να ραγίσει. Ο κακοποιός δεν σταματάει, το θύμα δεν μπορεί να μιλήσει, οι παρατηρητές έχουν δεμένα τα χέρια —όσοι ενδιαφέρονται να κάνουν κάτι, γιατί δεν ξέρει κανείς τι αποτέλεσμα θα έχει η όποια κίνηση και η κοινωνία απλά συνεχίζει να βρωμάει συνενοχή.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα; Ή μεγαλύτερη ειρωνεία από όλες; Η τραγικότερη εξέλιξη; Ότι συνήθως το αθώο θύμα γίνεται θύτης, το αβοήθητο άτομο αναγκάζεται να χτίσει τοίχους από πέτρα και καρφιά για να γλιτώσει το πόνο και τον φόβο και καταλήγει να γίνεται εικόνα του κακοποιού του. Το άτομο που κάποτε ήταν ένα παιδί, που κρυβόταν να γλυτώσει. στην καλύτερη περίπτωση θα κοιτάξει τις πληγές του και θα περάσει τη ζωή του προσπαθώντας να τις κλείσει. Και αν δεν τα καταφέρει, το πιθανότερο είναι να αρχίσει να δημιουργεί και αυτό την κατάσταση που βίωσε ως φυσιολογική όντας άλλο ένα παράδειγμα βίας που κανείς δεν μπορεί να σταματήσει. Δημιουργούμε πληγωμένα άτομα και βαραίνουμε αθώες ψυχές που δεν φταίνε σε τίποτα και κανείς δεν έχει απάντηση στο πως μπορεί να αποτραπεί όλο αυτό. Δεν ξέρω καν αν υπάρχει απάντηση, δυστυχώς.

Ένα πάτωμα διαφορά, και το χάσμα είναι τόσο μεγάλο όσο ένας κόσμος ολόκληρος. Ένας όροφος αρκεί για να διαχωρίσει το λογικό με το παράλογο. Ένα πάτωμα είναι αρκετό για να σου κρατάει τα χέρια τόσο δεμένα, ώστε να μην μπορείς να κάνεις τίποτα για να αλλάξεις κάτι τόσο απλό όσο το να μεγαλώνει ένα παιδί με την βασικό δικαίωμα της ασφάλειας μέσα στην οικογένεια του.

Ένα πάτωμα απόσταση ισούται με τον κόσμο όλο όταν μιλάμε για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και κακοποίησης. Kαι δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι που να μπορεί να το αλλάξει αυτό, όσα χρόνια και αν περάσουν. Πονάει. Πονάει η συνειδητοποίηση του πόσο αδύναμοι είμαστε. Είναι αβάσταχτο να ξέρεις ότι μόλις ένα πάτωμα παρακάτω επικρατεί η απόλυτη κόλαση και εσύ το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να ακούς τις φωνές να ηχούν σαν από μεγάφωνο. Αβάσταχτο. Ακατανόητο επίσης. Σαν λέξεις γραμμένες από ξένη γλώσσα, από κάποιον κόσμο πολύ μακρινό.