Άρθρο: Μαρία Γεωργίου
Φοιτήτρια Ψυχολογίας

Επιμέλεια: Θεοδώρα Βαγιώτη
Φιλόλογος

Είναι η στιγμή που απλά ξαπλωμένος στο κρεβάτι, λίγο πριν σε πάρει ο ύπνος, έρχονται στο μυαλό στιγμές.  Στιγμές όμορφες, στιγμές που πληγώθηκες, στιγμές που γέλασες. Με μια λέξη, αναμνήσεις! Ας κεράσουμε κι απόψε, καρδιά μου, λίγη νοσταλγία και μια δόση γλυκιάς μελαγχολίας.  Κάπου εκεί μεταξύ ύπνου και ξύπνιου αφήνεις να ταξιδέψει και πάλι η ψυχή σου και να ξυπνήσει το μικρό σου τερατάκι.

Μια φορά κι έναν καιρό…

Ήταν ένα τερατάκι, όπως όλα τα παιδικά τερατάκια που ξυπνούν όταν τα φώτα σβήσουν και η μαμά δώσει το τελευταίο φιλί της ημέρας για καληνύχτα και μας αφήσει για ύπνο. Ξεπρόβαλε μέσα από τις κουρτίνες, ένα χειμωνιάτικο βράδυ με βροχές, στο τότε εξάχρονο  κοριτσάκι της ιστορίας μας.  Στην αρχή φυσικά ήταν τρομαχτικό. Το κοριτσάκι φοβόταν να κοιμηθεί από εκείνη τη μέρα, μα δεν έλεγε ότι έβλεπε ένα τερατάκι που τριγυρνούσε στο δωμάτιο και φώναζε όλους της τους φόβους. Το τερατάκι γνώριζε κάθε φόβο της πολύ καλά και ήξερε πότε και πώς να εμφανιστεί και να την τρομάξει. Η φαντασία που είχε το κοριτσάκι μας και την “έβαζε” σε όλα δεν θα την έκανε πειστική, αν έλεγε την αλήθεια. Γι’ αυτό αποφάσισε να το κρατήσει μυστικό, να ονομάσει το τερατάκι ‘Αμίγο’ και να το κάνει φίλο της!

Εκείνο το βράδυ το κοριτσάκι περίμενε το τερατάκι για να παίξουν παρέα και να του πει πως δεν το φοβάται, πως θέλει να το κάνει φίλο της και να του δώσει τη μοβ μπλούζα που του έφτιαξε. Μα μάταια όλο αυτό που έστησε στο μυαλό της. Το τερατάκι δεν εμφανίστηκε, ούτε εκείνη τη νύχτα, αλλά ούτε και τις επόμενες. Το κοριτσάκι όμως δεν χάρηκε που “εξαφάνισε” το τρομακτικό της τερατάκι, το ζητούσε, ήθελε να γίνουν φίλοι και να μην φεύγει όποτε αυτό ήθελε.

Μια ήρεμη βραδιά που διάβαζε παραμύθια για νεραΐδες, δράκους και πολιτείες μαγικές και ξένες, το τερατάκι δειλά εμφανίστηκε μέσα από τις πολύχρωμες σελίδες. Προσπάθησε να την τρομάξει μα δεν τα κατάφερε όπως άλλες φορές. Γιατί το κοριτσάκι είχε ενθουσιαστεί με το που το είδε και άρχισε να το μαλώνει για την εξαφάνισή του. Εκείνο με δυσκολία εξήγησε πως εκείνη το εξαφάνισε, όταν έπαψε να το φοβάται. όπως και άλλους φόβους που είχε και τους νίκησε, άρα δεν το χρειαζόταν για να της τους θυμίζει.  Το μικρό κοριτσάκι ένιωσε να είναι η πιο δυνατή νεράιδα που θα μπορούσε με μαγικά φίλτρα δύναμης και αγάπης να εξαφανίζει τους φόβους!

Δυστυχώς, όμως, το τερατάκι είχε έλθει κοντά της για να της δώσει ένα σημάδι για τον νέο φόβο που άρχισε να γεννιέται μέσα της. Αλλά το κοριτσάκι το αγκάλιασε και με χαρά ξεκίνησε να του λέει παραμύθια, και ότι είναι ο δικός της φίλος πλέον! Το τερατάκι, πρώτη φόρα λάμβανε τόση αγάπη και ξεχάστηκε από τον σκοπό του.

Απολάμβαναν, έτσι, να μετρούν άστρα, να ζωγραφίζουν, να παίζουν με ξύλινες κούκλες και να διαβάζουν παραμύθια. Μέχρι που ο Αμίγο τρόμαξε από την αγάπη και την χαρά που του πρόσφερε το κοριτσάκι και εξαφανίστηκε πάλι. Τρόμαξε που δεν μπορούσε να ανταποδώσει όλα αυτά τα πρωτόγνωρα για εκείνον, γεμάτα ενθουσιασμό, αγάπη και αυθορμητισμό συναισθήματα που το κοριτσάκι του χάριζε. Συνειδητοποίησε ότι το τερατάκι του φόβου είχε να παλέψει με τον μεγαλύτερο φόβο. Το φόβο της αποδοχής της αγάπης. Το φόβο να νιώθει και να ζει.

Πέρασαν τα χρόνια, το κοριτσάκι μεγάλωσε.  Αλλά μεγάλωσε κι ο άγνωστος φόβος της και, ενώ ένιωθε ότι μέσα στη ψυχή της είχε ένα τριαντάφυλλο που ήταν πληγωμένο, δεν βρήκε τον τρόπο να το επουλώσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Στη διάρκεια της ζωής της, όμως, έψαχνε το τερατάκι της, της έλειπε. Κάτι νύχτες που το μυαλό βυθιζόταν σε εξιχνιαστικά μονοπάτια σκέψης και η ψυχή έπαιρνε φωτιά, τα όνειρα ζωντάνευαν, μα το τερατάκι δεν ήταν εκεί για να ξεχνιέται.

Κάπου στα 20 της συναντήθηκαν, όχι όπως το φανταζόταν και το πρόσμενε. Όταν είχε εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να ζήσει, σταμάτησε να παθιάζεται με τα πάντα και να ενθουσιάζεται σαν παιδί. Όταν ράγιζε στους αποχαιρετισμούς και κουράστηκε να βλέπει ανθρώπους να φεύγουν και να έρχονται στη ζωή της, όποτε εκείνοι ήθελαν. Τότε το τερατάκι ήρθε! Ήρθε με ένα κίτρινο μπλουζάκι που μισούσε το χρώμα του, είχε βλέμμα θλίψης και η φωνή του ήταν τόσο χαμηλή. Ήρθε μέσα σε ένα όνειρο. Αυτή τη φορά άρχισε να μονολογεί πριν προλάβει το κορίτσι να πιαστεί από τις λέξεις του και το διακόψει. Της είπε όλο όσα του έμαθε∙ να αγαπά και να ελπίζει, να ονειρεύεται και να “χαϊδεύει” το κλάμα του. Την ευχαρίστησε και με ένα φιλί της ψιθύρισε: “Συγγνώμη που δεν έμεινα πιστός φίλος να σου μάθω να νικάμε μαζί τους φόβους σου, μα είχα γίνει τόσο μικρός μπροστά στην αγάπη σου. Και αργότερα εσύ δεν με άφηνες να σου δείξω το δικό μου φόβο, τον έκρυβες. Τώρα  ήρθε η ώρα να τον αντιμετωπίσεις. Τώρα ήρθε η ώρα να δεις κατάματα εσένα. Είναι η στιγμή που θα παλέψεις με εσένα. Το τερατάκι σου, ήσουν εσύ.  Εγώ απλά ήμουν η μορφή που επέλεξες να μου δώσεις. Ευχαριστώ που με αγάπησες.  Καιρός να ελευθερωθούμε από το παρελθόν, κλείσε τους κύκλους σου και κράτα όσα σου διδάσκει ο κάθε άνθρωπος που έρχεται και φεύγει από τη ζωή σου, όπως έκανα κι εγώ. Αυτό ήρθα να σου θυμίσω, ότι ο καθένας βρίσκει χώρο στη ζωή του άλλου τη στιγμή που πρέπει, για να ξεκλειδώσει ένα μυστικό σκοπό. Έχε έννοια στον αποχαιρετισμό να καταλάβεις το σκοπό αυτό και μην αφεθείς στο δράμα σου. “Ντύσου” δυνατή νεραΐδα και νίκα ό,τι σε βουλιάζει”.

Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!

Αν τύχει και συναντήσεις το δικό σου τερατάκι, μπορεί να τρομάξεις στην αρχή, μα όταν δεις τις φλόγες της ψυχής σου να ζεσταίνουν και να ηρεμούν το άγριο τερατάκι σου, το δικό σου φόβο, τότε θα νιώσεις τη μαγεία. Ναι, περί μαγείας πρόκειται.  Γιατί όταν πια μπορέσεις να αντικρίσεις την αλλόκοτη μορφή του “είναι” σου με αγάπη, όταν αρχίσεις να βλέπεις κατάματα τους φόβους σου και να νικάς τις μάχες σου μαζί τους, τότε η ζωή σου ξαφνικά θα αλλάξει τροχιά.  Φτιάξε το παραμύθι σου και μη διστάσεις να χαϊδέψεις το τερατάκι σου!