Κείμενο: Ελπίδα Βεριτά
Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Στέλλα Πυρένη
Φιλόλογος


Γεια, είμαι η Ελπίδα.

Αλλά αυτό φαντάζομαι πως ήδη το γνωρίζετε. Όπως και την ιστορία μου. Οι καθημερινές μου σκέψεις τους τελευταίους μήνες ίσως να προδίδουν την αξία του ονόματος που έχω προσδώσει στον εαυτό μου. Οι εναλλαγές διάθεσης είναι τρομακτικά φανερές και το καταθλιπτικό επεισόδιο που περνάω αυτή την περίοδο, κάθε άλλο παρά ελπίδες και αισιοδοξία με έχει γεμίσει. Από την άλλη, όταν αποφάσισα να είμαι η «Ελπίδα», το έκανα για ακριβώς αυτές τις ανυπόφορες καταστάσεις που βιώνω. Για να μπορώ να βασίζομαι σε κάτι -ακόμη κι αν αυτό το κάτι είναι αφηρημένο. Για να σας πω την αλήθεια, όταν βρίσκομαι σε σταθερότητα ψυχιατρικών συμπτωμάτων, λίγο ως καθόλου αναζητώ ανακούφιση μέσα από τη γραφή. Πατάω τόσο γερά στα πόδια μου που δεν έχω την ανάγκη να μοιραστώ. Μόνο να απολαύσω τις μέρες.

Αλήθεια, η μπόρα πέρασε ποτέ ή απλώς έκανε για λίγο στην άκρη για να μου δώσει χρόνο και τώρα ήρθε ξανά στην επιφάνεια; «Δε μπορώ να τα καταφέρω μόνη μου… δε μπορείτε να με αφήσετε εδώ μόνη μου». Οι φράσεις αυτές έχουν γίνει φωνές στο μυαλό μου κι εγώ συνεχίζω να υποφέρω όσο δε μπορώ να τις διώξω. Πήρα λάθος στροφή και κουτούλησα σε μια σειρά από μεγάλες κοτρόνες. Για μια ακόμη φορά. Αν τις κοτρόνες τις είχε τοποθετήσει κάποιος άλλος σε λάθος σημείο, τότε θα μπορούσα με λίγη υπομονή να τις μετακινήσω και να τις βγάλω από το δρόμο μου. Όμως δεν είναι έτσι. Κάθε κοτρόνα τοποθετήθηκε εκεί για κάποιο λόγο. Ίσως και από εμένα την ίδια. Οι κοτρόνες είμαι εγώ. Κάθε κοτρόνα μου θυμίζει τον αγώνα που εξακολουθώ να δίνω με τον εαυτό μου. Όλες τις μάχες που έδωσα στο παρελθόν αλλά και εκείνες που κάνουν σήμερα αισθητή την παρουσία τους. Είναι οι μνήμες εκείνες που κουβαλάω μαζί μου. Παράξενο, δεν είναι; Κάποια πράγματα που δε μπορούμε να θυμηθούμε και άλλα που δε θα ξεχάσουμε ποτέ.  Αλλά ένας μαχητής δεν είναι μαχητής, εκτός κι αν πολεμάει στις μάχες… όταν τα τείχη πέφτουν.

Είναι τώρα δύο μήνες που βρίσκομαι χωρίς θεραπεία. Όχι από επιλογή, απλά επειδή η διαδικασία είναι χρονοβόρα όταν αναζητάς θεραπευτές σε μια άλλη χώρα. Δύο από τους πιο δύσκολους μήνες της ζωής μου μέχρι και σήμερα κι ωστόσο ούτε για μια στιγμή δεν έχω σκεφτεί να επιστρέψω και να εγκαταλείψω τα όνειρα και τους στόχους μου. Εκείνο όμως που δεν είχα κατανοήσει ποτέ, είναι το φορτίο που σηκώνουν στις πλάτες τους οι σημαντικοί άλλοι που περνούν δίπλα μου ένα επεισόδιο. Μπορούσα να το φανταστώ μονάχα και μέσα από τη φαντασία μου να βγάλω βιαστικά συμπεράσματα. Ξέρετε, με την οικογένειά μου ποτέ δεν αισθανόμουν άνετα να μιλήσω για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζω και για τα συναισθήματά μου. Πώς να εξηγήσω στη μητέρα μου τη μανιοκατάθλιψη, καθώς με βλέπει να κλαίω και να κουκουλώνομαι στο κρεβάτι όλη την ημέρα;

Η μανιοκατάθλιψη μοιάζει πάντα με τα καρουζέλ που βλέπουμε στο λούνα παρκ. Έχω στη σκέψη μου την εικόνα από τα μικρά παιδιά που κάθονται στα αλογάκια κι εκείνα πηγαίνουν πάνω-κάτω καθώς το καρουζέλ γυρίζει. Η εμπειρία στο λούνα παρκ είναι διασκεδαστική και ευχάριστη. Μόνο που όταν η διάθεσή μου μεταβάλλεται από τον ένα πόλο στον άλλο -από τη μανία στην κατάθλιψη- αυτό το πάνω-κάτω με οδηγεί στο να χάνω πάντα ένα κομμάτι από τον εαυτό μου. Και το βίωμα είναι συχνά οδυνηρό και εξουθενωτικό.  

Η μητέρα μου με ρωτάει πώς μπορεί να με βοηθήσει κι εγώ έρχομαι στη δυσάρεστη θέση να της απαντήσω ότι μόνο εγώ μπορώ να βοηθήσω τον εαυτό μου. Στην πραγματικότητα, εκείνη τη στιγμή δε μπορώ να εξηγήσω και σιγά σιγά απομακρύνομαι. Κάπου κρατάω κρυμμένες όλες εκείνες τις λέξεις που ποτέ δε μπορώ να πω. Όταν η κατάθλιψη έρχεται, όλα γίνονται θολά και σκοτεινά. Ποτέ δε της είπα ένα «Σ’αγαπώ μαμά». Τώρα μου είναι ακόμη πιο δύσκολο. Ακόμη κι αν αναγνωρίζω στα μάτια της ότι πονάει μαζί με μένα. Κι εκεί που τις τελευταίες μέρες είχα αρχίσει να καταρρέω, βρήκε εκείνη τη δύναμη να μου πει ότι είναι υπερήφανη για μένα και ότι με θαυμάζει για όλο το δρόμο που έχω διανύσει μέχρι τώρα. Έπειτα με αγκάλιασε. Για πρώτη φορά, αφέθηκα κι εγώ στην αγκαλιά της. Ίσως γιατί η αγκαλιά ήταν πάντοτε ένας τρόπος έκφρασης για μένα. Και ξαφνικά δεν ήμουν τόσο ανήμπορη όσο νόμιζα. Και ξαφνικά συνειδητοποίησα για μια ακόμη φορά ότι υπάρχουν άνθρωποι που είναι πάντα κάπου εδώ τριγύρω. Άνθρωποι που με έχουν ζήσει στην καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου αλλά και στις χειρότερες εκφάνσεις μου… κι όμως μένουν.

Υποχώρησαν τα δάκρυα. Ήταν ένα σημάδι του χρόνου. Πρέπει να βγεις από όλο αυτό, σκέφτηκα. Πάψε να κλαις. Πάψε να λυπάσαι. Φόρα τα πιο φανταχτερά σου ρούχα. Φόρα το πιο μεγάλο σου χαμόγελο. Κάνε ακόμη μια στροφή για όσα δεν έχεις ζήσει και μπορεί μια έκπληξη να σε περιμένει στη γωνία… μια έκπληξη που να σημαίνει τη δική σου επιστροφή. Πρέπει να είσαι όμορφη για τις μέρες που θα ‘ρθουν. Να θυμάσαι να είσαι ευγενική με τον εαυτό σου. Να θυμάσαι ότι όλα θα είναι καλά. Είσαι εδώ για να πολεμήσεις τη φωτιά!

Γεια, είμαι η Ελπίδα. Ή μήπως είμαι κι εγώ ένας μαχητής τώρα πια;

 

(Πηγή)