Συνέντευξη :Βάσια Μήλα
Φοιτήτρια Κοινωνιολογίας

Επιμέλεια: Μαρία Πολυκρέτη
Ψυχολόγος

Βασίλης Μακρυδήμας
Υπ. Διδ. Νεοελληνικής Φιλολογίας


Η Φωτεινή Σιάνου, την οποία γνωρίσαμε σε προηγούμενη συνέντευξη, με έφερε σε επαφή, μετά από δική μου πρωτοβουλία, με γυναίκες που είχαν αποφυλακιστεί από τις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού και Θήβας. Η ίδια είχε γνωριστεί μαζί τους, μαζί με την συνεργάτιδα και φίλη της Κατερίνα Αρβανιτάκη, η οποία μας μιλάει και εκείνη, μέσα από το επιμορφωτικό πρόγραμμα «Επικοινωνία δίχως Βία, η Δύναμη είναι μέσα σου». Σκοπός μου ήταν να συναντηθώ μαζί τους για να μάθω περισσότερα για το σωφρονιστικό σύστημα των γυναικείων φυλακών, αλλά και, γιατί ήθελα να ακουστεί η φωνή των γυναικών αυτών και να μπορέσουν να μιλήσουν για όσα πέρασαν και έζησαν μέσα στις φυλακές.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης αισθάνθηκα ανάμεικτα συναισθήματα: φόβος, ανησυχία, λύπη, στεναχώρια, αλλά και ένα έντονο σφίξιμο στην καρδιά, που άργησε να φύγει. Είναι πολύ διαφορετικό να μαθαίνεις και να ενημερώνεσαι για το σύστημα των φυλακών μέσα από διάφορες πηγές, και τελείως διαφορετικό να έχεις απέναντί σου άτομα που έχουν ζήσει μέσα σε αυτές και να σου διηγούνται τις εμπειρίες τους.

Κάπου εδώ δίνω τον λόγο στις “πρωταγωνίστριες” της συνέντευξης και σας παροτρύνω να ακούσετε με προσοχή όσα έχουν να μας πουν!

* Η συνέντευξη επικεντρώνεται στις  γυναίκες που αποφυλακίστηκαν από τις φυλακές Κορυδαλλού -μία από αυτές εξέτισε ένα μέρος της ποινής της και στις γυναικείες φυλακές της Θήβας- ενώ, παράλληλα, συμμετέχουν η επιμορφώτρια Φωτεινή Σιάνου με τη συνεργάτιδα της Κατερίνα Αρβανιτάκη.

Αν σας έλεγα να μου μιλήσετε για τα συναισθήματα που νιώσατε την πρώτη σας μέρα στις γυναικείες φυλακές, ποια θα ήταν αυτά;

Μ.: Στην αρχή υπάρχει το συναίσθημα του “απίστευτου”, αναρωτιέσαι, δηλαδή, πώς βρέθηκες εκεί μέσα. Υπάρχει όμως και ο τρόμος.

Χ.: Όταν αντικρίζεις τη φυλακή, τότε είναι που παθαίνεις σοκ, μιας και προσπαθείς να καταλάβεις τι συμβαίνει και αναρωτιέσαι πώς θα επιβιώσεις. Ένα χάος είναι η φυλακή. Καλύτερα να μας ρίχνανε σε έναν υπόνομο, παρά εκεί που μας ρίξανε. Κοιμόμασταν με τις κατσαρίδες, τις σκοτώναμε πάνω μας, μέσα από τα μαλλιά μας. Τους τοίχους τους κρατάγαμε με χέρια και με πόδια. Όταν φεύγαμε για να πάμε από τη μια πτέρυγα στην άλλη, οι τοίχοι άρχιζαν και έπεφταν. Εμείς συντηρούσαμε τη φυλακή και με τη συμπεριφορά μας και με τη νοικοκυροσύνη μας και με ό,τι μπορούσαμε να κάνουμε για να περάσουμε καλά. Προσπαθούσαμε να περνάμε καλά για να κάνουμε τη φυλακή “κατασκήνωση”.

Α.: Φόβο, φρίκη και ανημπόρια.

Κατερίνα Αρβανιτάκη: Την πρώτη φορά που πήγα είχα μια τρομερή αμηχανία, μιας και δεν ήξερα τι να κάνω εκεί, τι ανθρώπους θα συναντήσω, τι ήταν αυτές οι γυναίκες με τις οποίες θα κάναμε την ομάδα, και επιπλέον έψαχνα μέσα μου να βρω την απάντηση, το εσωτερικό κίνητρο που με οδήγησε να πάω στις φυλακές. Στις φυλακές έμαθα ότι δεν υπάρχουνε δάσκαλοι και μαθητές και τα κορίτσια έγιναν όλες δασκάλες μου. Έμαθα ένα σωρό πράγματα μαζί τους, όπως και αυτές μαζί μου. Αυτό με βοήθησε στο να αρχίζω  να καταλαβαίνω ότι τα όρια της φυλακής δεν είναι τα κάγκελα που βλέπουμε. Υπάρχουν τα εσωτερικά κάγκελα, που τα έχουμε όλοι μας και όταν το συνειδητοποιούμε, είτε τα βλέπουμε μπροστά μας είτε είναι μέσα μας, είναι μια ευκαιρία για να ψάξουμε να βρούμε τον τρόπο να τα καταλύσουμε.

Πόσο καιρό περάσατε μέσα στις φυλακές; Περιγράψτε μας μια ημέρα από την παραμονή σας εκεί.

Χ.: Έμεινα μέσα στις φυλακές 18 μήνες. Κάθε μέρα ήταν και μια διαφορετική μέρα, δεν είχαμε συνέχεια τα ίδια και τα ίδια. Εργαζόμασταν όλες, γιατί αυτό βοηθούσε στη μείωση της ποινής. Μετρούσανε μερικά μεροκάματα, είτε 30 είτε 23, ανάλογα με τη δουλειά που έκανες. Τα κελιά το πρωί άνοιγαν στις 07.00, βγαίναμε έξω στο διάδρομο και φτιάχναμε τον καφέ μας και όποια είχε εργασία την ξεκίναγε. Όποιες δεν είχανε περίμεναν πότε θα ανοίξει το προαύλιο -το οποίο ποτέ δεν άνοιγε στην ώρα του- για να βγούμε έξω, ώστε η καθεμία να απασχοληθεί με ό,τι της άρεσε. Εγώ, επειδή είμαι της γυμναστικής, έκανα τη γυμναστική μου έξω στο προαύλιο. Άλλα κορίτσια έπιναν τον καφέ τους, άκουγαν μουσική… μέχρι να έρθει το μεσημέρι, γύρω στις 11.00, οπότε μπαίναμε ξανά μέσα για να πάρουμε το φαγητό και να μας κλειδώσουν στα κελιά. Μας ξανάνοιγαν πάλι στις 15.00. Όσες δουλεύανε σε κάποια πόστα δε μπαίνανε μέσα στα κελιά, ήταν έξω συνέχεια. Εγώ δούλευα στο κυλικείο των υπαλλήλων και τους σέρβιρα. Η ημέρα κυλούσε πάρα πολύ γρήγορα, γιατί 20.30-21.00 το βράδυ μπαίναμε πάλι μέσα στα κελιά.

Χ.: Δεν μας ξεχωρίζανε. Ήμασταν όλες ένα, μαζί με τις Ρομά, μαζί με τις οροθετικές, μαζί με αυτές που είχαν ηπατίτιδα, μαζί με όλα. Είμαστε όλοι ένα, κοιμόμασταν στους ίδιους χώρους, κινούμασταν στους ίδιους χώρους, είχαμε επαφή. Κοιμόμασταν σε κελιά που ήταν 3 Χ 2, με μια κοινή τουαλέτα, την οποία φροντίζαμε εμείς να καλύψουμε με σεντόνια ή ό,τι άλλο βρίσκαμε. Σε ένα κελί που ήταν φτιαγμένο για ένα άτομο, όπως καταλαβαίνεις, κοιμήθηκα και με τέσσερις. Αυτοί που ήταν σε θαλάμους των 22 ατόμων, κοιμήθηκαν και με 25 άτομα.

Α.: Εγώ, αν κοιμόμουν, άνοιγα τα μάτια μου πολύ πριν με ξυπνήσουνε. Κοιμόμουν στο πάνω κρεβάτι και κάθε μέρα της ποινής μου αναρωτιόμουνα: «Θεέ μου, πώς βρέθηκα εδώ;». Ήμουνα μέσα 2 χρόνια, 4,5 μήνες και 2 ώρες ακριβώς! Ακόμα και την τελευταία ημέρα, που δεν ήξερα πότε θα φύγω, αναρωτιόμουνα πώς βρέθηκα εκεί μέσα. Βοήθησαν πολύ η Φωτεινή με την Κατερίνα, γιατί ήταν σωστοί άνθρωποι. Παρ’ όλο που έρχονταν «απ’ έξω», θέλανε να βοηθήσουν και δεν σε βλέπανε σαν σκουπίδι, ούτε σαν δασκάλες, ούτε σαν «γκουρού», ούτε σαν πληρωμένες υπάλληλοι από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, προορισμένες να κάνουν το καθήκον τους και μετά να σε ξεπετάξουν για να σε κλειδώσουν πάλι μέσα. Ήταν σημαντικό αυτό και το χρησιμοποιούσαμε.

Μ.: Εγώ ήμουν μέσα 5 μήνες. Συνήθως ξυπνούσα νωρίς. Με το που άνοιγαν τα κελιά πήγαινα στα τηλέφωνα, όπου είχα τηλεφωνικό ραντεβού με το γιό μου. Τον πήγαινα μέσω τηλεφώνου σχολείο κάθε πρωί, μετά πήγαινα στη δουλειά που είχα μέσα στη φυλακή, και το μεσημέρι έπαιρνα την καρεκλίτσα μου και πήγαινα στα καρτοτηλέφωνα και παίζαμε με το παιδί μου επιτραπέζια παιχνίδια. Έτσι βρήκα τον τρόπο να μπορέσω να είμαι μαζί του. Βέβαια, πέτυχα μια ευνοϊκή περίοδο, κατά την οποία είχαν απεργίες οι εργαζόμενοι και δεν έκλειναν τα κελιά τα μεσημέρια. Ο γιος μου τότε ήταν τεσσάρων χρονών και το τηλέφωνο ήταν ο μόνος τρόπος για να είμαι παρούσα στη ζωή του. Μετά τον δεύτερο μήνα ερχόταν μια φορά την εβδομάδα για μια ώρα στο επισκεπτήριο και τον έβλεπα.

Υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες συμπεριφοράς που πρέπει να ακολουθείτε μεταξύ σας οι κρατούμενες;

Χ.: Δεν υπάρχουν. Απλά προσπαθούσαμε να κρατήσουμε τις ισορροπίες, γιατί έχεις να κάνεις με πολλές κουλτούρες, και, φυσικά, υπήρχαν μερικά άτομα που ήτανε κάπως «ζόρικα». Εμείς προσπαθούσαμε να δημιουργήσουμε ένα φιλικό κλίμα για να περνάμε καλά. Έτσι, απασχολούμασταν με κατασκευές ή κάναμε πάρτι, για να γινόμαστε μια παρέα, ώστε να είμαστε ήσυχες. Το είχαμε πετύχει σε μεγάλο βαθμό. Οι Ελληνίδες που ήμασταν εκεί, ήμασταν άτομα που καταφέραμε να τιθασεύσουμε τις άλλες 220. Ακόμα και με τη γυμναστική, ενώ στην αρχή ήμουν η μόνη που κατέβαινε στο προαύλιο, αργότερα γίναμε 20-25 άτομα, όπως το ίδιο συνέβη με τις δημιουργικές απασχολήσεις. Ακόμα και όταν σφουγγάριζα, φώναζα με χαρά και γινόταν ένα «σφουγγάρισμα-πάρτι» και έτσι κοιμόμασταν με περισσότερη ηρεμία και γαλήνη. Οι περισσότερες που ήταν εκεί, ήταν από άλλα κράτη και ήταν Ρομά. Το ευαίσθητο σημείο τους είναι ο  χορός και έτσι. Με τους χορούς και με τα τραγούδια και τι δε χορέψαμε, προκειμένου να έχουμε ησυχία. Ακόμα, και σε καυγάδες μπαίναμε στη μέση για να ισορροπήσουμε την κατάσταση.

Το προσωπικό των φυλακών είναι κατάλληλα καταρτισμένο, ώστε να διαχειρίζεται καταστάσεις που προκύπτουν από τον ιδρυματισμό και την πίεση που βιώνατε ως κρατούμενες, ή τα απέδιδαν όλα στην «εγκληματική φύση» του άλλου, χωρίς να τον αντιμετωπίζουν σαν άνθρωπο;

Κατερίνα: Στην πρώτη περίοδο της κρίσης, που έγιναν διάφορες συγχωνεύσεις και καταργήσεις οργανισμών, εμείς στη φυλακή βρήκαμε ανθρώπους από όποια υπηρεσία μπορείς να φανταστείς, που τους έφεραν να παριστάνουν τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους.

Χ.: Η δημοτική αστυνομία αφομοίωσε ανθρώπους στις φυλακές μετατρέποντάς τους σε σωφρονιστικούς υπαλλήλους!

Χ.: Αν σφάζονται μπροστά τους (στους υπαλλήλους) κάποιες κρατούμενες και γινόταν μακελειό, δεν μπορούσαν με τίποτα να μπουν στη μέση, διότι έχουν αυτή την εντολή.

Α.: Στη Θήβα έμπαιναν στη μέση ενός καυγά οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, τους χτυπούσαν και τους ξεχώριζαν.

Α.: Εγώ θεωρώ ότι υπάρχουν ελάχιστα καταρτισμένοι άνθρωποι, που ίσως δεν έχουν τρελό ενδιαφέρον για να βοηθήσουν, και άλλοι πάλι που βοηθάνε, ίσως να έχουν κάποιο ιδιοτελές κίνητρο.

Μ.: Εγώ δεν ξέρω αν μπορούσαν ή δεν μπορούσαν να μπουν στη μέση, ξέρω όμως ότι υπήρχαν μέσα στις φυλακές σωφρονιστικοί υπάλληλοι που το είχαν ψάξει μόνοι τους και είχανε βρει τον τρόπο να διευθετούν τέτοιες καταστάσεις. Ήταν «καταρτισμένοι», επειδή το είχαν καλλιεργήσει μόνοι τους. Υπήρχαν, βέβαια, και οι υπάλληλοι που αντιμετώπιζαν τα καθήκοντά τους ως μια πολύ τυπική εργασία γραφείου.

Πώς επιβιώνει κανείς μέσα σε μια φυλακή; Εσείς, πώς επιβιώσατε;

Α: Βοηθούσε πολύ η δουλειά, γιατί, χωρίς τα μεροκάματα, δεν θα ήταν ποτέ δυνατό να βγεις έξω σύντομα. Εγώ ζωγράφιζα και ευτυχώς γνώρισα μερικούς ενδιαφέροντες ανθρώπους μέσα,  με τους οποίους έχω κρατήσει και έξω επαφή. Αυτό με γλύτωσε από το να τρελαθώ τελείως εκεί μέσα, γιατί για μένα ήταν σαν να ζω σε άλλον πλανήτη… άλλος πληθυσμός, άλλη «πίστα», μόνο έτσι μπορώ να το χαρακτηρίσω.

Αυτό που βιώσατε στις φυλακές σας άλλαξε;

Χ.: Αυτό που μας συνέβη είναι ένα άσχημο γεγονός. Μέσα από αυτό άλλοι άνθρωποι βγήκαν καλύτεροι, και άλλοι χειρότεροι.

Α.: Εκεί μέσα «κλείστηκα» πάρα πολύ, αν και είμαι πολύ επικοινωνιακό άτομο. Το έκανα με σκοπό να προφυλάξω τον εαυτό μου. Μίλαγα και έκανα παρέα με ελάχιστα άτομα, γιατί αλλιώς θα είχε καταστραφεί τελείως ο εγκέφαλος μου. Θεωρώ ότι υπήρχαν διάφορες «άρρωστες» προσωπικότητες -και εγώ ίσως «άρρωστη» να ήμουν μέσα σε αυτή την κατάσταση, γιατί και εγώ έκανα λάθος πράγματα για να βρεθώ μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον- όμως, δεν θεωρώ ότι είναι μικρογραφία της κοινωνίας. Είδα πολλές νοσηρές συμπεριφορές και πολλούς χαρακτήρες που με τρόμαζαν, και δεν ήθελα και ούτε κατάφερα να τους τιθασεύσω. Έχω καλή εμπειρία μόνο με τους ανθρώπους που έβλεπα μέσα και συνεχίζω και τους βλέπω έξω. Όσο για τους άλλους, θα ήθελα να πατήσω ένα κουμπί και να τους ξεχάσω.

Θα με ενδιέφερε πολύ να ακούσω τη γνώμη σας για τις γυναικείες φυλακές.

Α.: Η πλειοψηφία των υπαλλήλων είναι «ακατοίκητοι». Θεωρώ ότι πολύ λίγοι άνθρωποι ήταν φυσιολογικοί. Οι αποτυχημένοι της ζωής γίνονται αστυνομικοί ή σωφρονιστικοί υπάλληλοι. Είναι απαίδευτοι χωρίς εσωτερικές αναζητήσεις και χωρίς να τα έχουν βρει με τον εαυτό τους. Όσο πιο κενός είσαι, τόσο χειρότερα συμπεριφέρεσαι, όταν έχεις την εξουσία και ο άλλος είναι αβοήθητος και ανήμπορος. Υπάρχουνε μερικές εξαιρέσεις μέσα σε αυτούς τους ανθρώπους αλλά, γενικά, οι άνθρωποι θα έπρεπε να έχουν άλλη παιδεία. Βγαίνοντας έξω θα έπρεπε να συζητάμε και να λέμε «Τι κρίμα που είναι ο θεσμός της φυλακής, αλλά υπήρχαν καλοί άνθρωποι μέσα που μας βοήθησαν», πράγμα που σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να το πούμε τώρα.

Α. Η φυλακή δεν βοηθάει. Θα  μπορούσε να είναι αληθινός χώρος σωφρονισμού, αν υπήρχαν αληθινοί άνθρωποι, που θέλουν να βοηθήσουν -όπως η φίλη μας Φωτεινή και η Κατερίνα, που είναι οικογένεια πια για εμάς- και να κάνουνε σωστά τη δουλειά τους. Ιδανικά, εκεί θα ήτανε ένα μέρος για να σκεφτείς τα λάθη που έκανες (ή δεν έκανες) και να έχεις μια εσωτερική ηρεμία. Δεν υπονοώ, φυσικά, ότι θα έπρεπε η φυλακή να είναι μια παιδική χαρά, αλλά θα έπρεπε να είναι ένας τόπος γαλήνης και δημιουργίας. Θέλουνε το αντίθετο και το καταφέρνουνε με μεγάλη επιτυχία.

Μ.: Κάθε άνθρωπος, από οποιοδήποτε κοινωνικό υπόβαθρο και αν προέρχεται, είτε είναι υπόδικος, είτε είναι φρουρός, έχει την δυνατότητα, κατ’ εμέ, να επικοινωνήσει με τον απέναντί του. Ρομά, οροθετικοί, χρήστες ναρκωτικών, άνθρωποι που έκαναν φόνο, άνθρωποι που «την πάτησαν» και κατέληξαν στη φυλακή, ευσυνείδητοι εργαζόμενοι ή υπάλληλοι που τυχαία βρέθηκαν εκεί εξαιτίας της ανεργίας, όλοι μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, εφόσον το θελήσουν. Η ουσία είναι ότι υπάρχει τρόπος να βρεις δίαυλο επικοινωνίας, και έχω την εντύπωση ότι στην πλειοψηφία είχα καταφέρει να συνεννοηθώ με σχεδόν όλους εκεί μέσα. Αν μπορέσεις να πλησιάσεις τον άλλο, είναι δύσκολο μετά να σου κάνει κακό, καθώς ούτε εσύ να τον πειράξεις.

Μ.: Έχεις, από τη μια, τον περιορισμό ότι δεν μπορείς εσύ να επιλέξεις τους ανθρώπους με τους οποίους θα κάνεις παρέα, αλλά από την άλλη, έχεις μια υπέροχη δυνατότητα. Ακριβώς επειδή δεν μπορείς να τους επιλέξεις, να βρεις τρόπους να επικοινωνήσεις μαζί τους! Ενώ έξω, μπορείς πολύ εύκολα να γυρίσεις τα μάτια και να μην δεις, για παράδειγμα, τον άνθρωπο που είναι καθισμένος κάτω και δεν έχει να φάει και είναι στο δρόμο μήνες τώρα, δίχως να του πεις μια κουβέντα. Δύο βήματα παρακάτω θα δεις ένα μαγαζί στα δεξιά σου, θα δεις μια καφετέρια. Έχει αλλάξει η εικόνα πια. Τον άνθρωπο, όμως, που έχει ένα πρόβλημα και είσαι κλεισμένος μαζί του, δεν μπορείς να τον αποφύγεις και αυτό σε κάνει να συνειδητοποιείς ότι πρέπει να μάθεις να συνυπάρχεις και με αυτόν.

Και τώρα που αποφυλακιστήκατε, πώς νιώθετε;

Α.: Μέσα στη φυλακή σου λείπουνε τα πιο μικρά πράγματα, που ένας άνθρωπος έξω δεν μπορεί αντιληφθεί την σημασία τους. Παρ’ όλο που είμαι άνεργη και υπάρχουν ημέρες που έχω «κρίσεις», επειδή δεν ασχολούμαι με κάτι, δεν περνάει ημέρα που να μην ευχαριστήσω τον Θεό που είμαι ελεύθερη… να μπορώ να περπατήσω, και κυρίως, να είμαι έξω τη νύχτα και να περπατάω. Αν οι υπόλοιποι άνθρωποι ήξεραν πόσο τέλειο είναι να μπορείς να περπατάς και να βρίσκεσαι ανά πάσα στιγμή εκεί που θέλεις, κανείς δεν θα γκρίνιαζε ούτε για την ανεργία, ούτε για τίποτα. Αυτό δεν μπορεί να το εκτιμήσει κανένας, αν δε περάσει από αυτή τη διαδικασία.

Α.: Πάντα με ενοχλούσε ο ήλιος πριν μπω στη φυλακή. Τώρα, παρ’ ότι με ζαλίζει, αντιλαμβάνομαι τον ήλιο ως ενέργεια, μιας και, όταν 2,5 χρόνια ζεις μέσα στη φυλακή σαν ποντίκι, είναι πολύ σημαντικό όταν βγαίνεις να σε βλέπει ο ήλιος.

Α.: Εγώ νιώθω σαν ένα αερόστατο, που ανεβαίνει πάνω, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος μια καρφίτσα να με τρυπήσει και να με ξεφουσκώσει. Ένα ωραίο, δυνατό και πολύχρωμο αερόστατο, με τους φίλους μου μαζί, αλλά πάντα με τον κίνδυνο της καρφίτσας στο μυαλό.

Χ.: Επικρατεί ανασφάλεια. Αρχικά δεν μπορούμε να βρούμε δουλειά. Δεν υπάρχει βοήθεια από πουθενά.

Μ.: Αν είσαι από την Αθήνα, έχεις έναν τρόπο να κρατήσεις, αφού βγεις έξω, την ανωνυμία σου σχετικά με το βίωμα της φυλακής, που δε χρειάζεται να το ξέρει όλος ο κόσμος. Αλλά όταν είσαι από ένα χωριό, και μετά τη φυλακή γυρίζεις πάλι εκεί, δεν έχεις ζωή. Γνωρίζω, δηλαδή, άτομο που είναι εκτός φυλακής 1 χρόνο και 5 μήνες και δεν βγαίνει από το σπίτι της, γιατί φοβάται, αφού όλοι οι φίλοι της νομίζουν ότι είναι εγκληματίας. Δεν έχει πλέον κοινωνική ζωή, είναι μέσα στην κατάθλιψη. Τώρα άρχισε δειλά-δειλά να δουλεύει, αλλά ακόμα φοβάται οποιονδήποτε συναντήσει στο δρόμο. Δυστυχώς, υπάρχει και αυτή η πλευρά της περιθωριοποίησης. 

Ποια είναι η αντιμετώπιση της κοινωνίας απέναντι σε μία γυναίκα που καταδικάστηκε για την άσκηση βίας; Συνήθως η βία θεωρείται κατεξοχήν εκδήλωση ανδρικής συμπεριφοράς. Πώς θα το ανατρέπατε αυτό;

Α.: Εγώ θεωρώ ότι υπάρχει ανισότητα ανάμεσα στις γυναικείες και στις αντρικές φυλακές. Οι γυναίκες κάνουν φυλακή σαν να είναι άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας, ενώ οι άντρες έχουν περισσότερα προνόμια, έστω και παράνομα, όταν οι υπάλληλοι κάνουν τα στραβά μάτια και τους επιτρέπουν κινητά τηλέφωνα ή φαγητό. Στις γυναικείες φυλακές δεν γίνεται τίποτα τέτοιο. Είναι σαν να κάνουμε διπλή φυλακή σε σχέση με τους άντρες. Θεωρώ, επίσης, ότι οι υπάλληλοι είναι περισσότερο κομπλεξικοί με τις γυναίκες κρατούμενες απ’ ότι με τους άντρες. Σίγουρα υπάρχει διαφορά και οι άντρες περνάνε καλύτερα, ίσως επειδή τους φοβούνται λόγω σωματικής δύναμης.

Α.: Δεν είναι μόνο η άσκηση βίας που οδηγείται κάποιος στη φυλακή, είναι και άλλα αδικήματα. Οποιαδήποτε πράξη σε έχει οδηγήσει εκεί είναι πρόβλημα, ανεξάρτητα από το φύλο. Είναι ομολογουμένως πιο περίεργο για γυναίκα να είναι παραβατική, καθότι οι άντρες είναι περισσότεροι. Τα λάθη, όμως, είναι ανθρώπινα. Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είτε είσαι άντρας είτε είσαι γυναίκα, κάποια στιγμή μπορεί να ξεφύγεις.

Υπάρχουν προγράμματα ένταξης / επιμόρφωσης που σας βοήθησαν να επαναπροσδιοριστείτε; Ή προγράμματα που τώρα, ως εξωτερική παρατηρήτρια, θα προτείνατε για την επιμόρφωση των κρατουμένων έναντι της αποπροσωποποίησης που βιώνουν ;

Μ.: Εγώ θα πρότεινα το πρόγραμμα της Φωτεινής και της Κατερίνας μέσα στην φυλακή  να μπορεί να απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους. Εμείς είχαμε την τύχη να έχουμε την Φωτεινή και την Κατερίνα για 2-3 ώρες την εβδομάδα. Θα έπρεπε να υπήρχαν περισσότερα τέτοια επιμορφωτικά προγράμματα για να καλύπτεται και μεγαλύτερη μερίδα ανθρώπων.

Φωτεινή Σιάνου: Θα ήθελα να είχα την δυνατότητα για μια μικρή στέγη, όπου θα μπορούν να παραμείνουν για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Όχι άλλη ιδρυματοποίηση, μιας και ο στόχος είναι να σταθείς στα πόδια σου, να αποκτήσεις μια δεξιότητα. Όλο αυτό θα έπρεπε να συνδέεται με μηχανισμούς της πολιτείας –που υπάρχουν- ώστε να μπορούν πιο εύκολα οι κρατούμενες να επανενταχτούν. Αυτή θα έπρεπε να είναι η μέριμνα της πολιτείας. Αυτή η στέγη θα μπορούσε να ήταν εφοδιασμένη με ψυχολόγο, κοινωνική λειτουργό αλλά και ένα δικηγόρο που να επιλύει τα δικαστικά ζητήματα γύρω από αυτές τις υποθέσεις.

Α.: Εγώ θα ήθελα για τουλάχιστον 6 μήνες να βρίσκει το κράτος δουλειά για ανθρώπους που αποφυλακίζονται, με σκοπό μετά να σταθούν στα πόδια τους. Επίσης, θα ήθελα να πω ότι το κράτος όχι μόνο δεν βοηθάει τους αποφυλακισμένους, αλλά τους ρίχνει και στο γκρεμό. Μου ήρθε στην εφορία πρόστιμο 350-368 ευρώ, επειδή ήμουν κρατούμενη, και ονομάζεται «φόρος ποινικών» και αφορά τις διάφορες μεταγωγές που μου έκαναν. Πήγα στην εφορία και το έχω διακανονίσει σε είκοσι δόσεις, γιατί είμαι άνεργη και δεν μπορώ να το πληρώσω. Φανταστείτε κέρδος που έχουν από κάθε κρατούμενο. Το βρίσκω απαράδεκτο.

Ένα μήνυμα για τους αναγνώστες μας…

Α.: Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται!

Χ.: Θέλω να πω ότι όλοι αυτοί που κυβερνάνε και κρατάνε στα χέρια τους ένα κράτος, αυτοί έπρεπε να είναι στις φυλακές και όχι εμείς. Γιατί αυτοί με βάλανε μέσα. Η όλη κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας, αυτό μας έβαλε μέσα. Βρέθηκα μόνη μου με δύο παιδιά, πάλεψα για να τα μεγαλώσω. Ζήτησα βοήθεια, κανείς δεν με βοήθησε. Ούτε και ξέρω τι δουλειές έχω κάνει. Μπαίνοντας στη δουλειά, η δουλειά με έχωσε μέσα στη φυλακή. Έχουνε βγάλει άτομα έξω που έχουνε κάνει φόνους και έχουνε μειώσει τόσο πολύ τις ποινές τους στα εφετεία, που κάνουνε το ελάχιστο της ποινής τους, Και άτομα που έμπλεξαν λόγω οικονομικών υποθέσεων είναι ακόμα μέσα.

Κατερίνα Αρβανιτάκη: Τον τελευταίο καιρό παρατηρώ όλο και πιο πολύ τα κάγκελα που υπάρχουν γύρω μου, εκτός φυλακής, Δεν αναφέρομαι στα νοερά κάγκελα. Μιλάω για τα πραγματικά, υλικά κάγκελα, που περιβάλλουν τους ανθρώπους εκ γενετής. Βλέπω τα κάγκελα που ενισχύονται σε κάθε μπαλκόνι: μόλις γεννηθεί ένα παιδάκι, αμέσως μπαίνει ενίσχυση στα κάγκελα του σπιτιού. Σε λίγο το βάζουν να παίξει σ’ ένα «πάρκο-κελί» με κάγκελα. Μόλις περπατήσει και βγει έξω, το πάνε στην παιδική χαρά που είναι πλήρως κλεισμένη με κάγκελα. Μετά πηγαίνει στο σχολείο και το σχολείο είναι περιτριγυρισμένο με κάγκελα: νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο … Δεν υπάρχει μέρος χωρίς κάγκελα από τη στιγμή που γεννιέται ο άνθρωπος. Το μήνυμα που θα ήθελα να πω είναι «Ρίξτε τα κάγκελα από παντού»!

Μ.: Το να κάνεις κριτική στις ήδη υπάρχουσες κακές καταστάσεις, εμένα προσωπικά δεν είναι κάτι που με ωφελεί. Εγώ μια παρατήρηση θα ήθελα να κάνω. Όλα μπορούν να γίνουν καλύτερα (ή χειρότερα) με την προσωπική πρωτοβουλία του καθενός. Αντί ο ένας να παρατηρεί το στραβό του άλλου, να καταφέρει να συνδυάσει τη δική του πρωτοβουλία με του συνανθρώπου του, Έτσι θα έχουμε όντως έναν καλύτερο κόσμο, είτε μέσα σε μια φυλακή, είτε σε ένα σπίτι, κ.ο.κ. Αν δεν υπάρξει θέληση συνύπαρξης και προσωπικής συνεισφοράς, δεν θα αλλάξει ο κόσμος, αλλά ούτε και οι φυλακές.

Πριν κλείσω αυτήν την συνέντευξη,  θα ήθελα να πω δύο λόγια για αυτές τις γυναίκες. Από την αρχή μέχρι και το τέλος ήταν πολύ ανοιχτές απέναντί μου, πολύ φιλικές και θα ήθελα να τις ευχαριστήσω μέσα από την καρδιά μου. Εύχομαι ολόψυχα να είναι πάντα καλά και ό,τι πέρασαν να μην ξαναέρθει ποτέ. Από εδώ και πέρα, με τη βοήθεια της Δύναμης που κρύβουν μέσα τους να προχωρήσουν συνεχίζοντας τη ζωή τους. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Φωτεινή και την Κατερίνα για τον χρόνο που μου διέθεσαν εκείνο το απόγευμα της Τρίτης, αλλά και για όλα όσα μου εξομολογήθηκαν.