Άρθρο: Φανή Αθανασοπούλου
Σύμβουλος ψυχικής υγείας, ψυχοθεραπεύτρια

Επιμέλεια: Κατερίνα Δήμκου
Φιλόλογος

 


Πώς σχετίζεται η έννοια της αποδοχής με την έννοια της αγάπης;

Στην προσωποκεντρική προσέγγιση η άνευ όρων αποδοχή αποτελεί βασική θεραπευτική συνθήκη που σύμφωνα με τον ιδρυτή της, Carl Rogers, είναι εξίσου απαραίτητη και βοηθητική στην αλληλεπίδραση των ατόμων στην καθημερινότητα. Είναι η στάση στοργής, φροντίδας, ζεστασιάς, σεβασμού, ένα περιποιητικό περιβάλλον, η επιβράβευση του προσώπου με απόλυτο τρόπο, όπου του επιτρέπεται δηλαδή να συμπεριφέρεται με τα συναισθήματα που έχει εκείνη τη στιγμή (σύγχυση, θυμό, φόβο, θάρρος κ.α.), μια στάση μη κτητική (Rogers, 1980/2006, σσ. 101-3).

Στις σχέσεις μας με τους άλλους στην καθημερινή ζωή, νιώθουμε αγάπη, ωστόσο δεν διερευνούμε πάντα κατά πόσον τους αποδεχόμαστε άνευ όρων.

Το ερώτημα είναι το εξής: Πώς μπορεί η αγάπη να εκπληρώνει το νόημά της όταν έχει επιβλαβείς συνέπειες για τον αγαπώμενo; Πώς μπορεί κάποιος να αγαπά χωρίς να αποδέχεται;

Η άνευ όρων αποδοχή αποτελεί σημαντικό συστατικό της ευρύτερης έννοιας της αγάπης. Διαφορετικά, έχουμε «αγάπη» μόνον εάν ο αγαπώμενος εκπληρώνει τους όρους μας, όπως για παράδειγμα αν ακολουθεί τις δικές μας αξίες ή συμπεριφέρεται όπως θέλουμε. Έτσι, προκειμένου να έχει την «αγάπη», μπορεί να αρνείται ή να διαστρεβλώνει τις εμπειρίες του έτσι ώστε να ταιριάζουν σε μια εικόνα σύμφωνη με τις προσδοκίες των άλλων. Όταν ένα πρόσωπο έχει φτωχή αυτό- αντίληψη και δεν είναι σε επαφή με τον οργανισμό του, βιώνει ψυχική διαταραχή. Όσο μεγαλύτερη είναι η αποξένωση από τον εαυτό, τόσο σοβαρότερη είναι η εκδήλωση των επιπτώσεων στην ψυχική του υγεία. (Μerry, 2002, σελ. 36).

Αν και η έλλειψη αποδοχής προκαλεί σοβαρές συνέπειες, συνήθως αγαπάμε τους άλλους μέσα από όρους αξίας που οι ίδιοι έχουμε εσωτερικεύσει. Όπως ο Carl Rogers αναφέρει: «Το ολοένα και συνηθέστερο μοτίβο συμπεριφοράς στην κοινωνία μας είναι πως κάθε άνθρωπος πρέπει να νιώθει, να σκέφτεται και να πιστεύει τα ίδια πράγματα με εμένα. Δυσκολευόμαστε πολύ να επιτρέψουμε στα παιδιά, στους γονείς ή στους συντρόφους μας να αισθάνονται διαφορετικά από εμάς» (Rogers, 1989/2006, σελ. 38). Έχουμε μεν την πρόθεση της αγάπης, ωστόσο φτάνει στον αποδέκτη πολλές φορές αυτό-αναιρούμενη μέσα από τους όρους αξίας. Κατά τον ίδιο τρόπο όμως «αγαπάμε» και τον εαυτό μας, όπως έχουμε «αγαπηθεί».

Οι όροι αξίας που έχουμε εσωτερικεύσει και μεταφέρουμε στους άλλους δεν είναι πάντα ξεκάθαρες «εντολές». Μπορεί να συνάγονται από τη μη λεκτική επικοινωνία, από τρόπους συμπεριφοράς και να μην υποχρεώνουν σε κατεύθυνση αλλά να περιορίζουν το εύρος των κινήσεων στη ζωή.

Πώς μπορεί ο φαύλος κύκλος των δυσδιάκριτων αυτών όρων να σπάσει; Ένας βοηθητικός τρόπος είναι η ψυχοθεραπεία, όπου στο ασφαλές της περιβάλλον μπορούμε να αποκαταστήσουμε την αυθεντικότητά μας.

Σε κάθε περίπτωση, βοηθά μια ενεργά εξερευνητική διάθεση ως προς τον εαυτό μας και τους άλλους και όχι μια παθητική στάση που ακολουθεί χωρίς παρατηρητικότητα τη ροή των καταστάσεων. Χωρίς αυτήν τη με ενδιαφέρον ενεργητική στάση δεν μπορούμε για παράδειγμα να αντιληφθούμε την επίπτωση που μπορεί να έχουν τα λόγια ή οι στάσεις μας στους άλλους.

Από την άλλη πλευρά, αν η άνευ όρων αποδοχή αποτελεί συστατικό μέρος στην ευρύτερη έννοια της αγάπης, τότε μπορεί να υπάρξει αποδοχή άνευ όρων χωρίς αγάπη;

Πώς μπορούμε να αποδεχτούμε για κάποιον με τον οποίο δεν έχουμε συναισθηματικό δέσιμο; Πώς μπορούμε να σεβόμαστε και να εκτιμούμε κάποιον που δεν γνωρίζουμε;

Μπορεί να συμβεί, αν κοιτάμε το πρόσωπο όχι τις ταμπέλες, όταν δηλαδή είμαστε πρόθυμοι να ακούσουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα του άλλου. Όταν ακόμα κι αν νιώθουμε θυμό ή είμαστε δραματικά αντίθετοι με τις πεποιθήσεις του, αναγνωρίζουμε ότι τα συναισθήματα ή οι πεποιθήσεις του αποτελούν τη δική του πραγματικότητα, όπως οι δικές μας αποτελούν τη δική μας πραγματικότητα (Sanford, 2001).

Μια τέτοια στάση πηγάζει από την ευρύτερη έννοια της αγάπης απέναντι στο ανθρώπινο. Είναι διαφορετική η ποιότητα αυτής της αγάπης από την προσωπική έννοια της αγάπης μεταξύ συγγενών, συντρόφων, φίλων, ως ευρύτερη, πιο λεπτοφυής, απορρέουσα από το «εμείς». Ωστόσο, είναι αυτή η ποιότητα που όταν υπάρχει και σε αυτές τις σχέσεις, μπορεί να τις καταστήσει ουσιαστικά και σε βάθος βοηθητικές.

Στη συζήτηση του Carl Rogers με τον Paul Tillich, η αποδοχή προσδιορίζεται και ως αγάπη (agape) ή ως μια «αγάπη που ακούει (listening love)» (Kirchenbaum & Henderson, 1989, σσ. 64-78).

Κατά τον Campell Purton (1998), προσωποκεντρικό θεραπευτή και λέκτορα φιλοσοφίας, εκείνος προς τον οποίο απευθύνεται ο σεβασμός και η αποδοχή μας είναι περισσότερο ο ουσιαστικός εαυτός του άλλου (essential self), μέρος του οποίου είναι ο εμπειρικός εαυτός (empirical self) που μπορεί να έχει διαστρεβλωθεί. Η ουσία του άλλου είναι αυτή που περιέχει δυνατότητες πέρα από την εμπειρική του ύπαρξη. Αυτή είναι η διάσταση της πνευματικότητας της αποδοχής και η θεώρηση του ανθρώπου ως πνευματικού όντος. Για τον C. Purton, η ανθρώπινη φύση δεν προσδιορίζεται μόνο με όρους ζωής «μέσα σε αυτόν τον κόσμο», αλλά και με μια διάσταση προσωπικής ύπαρξης «πέρα από αυτή τη ζωή». Όπως αναφέρει, αυτή η άποψη δικαιολογεί τα λόγια του χαρακτήρα Antoine  στο έργο Trois Pièces του Marcel: «Να αγαπάς κάποιον σημαίνει να του λες δεν θα πεθάνεις.»

Τα παραπάνω είναι μια προέκταση της βασικής θεωρίας του C. Rogers, ο οποίος ανέφερε ότι κατά την επαφή του με πελάτες των οποίων οι ζωές είχαν παραποιηθεί σε τρομερό βαθμό και η ζωή τους φαινόταν στρεβλή, μετά βίας ανθρώπινη, διαπίστωνε ότι προσπαθούσαν να εξελιχθούν. Αυτή είναι η εμπιστοσύνη στην κατευθυντική τάση μέσα τους και η βάση της άνευ όρων αποδοχής, η εμπιστοσύνη προς την τάση πραγμάτωσης που συμβαίνει σε όλους τους οργανισμούς, δηλαδή μια λανθάνουσα ροή κίνησης προς εποικοδομητική εκπλήρωση των εγγενών δυνατοτήτων τους (Rogers, 1980/2006).

Ο C. Rogers (1989/2006) είχε αναγνωρίσει ότι η καλύτερη θεραπεία οδηγεί σε μια διάσταση πνευματική, εννοώντας τη βαθιά διάσταση του ανθρώπινου, την εξερεύνηση του μυστηρίου της ύπαρξής μας, έναν αφυπνισμένο τρόπο συνύπαρξης με τον εαυτό μας και τους άλλους (Kalmthout, 2008). Γιατί η αγάπη είναι ένας τρόπος να αναγνωρίζουμε τον Άλλον ως Άλλον, επιτρέποντας να μας αγγίξει η ουσία του αντίθετου (Charura & Paul, 2015, σελ. 33).

Έχοντας αυτές τις συνδέσεις η αποδοχή με την αγάπη και μια τόσο βαρύνουσα σημασία για την ανθρώπινη ύπαρξη, χρειάζεται να γίνεται εμφανής και κατανοητή μέσα στη σχέση με τον άλλον. Η άνευ όρων αποδοχή δεν μπορεί παρά να είναι έκδηλη και να εκπέμπεται χωρίς αμφιβολία, με τους τρόπους που προσδιορίζεται ως ζεστασιά, στοργή, φροντίδα, σεβασμός, θετική αναγνώριση, λεκτικά αλλά και με τη μη λεκτική επικοινωνία και συμπεριφορά. Η άνευ όρων αποδοχή ούτε αυτονόητη είναι, ούτε συμπεριλαμβάνεται αυτόματα στην αγάπη, αντίθετα είναι αυτή που δημιουργεί την αυθεντική ταυτότητα της αγάπης.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Baldwin, M. (1987). Interview with Carl Rogers on the use of the self in therapy, Journal of Psychotherapy & The Family, 3(1), pp. 45-52. doi: 10.1300/J287v03n01_06

Charura, D., & Paul, S. (2015). Love and therapy: in relationship. London: Karnac.

Kalmthout, M. van. (2008). Meaning in a godless universe: a challenge for person-centered therapy. Person-centred and experiential psychotherapies, 7(1), pp. 56-59. doi: 10.1080/14779757.2008.9688452

Kirschenbaum, H., & Henderson, V.L. (Eds.). (1989). Carl Rogers: dialogues: conversations with Martin Buber, Paul Tillich, B.F. Skinner, Gregory Bateson, Michael Polanyi, Rollo May, and others. Boston: Houghton, Mifflin and Company.

Marcel, G. (1931). Trois Pièces. Paris: Plon.

Merry, T. (2002). Learning and being in person-centred counselling (2nd edition). Ross-on-Wye: PCCS Books.

Purton, C. (1998). Unconditional positive regard and its spiritual implications. In B. Thorne & E. Lamberts (Eds.), Person-centred therapy: a European perspective (pp. 23-36). London: Sage Publications.

Rogers, C. (2006). Ένας τρόπος να υπάρχουμε (Μ. Ρηγοπούλου, μετ.). Αθήνα: Εκδόσεις Ερευνητές. (Original work published 1980).

Rogers, C. (2006). Το γίγνεσθαι του προσώπου (Μ. Ρηγοπούλου, μετ.). Αθήνα: Εκδόσεις Ερευνητές. (Original work published 1989).

Sanford, R. (2001). Unconditional positive regard: A misunderstood way of being. In J. Bozarth & P. Wilkins (Eds.), Rogers’ therapeutic conditions: evolution, theory and practice (Vol. 3, unconditional positive regard /, Ser. Rogers’ therapeutic conditions : evolution, theory and practice, pp.65-75). Ross-On-Wye: PCCS Books.