Άρθρο: Σπανουδάκης Στράτος
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας, Εκπ. Ψυχοθεραπευτής

Επιμέλεια: Δημήτρης Αλεξόπουλος Τσώρας
Φιλόλογος


Έχουμε μπει πλέον στο φθινόπωρο και φτάσαμε στη περίοδο που οι αργοπορημένοι άνθρωποι σαν και εμένα, αντικαθιστούμε τα καλοκαιρινά ρούχα με τα χειμωνιάτικα. Όταν έφτασα φέτος στη σημείο αυτό, αντιμετώπισα ένα συνηθισμένο ζήτημα, που τελικά μόνο φέτος μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Τα αφόρετα ρούχα!

Βρήκα λοιπόν διάφορα καλοκαιρινά τα οποία συνειδητοποίησα ότι φέτος δε τα χρησιμοποίησα καθόλου. Κάποια ίσως να μη τα είχα φορέσει ούτε καν πέρσι. Υπήρχε χαρακτηριστικά ένα παντελόνι το οποίο σίγουρα το μεταφέρω ευλαβικά πάνω από 5 χρόνια, από ντουλάπες σε πατάρια, και από σπίτι σε σπίτι, χωρίς ποτέ να το χρησιμοποιώ.

Όταν έκατσα και έκανα ένα πρόχειρο διαχωρισμό, κατάφερα με δυσκολία και αφαίρεσα 2-3, κυρίως αυτά που ήταν πολυκαιρισμένα και ταλαιπωρημένα. Μετά ανακάλυψα ότι υπήρχαν και άλλα, που όλως τυχαίως δε τα είχα φορέσει για πολλά καλοκαίρια. Αυτά όμως ήταν σε καλή κατάσταση. Αυτά δε μπορούσα να τα πετάξω! Εξάλλου δεν έχω προλάβει να τα χαρώ οπότε κρίμα είναι. Τόσα λεφτά έχω πληρώσει και ακόμα δεν έχουν αποσβέσει τα χρήματα τους, πως λοιπόν να τα πετάξω;

Μέσα σε αυτά βρήκα ένα υπέροχο άσπρο λινό παντελόνι που το είχα φορέσει κάποτε σε ένα γάμο, ένα μαύρο σακάκι που ήταν δώρο από ένα πολύ αγαπημένο μου πρόσωπο και κάποιες μπλούζες λίγο πιο στενές, στις οποίες ευελπιστούσα ότι θα μπορούσα να χωρέσω αν έχασα αυτά τα 5 κιλά που τόσα χρόνια προσπαθώ. Δυσκολευόμουν αρκετά να τα αποχωριστώ όλα αυτά, καθώς έμοιαζε σαν να θέλω να πετάξω τις αναμνήσεις μου. Σας να προσπαθώ να πετάξω ένα κομμάτι μου μαζί τους.

Το παραπάνω παράδειγμα είναι ένα από τα αρκετά της καθημερινής μας ζωή, που μας φέρνει στην επιφάνεια τη δυσκολία του αποχωρισμού. Πόσο δυσκολευόμαστε να αφήσουμε κάτι πίσω μας, αν και αντιλαμβανόμαστε ότι δε το χρειαζόμαστε πια. Πόσο μπορούμε να προσκολληθούμε στο παρελθόν σαν να είναι κάτι ιδανικό και σίγουρα καλύτερο από το παρόν;

Τέτοια ερωτήματα και διλήμματα εμφανίζονται συχνά και εντός της Θεραπείας και δεν είναι τυχαίο που συχνά αναδύονται από απλά καθημερινά πράγματα. Ας αντιπαραβάλλουμε λοιπόν τους παραπάνω προβληματισμούς, στο κομμάτι του ανθρώπινου ψυχισμού.

Στη πρώτη επιλογή έχουμε το παρόν. Ξεκινάμε από τη δυσκολία να πετάξουμε κάτι που μπορεί να έχει ξεφτίσει, τρυπήσει και ταλαιπωρηθεί. Ενώ μπορεί να μοιάζει σαν κουρέλι, συνηθίζουμε να το κρατάμε γιατί είναι ένα ρούχο που μας έχει βολέψει. Μπορεί να το φοράμε μέσα στο σπίτι, στη βόλτα του σκύλου ή στις δουλειές του κήπου που δε χρειαζόμαστε καθαρά ρούχα. Όλα τα παραπάνω είναι σωστά με τη μόνη διαφορά της υπερβολής. Όλα έχουν ένα τέλος και στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλλον έχουμε ξεπεράσει κατά πολύ το όριο αντοχής των συγκεκριμένων ρούχων, αρνούμενοι να δούμε τη πραγματικότητα. Ότι πρόσφεραν, πρόσφεραν και τώρα μπορούν πλέον να απομακρυνθούν.

Όλα τα πράγματα στη ζωή μας, κάνουν το κύκλο τους και είναι πολύ χρήσιμο να μπορούμε να το αντιλαμβανόμαστε και να υπακούμε σε αυτή τη φυσική εξέλιξη. Είναι δύναμη μας να μπορούμε να καταλαβαίνουμε πότε μπορούμε να αφήσουμε κάτι να φύγει από κοντά μας. Οτιδήποτε κρατάμε με το ζόρι (αντικείμενα ή ανθρώπους), μόνο πρόβλημα μπορεί να μας δημιουργήσει διότι μπλοκάρουμε την δυνατότητα να μας έρθουν οι καινούργιες και καλύτερες εκδοχές τους.

Συνεχίζουμε με το μέλλον και με εκείνα τα οποία ναι μεν δε χρησιμοποιούμε αλλά είναι σε καλή κατάσταση. Ειδικά αν είναι κάποια ακριβά κομμάτια, εδώ η ελπίδα αυτομάτως γιγαντώνεται με γεωμετρική πρόοδο. Εδώ μπορεί να φαίνεται αρχικά ότι το θέμα είναι οικονομικό αλλά σπάνια είναι (μόνο) αυτό. Υπάρχει μια δυσκολία να δεχτούμε ότι η επιλογή που κάναμε κάποτε, δεν ήταν σωστή ή ότι απλά δε μας ταιριάζει τη δεδομένη στιγμή.

Δεν είναι εύκολο να λέμε στον εαυτό μας ότι αυτό που έκανες ήταν λάθος, ακόμα και αν αναφερόμαστε σε ένα φθηνό ρούχο. Η δυσκολία δηλαδή βρίσκεται στην αποδοχή του σφάλματος και όχι στα χρήματα. Έτσι, παρατείνοντας στο μέλλον την απόφαση για να πετάξουμε το ρούχο αυτό, παρατείνουμε και την αποδοχή ότι κάτι δε κάναμε σωστά. Επιπλέον πάντα καιροφυλακτεί η περίπτωση να το χρησιμοποιήσουμε, κάτι που μοιάζει σαν ένα μελλοντικό χάδι και μία επιβεβαίωση ότι τελικά δε τα πήγαμε και τόσο άσχημα. Και οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη από τα χάδια.

Σαν τρίτη επιλογή, έχουμε το παρελθόν. Τα ρούχα που κάποτε μας έκαναν και τώρα μας είναι στενά. Που ενώ τα κρατάμε με τη λογική ότι θα μας πιέσουν ψυχολογικά να αδυνατίσουμε, χρόνια τώρα δε τα έχουν καταφέρει. Ίσως να έχουμε συνδεθεί αυτά τα ρούχα με νεανικές εμπειρίες ή με μία περίοδο στη ζωή μας που μας ήταν πολύ ευχάριστη. Περιόδους δηλαδή που δε θέλουμε με τίποτα να τις αποχωριστούμε. Μπορεί επίσης κάποια να είναι δώρα αγαπημένων μας προσώπων που δε θέλουμε να τους προδώσουμε και να τα πετάξουμε.

Μήπως όπως σε κάποια αντικείμενα χρεώνουμε μεγαλύτερη αξία από ότι έχουν; Μπορεί ένα ρούχο που ζει αρκετό χρόνο στο πατάρι μας, να έχει τέτοια εξουσία πάνω μας; Θα μπορούσε ένα τόσο δα πραγματάκι να μας κρατάει δεμένους με παρελθούσες εμπειρίες και το οποίο αν το χάσουμε, φοβόμαστε ότι θα τις ξεχάσουμε και αυτές;

Οι άνθρωποι όσο μεγαλώνουμε, αλλάζουμε σωματικά και πνευματικά (ιδιαίτερα αν βρισκόμαστε εντός θεραπευτικού πλαισίου). Οι εμπειρίες μας ευτυχώς καταγράφονται στη μνήμη μας και κανείς δε μπορεί να μας τις αφαιρέσει. Η νοσταλγία για τα προηγούμενα μας χρόνια, είναι επιθυμητή και βοηθητική αλλά δε πρέπει να μας εγκλωβίζει εκεί. Το παρελθόν υπάρχει και μπορούμε να ανατρέχουμε όποτε θέλουμε σε αυτό, όμως είναι το μοναδικό που δε μπορούμε να αλλάξουμε. Μένοντας εγκλωβισμένοι στο παρελθόν και στις αναμνήσεις μας, κινδυνεύουμε να ζούμε εκεί και να μην απολαμβάνουμε καθόλου τη ζωή μας στο παρόν.

Υπάρχει μία τελευταία επισήμανση, που κάνει πιο δύσκολη την απόφαση και αφορά τη λέξη που σκεφτόμαστε. Θα τα πετάξω! Ακούγεται βαριά και αχάριστη απέναντι τους, σωστά; Είναι και αυτό όμως ένα κομμάτι της άρνησης και το οποίο μπορούμε να αλλάξουμε μόνοι μας, καθώς δεν είναι αυτή η μόνη λύση.

Τα ρούχα, ανάλογα και τη κατάσταση τους, μπορούμε να τα πουλήσουμε, να τα χαρίσουμε ή ακόμα και να τα ανακυκλώσουμε, κάνοντας τα ξανά χρηστικά. Έτσι, δεν αφήνουμε την ενέργεια τους πεταμένη αλλά την επιστρέφουμε συμπαντικά εκεί που μπορεί να χρειάζεται, κάνοντας ταυτόχρονα και μια καλή πράξη.

Υ.Γ. Ευχαριστώ τον φίλο μου Παναγιώτη Γ. που υπήρξε έμπνευση αυτού του άρθρου.