Κείμενο: Παναγιώτα Νταλκίτση
Φοιτήτρια Ψυχολογίας ΑΠΘ

Επιμέλεια: Μαρία-Ανδρονίκη Τραυλού
Φιλόλογος-Γλωσσολόγος


Έρωτας, συνώνυμο της μέθης. Μεθύσι δυνατό, το πλέον δυνατό της ζωής σου. Χορταίνει η ψυχή σου από «ουσίες» πόθου, ομορφιάς, μαγείας. Ναρκώνεται η λογική και μουδιάζει ο πόνος. Εγκαταλείπεις το απόκοσμο πανηγύρι της καθημερινότητας. Μεταμορφώνεσαι σε πρωταγωνιστή της λαμπρότερης παράστασης της ζωής σου. Ντύνεσαι με τον μανδύα της εξωραϊσμένης ευτυχίας και χορεύεις παραδομένος σε άγνωστα μαγικά χέρια, σε μυστηριώδη  σκοτεινά μάτια. Χαρίζεις κομμάτια της ψυχής σου για να ομορφύνεις στιγμές του μάγου του μυαλού σου, του γητευτή του είναι σου. Αφήνεις να μπολιάσει μέσα σου ό,τι αυτός επιθυμεί. Γίνεται σημείο αναφοράς σου. Αποκτάς υπερδυνάμεις γευόμενος το ελιξίριο που διαχέει το φιλί του. Νιώθεις ρωμαλέος και συνάμα αδύναμος, εύτηκτος. Δυνατός να κυριαρχήσεις σε καθετί που μοιάζει τροχοπέδη. Ευάλωτος μπροστά στην αδιάλειπτη εκπέμπουσα σαγήνη του αντικειμένου του πόθου σου. Μεθάει κάθε συνειδητός κι ασυνείδητος αμυντικός μηχανισμός της ψυχής σου. Εκλεπτύνεται κάθε φόβος για προδοσία. Ελαχιστοποιείται κάθε λογική πτυχή του μυαλού σου. Τίποτε δε μοιάζει επίπλαστο, ηθελημένο. Όλα φαντάζουν ότι μοιρολατρικά υφίσταντο προτού διασταυρωθούν βλέμματα και εκτοξευθούν οι χημικές διαδράσεις του έρωτα. Φαντάζει τόσο υπέροχο που το απαγγέλλεις  κάθε βράδυ σαν παραμύθι στον παραδομένο εαυτό σου. Αναβλύζεις ζωή και καθετί που μοιάζει να αμαυρώνει το παραμύθι σου, το προσπερνάς. Το θάβεις στο πιο ανήλιαγο κομμάτι της ψυχής σου. Κωφεύεις σε κάθε σειρήνα που σου ψιθυρίζει ότι η μέθη του έρωτά σου πρόκειται να σε αφήσει σύντομα ξεμέθυστο, ανήδονο, κενό. Δε δύνασαι να πιστέψεις πως τα αισθήματά σου είναι παροδικά, πως η μεταφυσική, πρωτόγνωρα μοναδική, πνευματική και σαρκική συνεύρεση δεν ήταν παρά το κύκνειο άσμα ενός περαστικού έρωτα. Μεταμορφώνεσαι ξανά σε έκπτωτο βασιλιά που επένδυσε τυχοδιωκτικά σε λάθος άνθρωπο την περιουσία του, τον πλούτο της ψυχής και του κορμιού του. Πονάς. Μοιάζεις ανίκανος να παραδοθείς σε γαλήνιο ύπνο χωρίς την ηχώ του παραμυθιού. Αρχίζεις παροδικά να ξυπνάς από τον λήθαργο του μεθυστικού ύπνου σου. Γίνονται πλέον ορατές οι φλόγες που έκαψαν και βούλιαξαν την ψυχή σου σε στάχτες. Η λογική πτυχή του είναι σου παίρνει ξανά τη θέση της και συνηγορεί στην πρακτική της λήθης. Στην πρακτική της συγχώρεσης. Συγχωρείς τον εαυτό σου που υπερεκτίμησε την ακαλλιέργητη ικανότητα του ανθρώπου να απεμπολήσει κάθε εγωιστική τάση και απωθημένα βιώματα προκειμένου να ενοποιηθεί με μια έτερη ψυχή σε έναν επίγειο παράδεισο. Συγχωρείς και συνεχίζεις να ζεις. Συνεχίζεις να ζεις έχοντας τη σοφία που σου δώρισε η δυνατή εμπειρία του απογοητευτικού, επισφαλούς έρωτα και η οποία θα σε οδηγεί να αναζητείς δίχως αλαζονεία κι επιπόλαιη διάθεση το πιο εφικτό κι αυθεντικό, το πιο γήινο.