Κείμενο: Αναστασία Μιχαήλ
Φωτογράφος

Επιμέλεια: Δάφνη Τσιουκανά
Φοιτήτρια


Μα τελικά, πόσο τέλειο είναι να είσαι καλλιτέχνης; Είναι τέλειο, ή μήπως τελικά και κάπως αβάσταχτο;

Ας τα πάρουμε από την αρχή, από το πως αντιμετωπίζουμε συστημικά τους καλλιτέχνες, ή πιο συγκεκριμένα, τα μικρά παιδιά που αγαπούν να ζωγραφίζουν, να παίζουν μουσική ή απλά να τραγουδάνε ή να χορεύουν στη χώρα μας. Όλοι μας, μάθαμε από πολύ μικρή ηλικία, ότι κανείς δεν ασχολείται και δεν νοιάζεται για το αν εσύ έχεις ταλέντο σε μια τέχνη. Στην χώρα μας, η μόνη σου επιλογή για να εκπαιδευτείς σε οποιαδήποτε τέχνη σαν παιδί, είναι τα επτά Καλλιτεχνικά Σχολεία της Ελλάδος, για τα οποία  παρέχεται ελάχιστη ενημέρωση από το σχολείο. Από μικρά μαθαίνουμε πως όταν κάνουμε καλά μια τέχνη, πρέπει να μας πουν μπράβο, να μας χαϊδεύουν το κεφαλάκι και να μας ζητήσουν να τους φτιάξουμε και αυτών μια ζωγραφιά.

Καθώς περνούν τα χρόνια, όντας σε ένα στείρο περιβάλλον, με καθηγητές που ζητούν από τα παιδιά να δίνουν όλο και περισσότερα – χρόνο, κόπο, γνώση, ασκήσεις, εξετάσεις, κάποια παιδιά το μόνο που χρειάζονται για να νιώθουν ευχαριστημένα στο σύστημα αυτό, είναι να τους αναγνωριστεί το δικαίωμα στην τέχνη και στην καλλιτεχνική έκφραση. Αυτό δεν γίνεται, τόσο τώρα, που τα πράγματα έχουν βελτιωθεί έως ένα βαθμό – και πόσο μάλλον παλαιότερα. Φτάνοντας στο σημείο επιλογής, αυτής της βεβιασμένης επιλογής να διαλέξεις το μέλλον σου, τις σπουδές σου και εν κατακλείδι το επάγγελμα σου, τα παιδιά της τέχνης, βρίσκονται σε ακόμα πιο δυσμενή θέση. Καλούνται άλλωστε να διαλέξουν τη σταδιοδρομία τους, μη έχοντας ποτέ ενισχύσει ή έστω ασχοληθεί στο ελάχιστο στην εκπαίδευση τους με αυτό που αγαπούν. Αντιθέτως, οποιοδήποτε άτομο επιθυμεί να ασχοληθεί με κάτι καλλιτεχνικό, αναγκάζεται να πληρώνει υπέρογκα ποσά σε ιδιωτικά φροντιστήρια με σκοπό να έχει πιθανότητα να μπει σε κάποια σχετική σχολή. Και σαν να μην έφτανε αυτό, όλοι οι χώροι σχετικοί με τέχνες, από τις εξετάσεις για την Καλών Τεχνών, τις εισαγωγικές και την μετέπειτα πορεία, να καταβάλλονται από “μέσα”, και γνωστούς αγνώστων που το μόνο που χρειάζεται να κάνουν για να προχωρήσουν και εν τέλει να πετύχουν, είναι το να πουν ένα όνομα.

Ας προχωρήσουμε λοιπόν, στην μετέπειτα πορεία, αυτή του επαγγελματία καλλιτέχνη. Έχοντας δώσει χιλιάδες ευρώ έξτρα για να καταφέρεις να σπουδάσεις αυτό που αγαπάς, έστω έχοντας μπει στη σχολή που θέλεις – αν έχεις, φυσικά, όλα αυτά τα προνόμια. Επιτέλους, για πρώτη φορά στη ζωή σου όπως θα έπρεπε, εξασκείσαι σε αυτό που θες, παίρνεις γνώσεις, διαβάζεις, εκπαιδεύεσαι. Η διαδικασία του να σπουδάζεις κάτι καλλιτεχνικό, έχει σε μεγάλο βαθμό σχέση με τον εαυτό, την κριτική σκέψη, την προσωπική εξέλιξη, το είναι. Βλέποντας φίλες μου και γνωστούς μου σε διάφορα αντικείμενα, ομολογώ πως ο τρόπος που εκπαιδευόμαστε στην τέχνη και σε σχετικά με αυτή επαγγέλματα, είναι σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένος στο εγώ και στην ελευθερία του – πως το εγώ μπορεί να εκφραστεί με έναν τρόπο άρτιο, καλαίσθητο (ότι σημαίνει για τον καθένα αυτό) και ολοκληρωμένο, και να σταθεί μόνο του, στο κόσμο. Η διαδικασία θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν είναι τόσο “εκπαίδευση” όσο καθοδήγηση. Ξαφνικά γνωρίζεις ότι αυτό που πάντα σου δείχνουν ότι δεν μπορείς να κάνεις, γίνεται, υπάρχει και επιτρέπεται. Για χρόνια, παίρνεις εναύσματα, ερεθίσματα για δημιουργία, ιδέες και ξαφνικά ο αυτοπροσδιορισμός του καλλιτέχνη που κάποτε χρησιμοποιούσες για πλάκα με τους φίλους σου γίνεται ταυτότητα και αποκτά τεράστιο βάρος στη ζωή σου. Θετικό αλλά και αρνητικό πολλές φορές. Είσαι, δεν κάνεις απλά. Φυσικά αυτή την ταυτότητα δεν την αποκτάς από το αν θα σπουδάσεις ή όχι, υπάρχουν σπουδαίοι καλλιτέχνες που δεν πέρασαν από καμία σχολή και δεν γνώρισαν ποτέ ακαδημαϊκή εκπαίδευση και αυτό οφείλουμε να το τονίσουμε.

Έχοντας λοιπόν περάσει χρόνια χτίζοντας τον αυτοπροσδιορισμό του καλλιτέχνη, σε ένα περιβάλλον όπου δεν χρειάζεται καν να έχεις πτυχίο για να ασκήσεις την τέχνη σου και να βγάζεις κάποια λεφτά από αυτό, σε ένα περιβάλλον που σε καθοδηγούν στο πως να είσαι ελεύθερος, πως να δημιουργείς – έρχεται το σκοτεινό σημείο που αυτό πρέπει να γίνει όχι απλά το επάγγελμά σου, αλλά και ο τρόπος για να μπορείς να ζεις. Κάπου εκεί αρχίζει το πισωγύρισμα. Ξαφνικά οτιδήποτε πέρασες χρόνια μαθαίνοντας, εξαφανίζεται και από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, είσαι το παιδάκι που όταν τους έλεγες ότι ζωγραφίζεις, σου ζητούσαν να τους φτιάξεις μια ζωγραφιά και το μόνο που άξιζες για αυτό ήταν ένα χάιδεμα στο κεφάλι. Τίποτα περισσότερο. Το άτομο που όλοι λέγανε για αυτό “είναι καλλιτέχνης, άσ’ την”. Μια φράση που συνήθως ακολουθούσαν γέλια, γιατί το να είσαι καλλιτέχνης ισούται με το να μην είσαι τίποτα. Οι ασχολούμενοι με την τέχνη, δεν κάνουν κάτι, απλά κοροϊδεύουν τον κόσμο με δήθεν “ψαγμενιές”. Αν η κοινωνία που μας περιβάλλει δεν σκέφτεται, προφανώς και όλοι όσοι το κάνουν θεωρούνται δήθεν, περίεργοι, αλλόκοτοι και εν τέλει λάθος. Δεν μπορείς στον κόσμο μας να είσαι καλλιτέχνης, οφείλεις και επιτρέπεται να είσαι μόνο εργάτης της τέχνης ή ακόμα πιο ορθά – εργαλείο. Δεν είσαι φωτογράφος – είσαι η μηχανή, δεν είσαι ζωγράφος – είσαι πινέλο, δεν είσαι μουσικός – είσαι το όργανο και όλα τα υπόλοιπα είναι περιττά. Ο τίτλος του καλλιτέχνη είναι για λίγους, τους ίδιους λίγους που αναφέραμε και παραπάνω, αυτούς που για όποιον λόγο, βρίσκονται ψηλά στην πυραμίδα. Οι υπόλοιποι απλά χτίζουμε την Βαβέλ μας.

Αυτός ο χώρος, ο χώρος της τέχνης, της όποιας τέχνης, είναι ένα μεγάλο σπίτι. Χωράνε μόνο συγγενείς, γνωστοί και πλούσιοι – όμως φυσικά μπορούν να υπάρχουν συνδυασμοί αυτών. Μόνο αυτών. Πριν λίγες μέρες, έγινε μια μεγάλη συζήτηση, καθώς κάποιος κόσμος προσβλήθηκε και δεν καταλάβαινε τι ζητάνε πια όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες και βγαίνουν στο Σύνταγμα ή αλλιώς “τι να τους δώσουμε πια για να κάθονται και να κάνουν το χόμπι τους”. Το να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχουν ίσως να είναι μια αρχή.

Στην χώρα μας, είναι σχεδόν αδύνατο να είσαι νέος, χωρίς πολλά λεφτά και να μπορείς να βιοποριστείς από την τέχνη σου. Οι καλλιτέχνες στην Ελλάδα δεν χωράμε πουθενά, δεν μπορούμε να υπάρχουμε. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Σε έναν κόσμο στεγνό, μια κοινωνία χειριστική, ο καλλιτέχνης δεν έχει θέση. Γιατί όλη η ουσία της τέχνης, είναι η ελευθερία. Ο ρόλος μας ως καλλιτέχνες, ήταν και θα είναι να σκεφτόμαστε, να κρίνουμε, να δημιουργούμε και όχι να σωπαίνουμε και να λειτουργούμε σαν μηχανές. Η κοινωνία, θέλει να είμαστε το άκρως αντίθετο όλων αυτών. Όλος ο χτύπος σε ένα έργο τέχνης, αυτός που του δίνει ζωντάνια χτύπος, είναι το “είναι” του δημιουργού του. Αν πάρεις από το έργο τον δημιουργό και τον αντικαταστήσεις με μία εντολή, αυτό παύει να είναι τέχνη, γίνεται αγγαρεία.

Λυπάμαι, μα δεν χωράμε στον κόσμο σας.

Αμφιβάλλω και αν θα χωρέσουμε πoτέ.

Θα θέλαμε πολύ να χωράμε, να υπάρχει θέση και για εμάς. Αλλά υπάρχουμε μόνο ως οι “άλλοι”. Ευτυχώς είμαστε απεριόριστα ελεύθεροι και αβάσταχτα καλλιτέχνες για τον γεμάτο προσωπεία εξαγορασμένο κόσμο σας. Ευτυχώς, θέλουμε να είμαστε έτσι, και επιλέγουμε να είμαστε καθημερινά παρά το πόσο περισσεύουμε.