Άρθρο: Φανή Αθανασοπούλου
Σύμβουλος ψυχικής υγείας, ψυχοθεραπεύτρια

Επιμέλεια: Κατερίνα Δήμκου
Φιλόλογος


Ο Carl Rogers (1980/2006) αναφέρεται στην άνευ όρων αποδοχή ως θερμή στάση αποδοχής και απόλυτη επιβράβευση του προσώπου, ως τη δύναμη του να επιτρέπω στον άλλον να έχει τη δική του αυθεντικότητα και να είναι διαφορετικός.

Ουσιαστικά, η αποδοχή έχει τη σημασία της πύλης για τις διαπροσωπικές σχέσεις. Είναι ο τρόπος με τον οποίο υποδεχόμαστε τον άλλον. Αν σε μια γνωριμία μας, αισθανθούμε είτε άμεσα είτε έμμεσα ότι ο άλλος μας απορρίπτει, το πιθανότερο είναι ότι θα απομακρυνθούμε.

Στην επικοινωνία η αποδοχή διευρύνει τη συμμετοχή των μερών. Όσο περισσότερο τη λαμβάνει κάποιος, τόσο πιο βέβαιος και ασφαλής αισθάνεται για να εκθέσει την προσωπική του ιστορία, τα συναισθήματά του ή και τις σκέψεις του. Με άλλα λόγια, ενισχύεται η διάθεσή του να δημιουργήσει γέφυρες σύνδεσης και εμπιστοσύνης.

Η αποδοχή με όρους – συνήθως ο όρος είναι «να είσαι σαν κι εμένα ή να κάνεις αυτά που πιστεύω»- ισοδυναμεί με απόρριψη.  Μπορεί να συμβεί να πιστεύουμε ή να εκφράζουμε σαν γεγονός ότι αποδεχόμαστε άνευ όρων κάποιο πρόσωπο, όμως η μη λεκτική συμπεριφορά μας να προδίδει το αντίθετο, αν δυσκολευόμαστε να αποδεχθούμε αυτό το πρόσωπο.

Η αποδοχή δεν είναι προσποίηση, συγκατάβαση, συμπόνια ή οίκτος· δεν είναι συμπάθεια ως τήρηση των κοινωνικών τύπων· δεν είναι σκόπιμη για να προσεταιριστούμε τον άλλον, ή για να αποκομίσουμε οποιοδήποτε όφελος.

Κάποιες φορές επειδή έχουμε κοινά σημεία με το άλλο πρόσωπο και αισθανόμαστε καλά γι’ αυτό, ίσως θεωρούμε ότι αυτό συνεπάγεται και την άνευ όρων αποδοχή του. Όμως η αποδοχή δεν είναι ταύτιση, αντίθετα η ταύτιση είναι ο όρος μας για την αποδοχή του.

Η άνευ όρων αποδοχή αναφέρεται στην ουσία  του προσώπου, χωρίς ωστόσο την κριτική αξιολόγησή του κι αυτό μπορούμε να το παρέχουμε όταν είμαστε ανοικτοί προς την ξεχωριστή, μοναδική ύπαρξή του (Schmid, 2001).

Είναι κάτι παραπάνω από ένα παθητικό ενδιαφέρον. Είναι να μπορούμε να δεχθούμε να μας αγγίξει με θετικό τρόπο η εμπειρία του άλλου (Bozarth, 2007). Η αποδοχή σηματοδοτεί σχεδόν μια πνευματική προσέγγιση της έννοιας του προσώπου, πέρα από τον  προσδιορισμό του μόνο από τις συμπεριφορές του. (Purton, 1998; Watson & Steckley, 2001). Και ο Carl Rogers (1980/2006) αναφέρει: «πιστεύω ότι αυτή η στάση έχει τις ρίζες της μάλλον στην Ανατολή».

Έχει αναφερθεί και ως στοργή ή φροντίδα που απορρέει από την εμπιστοσύνη μας προς το πρόσωπό του άλλου και την εγγενή του τάση για πραγμάτωση και ανάπτυξη (Schmid, 2001). Ακόμα αναφέρεται και ως «τρυφερότητα», το πιο σπουδαίο από τα συστατικά στοιχεία της ευρύτερης έννοιας της αγάπης (Thorne, 1991; Wilkins, 2001).

Εάν εκφράζουμε την ειλικρινή άνευ όρων αποδοχή μας με τόσο καθαρό τρόπο ώστε ο άλλος με βεβαιότητα να την νιώθει, δίνουμε τη δυνατότητα στην επικοινωνία μας να ξεπεράσει την επιφάνεια.

Οι βαθύτερες συναντήσεις μεταξύ των όντων, όπου αγγίζουν ο ένας την ουσία του άλλου ως πρόσωπα, είναι δυνατόν να εξελιχτούν στην αμοιβαιότητα και στην αρμονία. Ξεπερνώντας τη συνομιλία, μπορούν να φτάσουν στον διάλογο με αμοιβαία επαύξηση της άνευ όρων αποδοχής του ενός προς τον άλλον. Μπορούμε να αντιληφθούμε πόσο σημαντικό είναι αυτό, αφού για να φτάσει το άτομο να βιώσει και να εκφράσει την άνευ όρων αποδοχή για τον εαυτό του και τους άλλους, χρειάζεται πρώτα να την έχει λάβει από κάποιο άλλο σημαντικό για εκείνο πρόσωπο (Sanford, 2001).

Καθοριστικός παράγοντας για την ανάπτυξη της δυνατότητας του προσώπου να προσφέρει την άνευ όρων αποδοχή είναι η βίωσή της από τους σημαντικούς άλλους κατά την παιδική του ηλικία. Όταν η βίωση αυτή είναι η αποδοχή με όρους, οι μετέπειτα σχέσεις όπου μπορεί να βιώσει την άνευ όρων αποδοχή, μπορούν να λειτουργήσουν θεραπευτικά. Καθώς συναντιέται με τον άλλον σε κλίμα εμπιστοσύνης, έρχεται πιο κοντά στον εαυτό του ως πρόσωπο ελεύθερο, σεβαστό και αξιόπιστο.

Στην προσωποκεντρική ψυχοθεραπεία η άνευ όρων αποδοχή αποτελεί τον κατεξοχήν θεραπευτικό παράγοντα. Απελευθερώνει το πρόσωπο από τους όρους αξίας, διευκολύνοντας την αυθεντικότητα και την εναρμόνιση με την τάση πραγμάτωσης (Rogers, 1959, Bozarth 2007). Όταν βιώνεται σε οποιαδήποτε σχέση, προωθεί την ανάπτυξη, ανεξάρτητα από το είδος της σχέσης. (Wilkins, 2001).

Ακόμα, μέσα από αυτήν μπορεί να καλλιεργηθεί η εν- συναίσθηση. Χωρίς την άνευ όρων αποδοχή, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε σαν να είμαστε στη θέση του άλλου, ούτε να διαθέσουμε αυτό το βάθος κατανόησης για τον εαυτό μας. Επομένως η αποδοχή αποτελεί την πύλη για την αφύπνιση περισσότερων ποιοτικών ιδιοτήτων στις σχέσεις μας.

Το δόγμα είναι ο εχθρός της αποδοχής, η οποία αποτελεί  πρόκληση για τις πεποιθήσεις, τις προκαταλήψεις και το σύστημα αξιών που έχουμε ενσωματώσει. Είναι μια πρόκληση να συναντήσουμε τον άλλον όσο και τον εαυτό μας με σεβασμό γι’ αυτό που είναι, αναγνωρίζοντας τον ως αυτό-προσδιοριζόμενο πρόσωπο. (Wilkins, 2001). Η αποδοχή δεν μπορεί να αναπτυχθεί όταν υπάρχει η τάση να κατευθύνουμε ή να κατευθυνόμαστε, ή να αγαπάμε με κτητικό τρόπο.

Γι’ αυτό, η άνευ όρων αποδοχή ως συνεχής προσπάθεια, αποτελεί την πύλη που μας οδηγεί στο να εξερευνήσουμε τις ρίζες της ανάπτυξής μας ως πρόσωπα, δηλαδή την εμπιστοσύνη και τον αυτοπροσδιορισμό. Όπως ο Carl Rogers (1980/2006) αναφέρει, «το να επιβραβεύουμε ή να αγαπάμε και το να μας επιβραβεύουν ή να μας αγαπούν βιώνεται ως εμπειρία που ενισχύει ιδιαίτερα την εξέλιξη των ανθρώπων».


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Bozarth, J. (2007). Unconditional positive regard. In M. Cooper, M. O’Hara, P. Schmid & G. Wyatt (Eds.), The handbook of person-centred psychotherapy and counselling (pp. 182-193). New York: Palgrave Macmillan.

Purton, C. (1998). Unconditional positive regard and its spiritual implications. In B. Thorne & E. Lamberts (Eds.), Person-centred therapy: A European perspective (pp. 23- 37). London: Sage Publications.

Rogers, C. (1959). A theory of therapy, personality and interpersonal relationships as developed in the client-centred framework. In S. Koch (Ed.), Psychology: a study of science (Vol. 3: Formulations of the person and the social context, pp. 224). New York: Mc Graw-Hill.

Rogers, C. (2006). Ένας τρόπος να υπάρχουμε (Μ. Ρηγοπούλου, Μετ.). Αθήνα: Εκδόσεις Ερευνητές. (Original work published 1980)

Sanford, R. (2001). Unconditional positive regard: A misunderstood way of being. In J. Bozarth & P. Wilkins (Eds.), Rogers’ therapeutic conditions: Evolution, theory and practice (Vol. 3: Unconditional positive regard, pp. 65-75). Ross-On-Wye: PCCS BOOKS.

Schmid, P. (2001). Acknowledgement: The art of responding. Dialogical and ethical perspectives on the challenge of unconditional relationships in therapy and beyond. In J. Bozarth & P. Wilkins (Eds.), Rogers’ therapeutic conditions: evolution, theory and practice (Vol. 3: Unconditional positive regard, pp. 49-64). Ross-On-Wye: PCCS BOOKS.

Thorne, B. (1991). Person-centred counseling: Therapeutic and spiritual dimensions. London: Whurr.

Watson, J. & Steckley, P. (2001). Potentiating growth: An examination of the research on unconditional positive regard. In J. Bozarth & P. Wilkins (Eds.), Rogers’ therapeutic conditions: Evolution, theory and practice (Vol. 3: Unconditional positive regard, pp. 180-197). Ross-On-Wye: PCCS BOOKS.

Wilkins, P. (2001). Unconditional positive regard reconsidered.  In J. Bozarth & P. Wilkins (Eds.), Rogers’ therapeutic conditions: Evolution, theory and practice (Vol 3: Unconditional positive regard, pp. 35-48). Ross-On-Wye: PCCS BOOKS.