Άρθρο: Σοφία Βελωτά,
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

Επιμέλεια: Μαρία Σουρτζή,
Φιλόλογος


Ο κάθε άνθρωπος βιώνει το πένθος του με τον δικό του μοναδικά μοναχικό τρόπο. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι υπάρχει ένα μέτρο στον πόνο ή στον τρόπο που με τον οποίο βιώνει κάποιος αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση, ώστε να είναι μέσα σε ένα φυσιολογικό ή μη πλαίσιο, εκτός κι αν ο θρήνος είναι παρατεταμένος, οπότε μιλάμε για πολύπλοκο πένθος. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο Worden (1991), για τις «υποχρεώσεις θρήνου», «ο θρήνος δεν μπαίνει σε κουτάκια».

O χαμός ενός αγαπημένου ανθρώπου μπορεί να μας οδηγήσει σε ένα οξύ ή παθολογικό / περίπλοκο πένθος ενώ η κάθε σωματική αντίδραση, όπως και το όποιο συναίσθημα είναι φυσιολογικό. Παρότι ένα άτομο μπορεί να έχει διαπεραστικές/ εμμονικές σκέψεις ή / και αποφυγή σκέψεων για το αγαπημένο πρόσωπο, το οποίο μπορεί να παραπέμπει σε περίπλοκη κατάσταση πένθους, σύμφωνα με το DSM 5, για να ορίσει κάποιος αν είναι παθολογική η κατάσταση, δεν παίζει ρόλο μόνο η ένταση, αλλά και η διάρκεια των συμπτωμάτων. Το άτομο χρειάζεται τουλάχιστον 6 μήνες μετά τον θάνατο του αγαπημένου του προσώπου για να αρχίσουν να υποχωρούν τα συμπτώματα.

Κατά τους Freud (1917) και Bowlby (1980), οι αϋπνίες εμπεριέχονται στα σωματικά συμπτώματα, ενώ η κατάθλιψη και το αίσθημα αβοηθησίας εμπεριέχονται στο συναίσθημα. Η Kubler Ross (1969) συναινεί επισημαίνοντας ότι, η κατάθλιψη που βιώνει το άτομο είναι μέρος της συνειδητοποίησης και αποδοχής του αναπόφευκτου.  Επίσης το άτομο μπορεί να βιώνει απώλεια συγκέντρωσης -ίσως και λόγω των αϋπνιών, σφίξιμο στο στήθος λόγω του έντονου άγχους, απώλεια της όρεξης και αισθήματα μοναξιάς και απομόνωσης. Κατά τον Bowlby (1980), ο τρόπος που βιώνει το άτομο το πένθος του, είναι ανάλογος του τρόπου που σχετίστηκε σε πρώιμο στάδιο της ζωής του.

Κατά τον Worden (1991), το άτομο που πενθεί και βρίσκεται ακόμα στην επεξεργασία του πόνου και του θρήνου με όποιες συνέπειες αυτό επιφέρει, και δεν έχει περάσει ακόμα στο στάδιο της προσαρμογής σε ένα περιβάλλον στο οποίο το αγαπημένο πρόσωπο είναι νεκρό, αποφεύγοντας τη σκέψη του, σημαίνει ότι δεν το έχει επανατοποθετήσει στη ζωή του και έτσι δεν μπορεί να προχωρήσει.

Κατά τους Stroebe, Schut, Van Den Bout (1991), στη θεωρία δυαδικής διαδικασίας, το άτομο μπορεί και να βρίσκεται κάτω από έντονο άγχος και ο πόνος του να είναι δυσβάσταχτος, γιατί ενδεχομένως έχει αρχίσει να μπαίνει στην διαδικασία της αποκατάστασης. Όπως και ο Neimeyer (2001), στην θεωρία αναδόμησης, θεωρούν πως ο σκοπός της συμβουλευτικής, είναι η διαπραγμάτευση μιας ζωής με νόημα.

Κατά τους Dezelic & Ghannoum (2014-15) το άτομο βιώνει στοιχεία της τραγικής τριάδας (συνειδητοποίηση της θνητότητας της ύπαρξης) και της νευρωτικής τριάδας (κατάθλιψη) τα οποία το οδηγούν σε μια ζωή χωρίς νόημα και ελπίδα και σε μια υπαρξιακή ματαίωση, όπου είναι και ο λόγος που δεν βρίσκει λόγο για να ζει.

Σε περιπτώσεις αυτοκτονίας του αγαπημένου προσώπου φαίνεται να δημιουργούνται επιπλέον σκέψεις και συναισθήματα τα οποία δημιουργούν ιδιαίτερη ένταση και όξυνση του πένθους. Συχνά παρατηρούνται ανομολόγητα αισθήματα ενοχής, θυμού, αλλά και εγκατάλειψης, σαν ένα είδος προσωπικής προδοσίας. Και φυσικά ας μην ξεχνάμε το κοινωνικό στίγμα καθώς και τις συναισθηματικές πιέσεις που δέχεται το άτομο που πενθεί, από το ίδιο το γεγονός.

Όταν «χάνουμε» έναν άνθρωπο, «χάνουμε» μαζί του και ένα κομμάτι της ίδιας μας της ύπαρξης, σαν να χάνουμε το ίδιο το νόημα της ζωής. Πεθαίνουν μαζί του οι κοινές εμπειρίες, αλλά και οι ελπίδες, οι προσδοκίες, τα όνειρα και οι  δεσμεύσεις για το κοινό μέλλον. Κλονίζεται η αίσθηση ασφάλειας και η αδυναμία αναδύεται διάχυτη. Ο κόσμος διαλύεται σε μια στιγμή, διαταράσσοντας τη ρουτίνα και φέρνοντας απόγνωση σε μια περιορισμένη ύπαρξη.

Κατά την Kubler Ross (1969), το άτομο που πενθεί περνάει από 5 στάδια:  άρνηση, θυμό, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη και τέλος αποδοχή.  Όχι απαραίτητα με την ίδια σειρά (μπορεί να μεταβεί σε ένα προηγούμενο στάδιο κατά τη διαδικασία του πένθους), ούτε με τον ίδιο χρόνο στο κάθε στάδιο.

Όλες οι θεωρίες για το πένθος λίγο ή πολύ συγκλίνουν και καταλήγουν σε μία κοινή σκέψη. Ανεξάρτητα από τα στάδια και όπως τα ορίζει η κάθε θεωρία, αυτό που χρειάζεται το άτομο, είναι χρόνος. Χρόνος για να επουλωθούν οι πληγές, να αποκατασταθούν οι ισορροπίες, να επαναδιαπραγματευτεί το νόημα του θανάτου μέσα στον χρόνο, να συμφιλιωθεί με την ιδέα, ώστε τελικά να μπορέσει να αναδιοργανώσει τη ζωή του, δίνοντάς της ένα νέο νόημα.

Η συμβουλευτική διαδικασία είναι μια βοηθητική οδός για το άτομο που πενθεί. Μέσα σε ένα σταθερό και προστατευμένο περιβάλλον, γεμάτο κατανόηση και αποδοχή, το άτομο θα εκτονώσει τον θυμό του, θα καταθέσει τις πιο μύχιες δυσάρεστες σκέψεις του, θα αφήσει τα δάκρυά του και τη θλίψη του, ώστε να μπορέσει να εκτονώσει όλο του το συναίσθημα και να μπορέσει να προχωρήσει θέτοντας νέους στόχους. Το να μπορούν να μας ακούν και να μας καταλαβαίνουν  ίσως είναι η αρχή για την πιο ομαλή βίωση του πένθους μας.

Όπως γράφει και η Kubler Ross (2002), στο βιβλίο της Μαθήματα ζωής «…μετά περνάμε σε μια άβολη περίοδο όπου θρηνούμε αυτή την αποπεράτωση και ζούμε την αβεβαιότητα του τι έπεται. Αυτή η περίοδος αβεβαιότητας είναι σκληρή.» (σελ. 116)

 

Επίλογος

Ο θάνατος και η συνεπακόλουθη οδύνη, παρότι δεν είναι ποτέ επιλογή, είναι το μόνο βέβαιο στις ζωές όλων μας. Γεννιόμαστε και ζούμε κυρίως μέσα σε απώλειες, μέχρι να έρθει η στιγμή της δική μας απώλειας της ύπαρξης όπου εκεί είμαστε οι μόνοι που δεν το αντιλαμβανόμαστε και δεν πενθούμε. Πόσο παράδοξο!

Οι πιο θλιμμένες όμως στιγμές όταν βιώνουμε πένθος, είναι εκείνες που συνειδητοποιούμε πόσα πράγματα θα μπορούσαμε να είχαμε αλλάξει προς το καλύτερο στη σχέση μας με τον άνθρωπο που πέθανε, αν είχαμε την δυνατότητα να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω και μας δινόταν αυτή η ευκαιρία. Όλα τα «συγγνώμη» και όλα τα «σ’ αγαπώ» που δεν είπαμε και πλήθος άλλων πραγμάτων που θα μας χάριζαν ευτυχισμένες στιγμές τις οποίες θυσιάσαμε στον βωμό της μικρότητας του εγωισμού μας. Αυτή είναι μια σκέψη που θεωρώ πως αν μπορούσαμε να κρατήσουμε και να διατηρήσουμε μέσα μας, αν μπορούσαμε να δώσουμε στον θάνατο το πρόσωπο του δασκάλου, οι σχέσεις μας θα ήταν πιο αυθεντικές, χωρίς πικρία και τοξικότητα.

«Τώρα! Ας μη χάσουμε το παρόν μας, μένοντας στην ασφάλεια του παρελθόντος ή περιμένοντας να έρθει να μας βρει κάποτε ένα όμορφο μέλλον. Τώρα θα ζήσουμε, τώρα θα χαρούμε, τώρα θα ερωτευτούμε, τώρα θα αγαπήσουμε, τώρα θα αναλάβουμε την ευθύνη της ζωής μας, τώρα θα ζήσουμε ευχαριστιακά». (Από συνέντευξη στην εφημερίδα Καθημερινή του ψυχίατρου Δ. Καραγιάννη, την 5η Οκτ. 2018.)

 

 


Βιβλιογραφικές αναφορές:

Bowlby, J. (1998). Loss: Sadness & Depression, Attachment and Loss, Vol. 3. London: Pimlico.

Frankl Victor E., (2010), Το νόημα της ζωής, Αθήνα: Ψυχογιός.

Freud, S., Fiorin, L. G., Bokanowsky, T. & Lewkowich, S. (1917). On Freud’s “Mourning & Melancholia”. London: Karnac Books.

Ghanoum, G. & Potter, B. (2016). Trauma Treatment – Healing the Whole Person: Meaning-Centered therapy & truma treatment foundation phase-work manual. United Kingdom: Presence Press International.

Kubler-Ross, E. (1969). On death and dying: What the dying have to teach doctor, nurses, clergy and their own familes. London: Rutledge.

Kubler-Ross, E. & Kessler, D. (2002). Μαθήματα ζωής, Αθήνα: Europubli.

Neimeyer, R. A., (2001). Meaning reconstruction and the experience of loss. Washington: American Psychological Association.

Stroebe, M. S., Schut, H., & Van Den Bout, J. Complicated Grief: Scientific Foundations for Health Care Professionals. London: Routledge.

William, J. (1991) Grief counseling and grief therapy: A handbook for the mental health practioner, 2nd Edition. London: Rutledge.

Worden, J. W. (2010), Grief Counseling and Grief Therapy: A Handbook for the Mental Health Practitioner,  4th Edition. London: Rutledge.